Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Βεργωτής, Π."
-
Δεν τόχω πως γεθαίνω παρά π' όσο μαθαίνω
Βεργωτής, Π. (1891)Εννοεί λυπητά νέα, οίον προδοσίας φιλίαν, ασυνειδησίας εδυπολήπτων πολιτών -
Δυο γαϊδάροι εμαλώναν σ' έναν ξένον αχυρώνα
Βεργωτής, Π. (1891) -
Έκαμες το Ληξούρι Βενετία
Βεργωτής, Π. (1891)Έρχεται σπανίως εος το Ληξούρι, ως αν ήτο μακρόν, όσον η Βενετία -
Έλεγε στον ήλιο: ή έβγα ή βγαίνω
Βεργωτής, Π. (1891) -
Ένα ένα τρών τά σύκα κι' από δυό τσή φρακασάνες
Βεργωτής, Π. (1891)Φρακασάνες = είδος σύκων. Ότι δέν πρέπει νά γίνονται πολλαί εργασίαι ή ομιλίας συγχρόνως -
Έπαρε λάδι αφ' την κορφή και μέλι από τον πάτο
Βεργωτής, Π. (1891) -
Έρριξα του ήλιου πετριέςώσο να σε ίδω
Βεργωτής, Π. (1891) -
Έσωσ' ο μύθος
Βεργωτής, Π. (1891)Δηλαδή παρουσιάσθη περίστασις να εύρη την εφαρμογή του ο μύθος ήτοι η παροιμία -
Έχει γρύλλους αυτός ο άνθρωπος
Βεργωτής, Π. (1891)Ή φέλλες ή βαβέλες. = έχει ιδιοτροπίες. Γρύλλος = ζωίφιον λαλούν τας νύκτας του καλοκαιριού -
Έχει Θεό ς' χαμοθεό
Βεργωτής, Π. (1891)Χαμοθεό = εκείνος που είναι προστάτης και βοηθός πάνω στη γη