Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κορακίτης, Δ."
-
Και συ κακό χειρόβολο (ή χερόβολο) και 'γω κακό δεμάτι
Κορακίτης, Δ. (1920)Συνώνυμο του: Όπως μου καλαναρχάς θα ψάλω. Δηλαδή αν είσαι συ στραβόξυλο γίνομαι γω πιο στραβόλυλο -
Καλύτερα γαιδουρόδενε παρά γαιδουροκυνήα
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή, όταν έχης μια δουλειά να την κάνης τακτικά για να μην σπάς υστερβά το μυαλό σου πως να τη διορθώσης -
Καλύτερα να βγη καενούς μάτι dου παρά να βγη τ' όνομά dου
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή καλύτερα να βγη κανενός το μάτι του παρά να βγάλη κακήν φήμην, ως κλέφτης, ως ψεύτης, ως πόρνος -
Καλύτερα νάχης να κάνης με εκατό λωλοί, παρά με ένα παλαβό
Κορακίτης, Δ. (1920)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Κατά το δάσκαλο που θα μπλέξης, τέτοια γράμματα θα μάθης
Κορακίτης, Δ. (1920)Συνώνυμον με το: Όποιος μπλέξει με στραβοί το πρωΐ αλλοιθωρίζει -
Λα'ός (λαγός) πιπέρι έτριβγε κακό τση κεφαλής του
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή ο καθένας ό,τι κακόν κάνει το κάνει προς κακόν της κεφαλής του -
Μάραθο το μάραθο γεμίζει η γριά τον κάλαθο
Κορακίτης, Δ. (1920) -
Με τον ανωτερόν σου σκόρδα μη φυτεύης
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή, μη dα βάνης ποτέ με τον ανωτερόν σου -
Μίλιε γαδάρου ν' ακούς πορδές
Κορακίτης, Δ. (1920)Δηλαδή, μίλιε ενούς παλαβού ν' ακούης παλαβάδες -
Μια πεdάρα πέdε κουτάκια σπίρτα
Κορακίτης, Δ. (1920)Αυτό λέγεται όταν θέλουν να δηλώσουν πόσον πολύ μεθυσμένος είναι ένας ή πόσον βλάκας είναι -
Μιλώ σα gομένη κεφαλή
Κορακίτης, Δ. (1920)Λέω παλαβάδες. Μη μιλής, καμένε, σα dη gομένη κεφαλή, παρά μάθε να σκέβγεσαι τί θες να πής