Πλοήγηση ανά Λήμμα "δέρνω"
Αποτελέσματα 9-28 από 224
-
Αλιά 'πο τον δαρμένον, όσο νάρθουν οι κριτάδες
Ούτω ο λαός καθιεροί εμμέσως το δικαίωμα της αμύνη, οικτίρων και κατακρίνων τον δερόμενον και ανεχόμενον την τοιαύτην προσβολήν επί τη προσδοκία μελλούσης δικαστικής ικανοποιήσεως -
Αλιά π' τς δαρμένς όσου να'ρθούν οι κριτάδες
(1928)Προς δαρέντα ή παθόντα και επιδιώκοντα να εύρη το δίκαιόν του δια των δικαστηρίων -
Αλλοίμονό τους τους δαρμένους, ώσπου να φτάση ο κριτής
(1922)Επί των αδικουμένων εις ους δεν παρέχεται ταχεία βοήθεια -
Αλοιά π' τς δαρμένους όσου να'ρθούν οι κριτάδες
(1928)Φρόντισε να μη δαρθής. Δάρθηκες, εφαρμόζεται η παραπάνω παροιμία -
Απόν ημπόρει να δέρη τον γάδαρον δέρνει το σάμαν
(1954)Κείνος που δεν μπορεί να δείρη το γάϊδαρο, δέρνει το σαμάρι -
Απόν ημπορεί να δέρει τον γάαρον γέρνει το σάμαν
(1951)Όποιος δεν μπορεί να δείρη τον γάϊδαρον δέρνει το σαμάρι -
Απού 'ν ημπόρει να δέρη τογ γάδαρον δέρνει το σάμαν
(1940)Ερμηνεία: Όποιος δεν μπορεί να εκδικηθή κείνο, που του 'φταιξε, εκδικειέται ένα αθώο, που του περνάει, σχετικό με τον πρώτο -
Απού ν – ι - μπορεί να δέρη τογ γάδαδρον δέρνει το σάμαν
(1931)Όποιος δηλαδή δεν μπορεί να εκδικηθή κείνο που τούφταιξε, εκδικείται εν' αθώο πούχει κάποια σχέση με τον πρώτο