Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κακριδής, Ιωάννης Θ."
-
Το καμάρι του χωριού και τ' αγκάθι του σπιτιού
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Παροιμία περί ανθρώπου όστις εν τη κοινωνία φέρεται καλώς, ευγενώς, αλλ' εν πολ' οικογενεία του γκρινιάζει -
Το κέντισμα είναι γλέντισμα και η ρόκα είναι σεργιάνι κι' ο ποντισμένος αργαλειός είναι σκλαβιά μεγάλη!
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Το γλέντισμα κατά το κέντισμα -
Το Μάϊ το μήναν έβρεχε στον ποντισμένο τόπο!
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924) -
Το νερό έρχεται πολύ κοιμητό
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ερμηνεία: Επί ποταμού με λίαν ήρεμον τον ρουν -
Το πάει μαλλίκι αρνόκουρο!
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Μεταφορικώς επί του τρέχοντος δρομαίως και ομιλούιτοι ταχέως -
Το πήρε βερβελέ ο κόσμος!
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Το πήρε κάβο, το επληροφορήθη επί νέου συμβάντος π.χ. Ατιμάσεως παρθένου -
Το' καμαν νάα το κονάκι
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Συγχρόνως ανοίγουν την παλάμην μιας χείρας ή και φυσούς εντός αυτής -
Τόκανε γυαλί το γρέτσι
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Απέτυχε εις την επιχείρησίν του. Γρέκι : γρέτσι : μετφ. -
Τον αλάλιασαν στο ξύλο
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Τον έδειρα πολύ (κυρίως τον κατέστησα άφωνον από το πολύ δάρσιμο) -
Τον έκανα ασόπαστο στο ξύλο
Κακριδής, Ιωάννης Θ.Είτε να μη σιωπά είτε και να μη έχει την δύναμιν να φωνάξει