Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κορακίτης, Δ."
-
Σαραdαπέdε Γάννηδες ενούς κοκκόρου γνώσι
Κορακίτης, Δ. (1920) -
Σήκω συ να κάτσω 'γω, σώπα συ, να λέω 'γω, μπαίνει, βγαίνει, καλώς τον αφέdη (πατέρα)
Κορακίτης, Δ. (1920)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Σκύλο τρέφεις; Θα σε φάη
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή εκείνον που ευεργετεί κανένας καμμιά φορά τυχαίνει προς κακόν του, δηλ. Αντί ο ευεργετούμενος να χρεωστή χάριν την ευεργεσίαν, πράττει τουναντίον -
Στην Πάρο βρέχει και στην Ανατολή βροdά
Κορακίτης, Δ. (1920)Ερμηνεία : Άλλα λέω γω και άλλα λες εσύ -
Στου κουφού τη bόρτα όσο θέλεις βρόdα
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή απ' όσα κι' α dου λες τόποτα δε καταλαβαίνει -
Στου κουφού τη bόρτα όσο θέλεις βρόντα
Κορακίτης, Δ. (1920)Του παλαβού όσο θέλεις φώναζέ του, όσο θέλεις δίδασκέ τονε, εκείνος θα είναι πάλι ο ίδιος. Αυτό Λέγεται για ένα γενατατζή, που δε θέλει να υποχωρήση στο γενάτι dου, παρά εξακολουθεί να γενατεύγη (επιμένη) -
Τα παιδιά ας ανατραφούν κι' οι δουλειές ας κρεμαστουν
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή τα παιδιά πρέπει να κοιτάζη κανείς κι' οι δουλειές ας μείνουν και στη μπάdα -
Την έκαμα και τάκαμενε ίσαμε το σούρτη
Κορακίτης, Δ. (1920)Την έκαμε και χεστηκένε από την dρομάρα τζή -
Το γουδί το γουδοχέρι και τυ μπογιατζή ο κόπανος
Κορακίτης, Δ. (1920)Αυτό λέγεται όταν τις επιμένει εις τους λόγους του και δεν θέλει να υποχωρήση εις την ορθήν γνώμην του άλκου. -
Το γύφτο κάνουν βασιλιά κι αυτός γυρεύγει ρείκια
Κορακίτης, Δ. (1920)Ρείκια είναι ξύλα ή καλύτερον κουτσούργια ωρισμένου δένδρου -
Το μεγάλο φίδι τρώει πάντα το μικρό
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή ο ανώτερος είναι πάντα ανώτερος και δεν μπορεί να του κάμη τίποτε ο μικρός. Είναι συνώνυμον του : το μεγαλύτερό σου σκόρδα μη φυτεύης -
Το ξύλο εβγήκε από τη bαράδεισο
Κορακίτης, Δ. (1920)Το να χτυπά τις ένα προς καλόν του δεν είναι κακό, γιατί η μόδα αυτή εβγήκε από τη bαράδεισο -
Το πολύ Κύριελέησον κι ο παπάς το βαργιέται
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή όταν πολλές φορές λέει κανένας κάτι τι γίνεται αηδία -
Το Σαββάτο είναι βοργιάς, Δευτέρα κερατάς
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή, ο σαββατιανός βοργιάς δεν βαστά πολύν καιρόν, παρά πέφτει (ή αλλοιώς μαϊνάρει) μέχρι της Δευτέρας, εάν όμως δεν μαϊνάρει τη Δευτέρα, τότε θα βαστάξη πολύν καιρό -
Το σκοινί το βάνεις μονό και δέ σώνει και το βάνεις διπλό και περισσεύγει
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή θέλεις να κάμης κάτι τι και βαργειέσαι το κάνεις μισό, ημιτελές, κατόπιν όμως χαλά και αναγκάζεσαι να το ξανακάμης γερό -
Το ψάρι βρωμίζει από την gεφαλή dου
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή ο καθένας παθαίνει από τον εαυτόν του ό,τι πάθει -
Το ψάρι βρωμίζει από την gεφαλή του
Κορακίτης, Δ. (1920)