Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 278-297 από 518
-
Μάρτ – ι μ', μούρ' ι μ', αγέλαστε και ξεροχαλχάνιστε
(1939)Ερμηνεία: Το λέγανε μόλις θα χαλούσε ο καιρός το Μάρτη -
Με τα ξερά τα ξύλα κάγουνταν και τα ζωγρά
(1939)Ερμηνεία: Όμοιο με το: Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά -
Μη κλαίς τον κακομάθετον, κλάψον τον καλομάθετον
(1939)Μην κλαίς εκείνον που είναι συνηθισμένος στις ταλαιπωρίες και τις στερήσεις, κλάψε εκείνον, που είναι συνηθισμένος στα καλά -
Μη στράφ'ς και μη βροντάς
(1939)Ανάλογο με το:Μη στάξει και μη βρέξει. Για καλή περιποίηση και προφύλαξη γενικά κανενός πολυχαϊδεμένου – κυρίως παιδιού -
Μίαν ώβασον, κ' επεκεί κακάντσον
(1939)Πρώτα κάνε αυγό κ' έπειτα κακάριζε//Λέγεται ειρωνικά σε ευφάνταστους και ρωμαντικούς τύπους, που προλέγουν μελλοντικά χρυσά όνειρα, μα αμφίβολα στην πραγματοποίησή τους -
Μικρόν μωρόπον 'κ' έχομε τον γέρον ταντανίζομε
(1939)Ταντανίζομε=τον χορεύομε στα γόνατα τραγουδώντας το: τάνα-τάνα βλέπε σελ. 374. -Για μεγάλο παιδί που χώνεται στην αγκαλιά της μάννας του και ζητάει χάδια -
Μικρός π΄ εγυναίκ΄σεν, καμμίαν ΄κ΄ εκομπώθεν
(1939)Όποιος παντρεύτηκε μικρός ποτέ δε γελάστηκε. Ανάλογο με το : Για μικρός-μικρός παντρέψου, για μικρός καλογερέψου -
Μωρόν ας έχομε και κώλον μ΄ έχ΄
(1939)Μωρό ας έχουμε, μα να μη λερώνει. Ανάλογο με το : Θέλει και την πήττα γερή και το σκύλο χορτάτο -
Ναϊλοί ποι 'κ' έχ'. Θεόν πα κ' έχ'
(1939)Αλλοίμονο σ' εκείνον που δεν έχει – που είναι φτωχός και Θεό δεν έχει! - Λέγεται με παράπονο και διαμαρτυρία από φτωχούς που τους φέρνονται βάναυσα και ταπεινωτικά -
Νεγκασμένα γόνατα κι αναπαμένον ψήν
(1939)Κουρασμένα γόνατα κι αναπαυμένη ψυχή. Λέγεται σε περιπτώσεις που αποφεύγει κανείς και περιφρονεί τα αθέμιτα κέρδη ή την κλοπή που μπορεί έτσι να λύσει το οικονομικό πρόβλημα και προτιμά να παλέψει και να κοπιάσει έχοντας ...