Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κακριδής, Ιωάννης Θ."
-
Ο λύκος τον δακώνει κι' αυτός τηράει τα νερσουρμή τον
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ο κίνδυνος είναι καταφανής, παρών, και αυτός ζητεί να κάμη εικασίας -
Ο ντερτιλής είναι άπιαστο πουλλί κατουράει στ' αγκάθι
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ντερτιλής = πεταχτός, έξυπνος, γλεντζές, γυναικάς -
Ο πατέρα μας μας καλανάθρεψε με τη μύτη του ξινατιού
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Παροιμ. Φράσις : εργαζόμενος, σκάπτων με τον ιδρώτα του -
Ο στσύλος έχει την αναπαή, μα έχει τσαι τη λιγούρα
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Δηλαδή δεν εργάζεται αλλά πεινα κιόλας -
Ο τεμπέλης κι' ο φαγάς, ή δραγάτης ή παππάς
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924) -
Ό,τι βρέξη α' κατεβάση, κι ο Θεός ας μας φυλάξη!
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Λέγουν τα παιδιά πηδώντας αφ' υψηλού βράχου χάριν παιδιάς -
Ό,τι λείπεις στη γειτονιά σου, πάντεχέ τα στη γωνιά σου
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924) -
όγιος έχει αναπαή, το 'χει ζεύτσι
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ο έχων τα μέσα να μη εργάζεται το 'χει καλά -
Όγοιος έχει αμπέλια ας βάζη αργάτες
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1925)Παρεμφερής: Όποιος έχει τα γένεια έχει και τα χτένια -
Όγοιος έχει συντραύλιστο, δεν καίει τα χέρια του
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ο έχων βοηθόν, επίκουρον, δεν κοπιάζει πολύ, π.χ. επί πενθεράς εχούσης νύμφην, οίτινες ν' αναλαμβάνη τους κόπους -
Όγοιος πάει πρωτύτερα, να φαη σκατά καλύτερα
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Όταν διαγωνίζωνται εις τον δρόμον οι παίδες οι υπολειπόμενοι φωνάζουν εκ φθόνου ούτω προς τους προηγουμένους -
Όγοιος περπατεί με μέτρα δε φοβάται σαν την πέτρα
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ο εξ' υπολογισμού βαδίζων, δεν φοβάται ασφαλής ην -
Όποιος πάει ανάγυρα, πάει σπίτι του
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1925)Ο διά πλαγίας, τουτέστιν ουχί αποτόμου και ανωφερούς οδού βαδίζων, φθάνει ασφαλώς -
Όποτε πεινα θα 'φα
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924) -
Όποτε σας ξαναφέρω τίποτα, να μου τρουπάι τη μύτη
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ουδέποτε θα σας ξαναφέρω τίποτε -
Όπου πηδάει η γίδα, πηδάει κι η κατσικάδα
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Οι μικροί μιμούνται τους μεγαλυτέρους των (γονείς)