Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Λαζάρου, Αν."
-
Σ' αγαπώ, κυρά μ', να κλάντς μα 'π' του ντσαφ' να μη βγαντς
Λαζάρου, Αν.Ντσαφ = νισάφ (λέξις τουρκική) -
Σ' μότιρα είνι του 'πουκάμσου 'π τον ιλέκ'
Λαζάρου, Αν.Σ'μότιρα = πλησιαίτερον, ιλέκ (το) = το γιλέκι -
Σα ΄ς ταγκάθ΄
Λαζάρου, Αν.Η παροιμία λέγεται επί των ανησύχων και μη δυναμένων να οκνώσιν. Κυρίως λέγεται επί των επισκεπτομένων και μη καθημένων επί πολύ, εις λέγουσι: “τί βιάζισι; ΄σα ΄ς ταγκάθ΄κάθισι” Δηλαδή: Πολύ ανήσυχος είσαι -
Σα σ' άρισαν τα κόλιαντα, έλα κι τα σούρουτα
Λαζάρου, Αν.Κόλιαντα και σούρουτα ιδε έθιμα “καλαίδα”, σελ. 41, ήτι σελίς όμως λείπει εκ του χειρογράφου -
Σαν η κόττα 'ς του μύλου
Λαζάρου, Αν.Η παροιμία λέγεται επί των τα πάντα εχόντων άφθονα, οίτινες ομοιάζουσι με όρνιθα ζώσαν εν μύλω εν ώ ευρίσκει άφθονον τροφήν -
Σαν ίγκλα κουνιάρη
Λαζάρου, Αν.Σημείωση: ίγκλα=λωρίς συγκρατούσα την σέλλαν από της κοιλίας των ίππων, κουνιάρη=των κουνιάρων -
Σαν οι μπουμπουρέοι 'ς του σκατό
Λαζάρου, Αν.Ου μπούμπουρας = Έντομα συχνάζοντα εις τας ακαθαρσίας το εν επί του άλλου -
Σαν ου διάουλους τα φώτα
Λαζάρου, Αν.Ερμηνεία: Λέγεται επ' εκείνων, οίτινως αποφεύγουσι τι πολύ, όπως ο διάβολος αποφεύγει τα φώτα -
Σι ξένουν κώλου χίλια δικανίκια
Λαζάρου, Αν.Δικανίκια (του δικανίκ') = βακτηρία (μπαστούνι) και είτα ξυλιά