Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος"
-
Πάφλαι πήις ντινικές γύρσις
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Ελέχθη από θείον προς ανηψιόν όστις διαμένας επί πολλά έτη εις Αλεξάνδρειαν επέστρεψεν απένταρος -
Πάφλας πήϊς, ντινικές γύρ'σις
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Προς αποδημήσαντα προς εύρεσιν τύχης και επανελθόντα άνευ χρημάτων -
Πέντε Ρωμιοί, δώδέκα κουμάντα
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927) -
Πήγα κι ήρθα
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Δια να παρασταθή το αφάνταστον της ταχύτητος εκμηδενίζεται η απόστασις. Πήγα κι ήρθα, καίτοι ακόμη δεν εξεκίνησε -
Πιάσε το λύκο και πάρτ' το μαλλί τ'
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1953)Λέγεται περί πραγμάτων που είναι αδύνατος να εκτελεσθούν -
Πρό τινων ετών μία διάδοσις, ότι στο ορεινό χωριό της Ναυπακτίας-τη ΜΙΚΡΗ ΠΑΛΟΥΚΟΒΑ-νύν ΛΕΥΚΑ- παρουσιάζεται κατά τας σκοτεινάς νύκτας εις τα γιδοπρόβατα, ένα παράξενο ξωτικό, ένας τράγος με ανθρωπίνην μορφήν, ο οποίος προκαλέι τον πανικόν και τον θάνατον των ανωτέρω ζώων, ανεστάτωσε και κατετάραξε τον κόσμον των ποιμένων.
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1953) -
Προς έπαινος λέγει η γυνή. Μπα χστιανέ μ' τι ελιϊμονούν ζητάς! Ου γηριμϊις τν' άλλ' (γυναίκα) μι τα ματια. Κι εκείνος σώματ είμι πέρδικους
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Γκρεμίζω με το μάτι -
Σ' πήϊ (πάει) πέντι πέντι
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Κατετρόμαξες, εφοβήθης υπερβολικά ή φοβείσαι -
Σαν της ζάβ'τσας του δρόμου
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Πώς τα περνάς; - Σαν της ζάβτσας του δρόμου=τα περνώ αθλιώτατα -
Σένα στου λέω κι' αλλού να μην του ειπής
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Δια της φράσεως ταύτης κατειρωνεύονται εκείνους οίτινες ενώ ώφειλον να είναι εχέμυθοι δεν εφάνησαν τοιούτοι -
Στ' αγγεία μ' τουν γράφου
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Ερμηνεία: ουδόλως τον υπολογίζω, τον περιφρονώ, (Αυτόν ή αυτό που είπεν) -
Στου κουλουδιάσιλου σι γράφου
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Ερμηνεία: Σε περιφρονώ τελείως, κουλουδιάσιλου= το περίνεον -
Σώπα μη μας ξικ'φαιν'ς. Του πας σαν τ' κακουνύχτ' τ' gώλου
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Ερμηνεία: Ο τοιούτος κακονύχτης, δηλ. Ο συνεπεία ψυχούς διελθών κακήν νύχτα ήτοι μείνας άυπνος, όλην την νύχτα πέρδεται//Λέγεται επί των φλυαρούντων, σκωπτικώς -
Τα βάφ'ς, παπαρούνα, τα κόκκινα; -Τα βάφου, (απήντησεν η παπαρούνα) -Τα βάφ' ακόμα
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (1927)Τα βάφ' ακόμα=καίτοι παρήλθε τόσος χρόνος δεν έβαψε τίποτε