Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Βαλαβάνης, Ι."
-
Όσα οτσάκια καπνίζουν μη θαρρείς πας μαγειρεύουν
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Πάσας τας εστίας, αφ' ων αναθρώσκει καπνός μη νόμιζε τροφάς έψειν -
Όσα οτσάκια καπνίζουν μη θαρρείς πας μαγειρεύουν
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Όντων Μάγειρός έστιν ουκ εαν τις ζωμήρυσιν έχων έλθη και μάχαιραν Αθην. Δειπν. Ζ. Πολλοί ναρθηκοφόροι παύροι δε τε βάκχοι” και πολλοί ριοβόλοι παύροι δέτε μάντιες άνδρες” και ου πάντες όρνιθες αινέσιμοι -
Όσοι στραβοί, όσοι κουτσοί, όλοι σον Άγη – Παντελέημον
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Ερμηνεία: Επί συνήθους συρροής πολλών εις ταύτο -
Όσοι τυφλοί, όσοι χωλοί πάντες εις τον άγιον Παντελεήμονα
Βαλαβάνης, Ι. (1874) -
Όσον κι αν ρίγουμαι κοράλλιν γίνουμαι
Βαλαβάνης, Ι.Ερμηνεία: Παροιμία λεγομένη υπό των εν ατυχίαις μεν περιπεσόντων αύθις δε κρατιστευσόντων -
Όσον τον διάβολον γρόσια έσει
Βαλαβάνης, Ι. (1888)Ερμηνεία : Όσα ο διάβολος τ.ε. πλουσιώτατος έστιν -
Ότ ορίζουν τα θεμέλια προσκυνούν τα κεραμίδια
Βαλαβάνης, Ι. (1874) -
Ότ ορίζουν τα θεμέλια προσκυνούν τα κεραμίδια
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Ότι αν προστάσσωσι τα θεμέλια τούτω προσκυνούσιν οι κέραμοι -
Όταν η αυλή σ' δίψα το κρόσ' έξου μη κουνής
Βαλαβάνης, Ι. -
Όταν πονή του γείτονα σ' η κοιλία τρίψον κ' εσύ τ' εσόν
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Όταν ο γείτων σου αλγή την γαστέρα, τρίψον και συ την σεαυτού -
Όταν πονή του γείτονα σ' η κοιλία τρίψον κ' εσύ τ' εσόν
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Όταν ο γείτων σου αλγή την γαστέρα, τρίψον και συ την σεαυτού -
Όταν του γείτονα σ' η κοιλία πονή και συ τρίψον τ' εσόν
Βαλαβάνης, Ι. (1886)Ερμηνεία: Ολολυζέτω πίτις ότι πέπτωκε κέδρος -
Ότι θτύφτης 's σ' τσανάκι σ θεά ευρήκης 's σο χουλιάρισισ σ
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Ότι αν θρύψης εν τω λοπάδι ευρήσκης εν τω κοχλιαρίω -
Ότι θτύφτης 's σ' τσανάκι σ θεά ευρήκης 's σο χουλιάρισισ σ
Βαλαβάνης, Ι. (1874)Ότι αν θρύψης εν τω λοπάδι ευρήσκης εν τω κοχλιαρίω -
Ότς κι αν κι αν παθάν μαθάν
Βαλαβάνης, Ι. (1874) -
Οι γαμπροί επλάκωσαν
Βαλαβάνης, Ι.Ερμηνεία: Επί πολυζήτητος εστί, λέγουσι περί κόρης ή σπουδάζοντες ησυνηθέστερον