Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 8661-8680 από 142579
Το Κουρταλιώτικο φαράγγι
Στην Επαρχία Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης ανάμεσα από το χωριό Κοξαρέ και Ασώματος είναι ένα φαράγγι. Από κει περνούν οι γιαλίτες για να έρθουν στο Ρέθυμνον. Έχει πελώριους βράχους από το ένα μέρος κι από το άλλο και θέλει κανείς μια ώρα για να το περάση. Σ’ ένα μέρος του φαραγγιού ο αέρας βουΐζει με τέτοιο τρόπο, σα να κρατή κάποιος κρόταλα και τα παίζει. Γι’ αυτό λέγεται Κουρταλιώτικο φαράγγι.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Πλάκα Μονολιθίου
Η τοποθεσία αυτή παλαιότερα ήτο μια δασώδης έκτασις, η οποία ανήκεν εις το μοναστήριον της Πλάκας ευρισκόμενον εις την περιοχήν του χωρίου Ραφταναίοι Ιωαννίνων. Το μοναστήριον τούτο ήτο το «μχουστ» (κέντρον συναλλαγών της περιφερείας). Είχε πάρα πολλά «γιδοπρόβατα», τα οποία έβοσκαν εις την τοποθεσίαν Πλάκα Μονολιθίου. Οι κάτοικοι του Μονολιθίου βλέποντες ότι η έκτασις αυτή ήτο λίαν κατάλληλος δια...
Γεωργούλας, Σωκράτης Δ.
(
1966
)
Στου Μάρκου
Μάρκου. Το χωριό παλαιά ήτανε σ’ απόσταση 20 λεπτών από δω πούναι τώρα. Ήταν προς το Βλαχόρραφτι, στο μέρος που φαίνουνται ακόμα τα χαλάσματα. Στο μέρος πούναι τώρα ήρθε λένε δω και 200 χρόνια. Από κει πούταν έφυγαν κι’ άλλοι και πήγαν στην Αράχοβα.
Σακελλαριάδης, Χαρίλαος
(
1930
)
Κωστί χωριό, χαράτσα ενενήντα δυο κι απάνω στο χρόνο, κύρης και γιος. Το Κωστί χωριό ήτονε συνοικισμός προς Β. της Λατσίδας. Τσ’ ήπιασεν η πανόγλα και καταστραφήκανε εντελώς, αλλά τώρα ούτε τα ερείπια φαίνονται.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1939
)
Τότε που τους χαλάγανε τους γέρους έβγαλε μια φορά ο βασιλιάς μια διαταή όσοι έχουν γέρους στα σπίτι τους, να τους χαλάσουν ούλους. Τους πήρανε τους κακόμοιρους τους γέρους και μια και δυο στο γκρεμό τους σκοτώσανε. Ένα παιδί αγάπαγε πολύ το πατέρα του και δεν ήθελε να τον γκρεμίση. Έπιασε λοιπόν και τον έκρυψε στο κατώϊ και του κουβάλαγε ψωμί, φαΐ. Κάποια βολά έβαλε ο βασιλιάς στοίχημα, ποιος θα...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Στου Πελέκη
Ενταύθα κατά την παράδοσιν εις χωρικός εφόνευσε κατά λάθος τον αδερφό του, η δε μήτηρ των κατηράσθη τα κρήνην να γίνη το ύδωρ της πικρόν και να στάζη ο κει η Ρακή. Εντεύθεν και η κράνη αυτή επωνομάζεται ρ’ακόβρυση.
Σακελλαριάδης, Χ.
(
1923
)
Στον Αϊ-Γιώργη τοπ. στο ακρωτήριο της Σινώπης. Ήτο βράχος υψηλός και απότομος. Γύρω από το βράχο ήτανε στενό μονοπάτι. Το περνούσαν με φόβο και με τρόμο, αλλά ο άγιος δεν άφηνε να πέσουν. Λέγουν πως άνθρωποι πολύ πιστοί το περνούσαν με άλογο. Τον παλιό καιρό πήγαιναν στο βράχο αυτό κι έκαναν αγιασμό και διάβαζαν και παρακλήσεις.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Τον παλιό καιρό τους χαλάγανε τους γέρους. Σα φτάνανε καμμιά εξηνταριά χρονώ, τους πηγαίνανε σ’ ένα γκρεμό και τους πετάγανε. Κάποιο παιδί τον αγάπαγε τον πατέρα του και δεν ήθελε να τον χαλάση κι’ έπιασε και τον έκρυψε στο κατώγι. Μια μέρα βγάνει ο βασιλιάς μια διαταή να του πάνε μια φορτωτριχιά καμωμένη με άμμο, αλλοιώς να πλερώση τόσα ο καθένας. Πάει το παιδί στο σπίτι του συλλοϊσμένο. Τόνε ρωτάει...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Κρεμάλα στο Ν. του Παρνασσού απ’ όπου κρεμαλιαζόντουσαν οι γέροι. Εκεί δείχνουν ένα «πάτερο» μικρό ξύλο δια του οποίου ο Σαφάκας επί Τουρκοκρατίας ανέβαζε τους γέρους, τα γυναικόπεδα και τους έκρυβε σε μια σπηλιά εκεί» Κόλλαγε αυτός εκεί και τους τραβούσε με βίντζι.
Ιωαννίδου, Μ.
(
1938
)
Μετόχι
Εκκλησάκι της Αγ. Τριάδος. Ήταν μετόχι της περιφήμου μονής Φιλοσόφου, η οποία διελύθη επί Όθωνος. Εδώ εσυνάθροιζαν τους καρπούς του μοναστηριού.
Σακελλαριάδης, Χαρίλαος
(
1930
)
Κρεμάλα στο Ν. του Παρνασσού απ’ όπου κρεμαλιαζόντουσαν οι γέροι. Εκεί δείχνουν ένα «πάτερο» μικρό ξύλο δια του οποίου ο Σαφάκας επί Τουρκοκρατίας ανέβαζε τους γέρους, τα γυναικόπεδα και τους έκρυβε σε μια σπηλιά εκεί» Κόλλαγε αυτός εκεί και τους τραβούσε με βίντζι.
Ιωαννίδου, Μ.
(
1938
)
Αρκούδα φαίνεται με στη λίμνη (της Καστοριάς).
Ιωαννίδου, Μ.
(
1937
)
Βιτουμάς
Παράδοση, ειπωμένη από παλιό καλόγερο του Μοναστηριού Βιτουμά στα ριζά του Κόζιακα, αναφέρει πως ο Βυζαντινός οφικιάλος Βιτουμάς ήρθε και κατοίκεψε στο μέρος αυτό όπου και ίδρυσε το ομώνυμο μοναστήρι, στη μνήμη της Παναγιάς.
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Βίγκα
Πάνω στα Περτουλιώτικα λειβάδια, ένας Βούργαρος είχε φιάσει την καλύβα του, στην οποία καθόταν κάθε καλοκαίρι με την κόρη του. Πιο πέρα, πάνω σε ράχη, είταν οι καλύβες ενός τσέλιγκα. Τα πρόβατά του, κάθε μεσημέρι σταλίζανε στην ήσκιο οχτάδερφου ελατιού. Μια μέρα, ο γιος του τσέλιγκα, όμμορφο παλλικάρι, συνάντησε στο ελάτινο δάσος τη Βουργαροπούλα. Σαν παιδιά γνωριστήκανε και μιλήσανε. Την κουβέντα...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Το λιμάνι τση Νιός (Ιού) είναι θεόχτιστο. [θεόχτιστο= φυσικό, χτισμένο από το θεό κι’ όχι απ’ ανθρώπους.]
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή
(
1928
)
Λέγεται ότι ήτο ναύαρχος Βυζαντινός, Κάσπακας. Υπήρχε και Μονή του Κάσπακος, εκλιπούσα, εν αγίω όρει. Από το όνομα του κτίτορος ωνομάσθη και το χωριό.
Μέγας, Γ. Α.
(
1938
)
Λυκοτρούπα ονομάζουν του εκεί θολωτόν τάφον.
Ιωαννίδου, Μαρία
(
1928
)
Σπηλιά Κεπτενέλου
Στο μεγάλο φαράγγι της Μάννας Περτουλιού, πάνω στο βουνό Κιπτενέλος που χωρίζει τα χωριά Περτούλι-Βερτενίκου, ανοίγεται μια σπηλιά, πλαισιωμένη από λίγες αγριονερατζιές. Η παράδοση αναφέρει ότι οι Περτουλιώτες και Βετερνικιώτες από το φόβο των Αρβανιτάδων κρύψανε εδώ τα πολύτιμά τους πράγματα, καθώς και τα ιερά σκεύη και τις εικόνες από τις εκκλησίες. [Κεπτενέλου= λέξη Κουτσοβλάχικη. Από το κέπτου=στήθι...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Η Τήνος
Κάποτε πέρασ’ από εδώ ένα καράβ’ και δήκαν(2) το νησί μας, π’ δεν τούξεραν και λένε: «Τίνος είν’ αυτό το νησί;». Κι έτσ’ το βγάλαν Τήνος.[δήκαν= Είδαν]
Φλωράκης, Αλέκος Ε.
(
1971
)
Μια βουλά σφάζαν τους, τους γέρους. Ένας λυπήθη να σφάξη τον πατέρα του έτσι τον είχε κλεισμένο σ’ ένα κατώγι, φαίνεται δεν θα ήτανε στο χέρι του να μην τονε σφάξη γι’ αυτούνο τον είχε κλεισμένο. Έτυχε να βάλουνε ένα στοίχημα, ποιος θα πρωτοϊδή τον ήλιο (μα σε τι δεν ήξεραν) Τσείνος που είχε κρυμμένο τον πατέρα του, πάει εκεί ετσί του λέει το τσαι το. Ο πατέρας του του λέει: « Ούλοι θα τηράξουνε...
Φάβης, Β.
(
1902
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση