Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 6221-6240 από 142579
Η αλεπού όταν βλέπη τα κόκκινα χρώματα κατά την δύσιν του ηλίου ''κατουρά πάνω της''
Ζάρακας, Νικόλαος Α.
(
1958
)
Η γίδα είναι του σαιτάνη, τα πρόβατα είναι του θεού.Τα πρόβατα είν'ευλοημένα βόσκουν σε καλά μέρη,στα ίδια μέρη,ενώ το γίδι πααίνει στα ραιδγιά και γκρεμούς. (ραιδγιά=απότομους βράχους)
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1958
)
Στον παλιό καιρό ένς τούρκος κ'ένας αστροπαλίτης,και οι δυό καπετανέοι, έβαλε στοίχημα ο αστυπαλίτης καπετάνιος με τον Τούρκο καπετάνιο πως δεν ζούνε οι όφιδες στο νησί γιατί ένας παλαιός Άγιος,ο Άθιμος,καταρήστηκε να μην υπάρχη όφις πάνω στην Αστυπαλιά και όφιδες να είν'οι άθρωποι,όπως τσ'είναι.Λοιπό ο Τούρκος έν(=δεν) το πίστευγε τσαί 'βάλαντο στοίσημα τσ'ήφερε μια κάσα όφιδες απο το Πετρούμι (Αλικαρνασσός).Άμα...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1957
)
Οι μελιdάκοι(= μύρμηκες)
Οι μελιdάκοι λέει μέχρι που 'τανε μελεdάκοι ήτανε καλά. Ύστερα όμως εζήτησαν του θεού να τώνε δώση φτερά και καταστραφήκανε.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Ο Νώες κι ο λαγός (απο την Αξό)
Όντε έβανεν ο Νώες στην κιβωτό τα ζώα ζευγάρι,δεν μπόρεσε να πιάση λαγούς παρά ένα μόνο.Γι αυτό τον έκαμενε θηλυκασέρνικο.Τον ένα χρόνο είναι θηλυκός και γεννα και τον άλλο αρσενικός και ζυγώνει.Τούτο πιστεύουν πολλοί χωρικοί.Μα κι όντεν πολέμανε να βάλη το γάιδαρο στην κιβωτό αυτός σέρνουνταν ίσα πίσω ως είναι το συνήθειον του. Ο Νώες εμάνισεν τον εχτύπαν κ’έλεγαν ‘’σε μέσα διάλε σε’’. Ο διάολος...
Άγνωστος συλλογέας
(
1935
)
Γκουγκουχτούρα: Είδος περιστεράς φαναί με μέλανα δακτύλιου επι του τραχήλου η ονομασία πεποιημένη εκ της φωνή του πτηνού (γκού γκού,χτού,γκού γκού,χτού). Πιθανώς η παρά τους ζωολόγοις φάσα. Περί του πτηνού τούτου υπάρχει παράδοσις καθ’ών λέγεται ότι ήτο άλλοτε μαθητής ράπτου και επειδή υπέφερε τα πάνδενα υπο του προισταμένου του παρεκάλεσε τον θεόν να τον μεταβάλη είς πτηνόν. Ο θεός εισήκουσε την...
Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ.
;
Κωνσταντινίδης, Γ.
(
1891
)
Όdεν εχάριζεν ο θεός στα ζωντανά πόσο καιρό να σηκώνη το παιδί του καθένα ήρθεν’ η σειρά του σκατσόχοιρα και τον ερώτησενε.Εσύ πόσο καιρόν θες να σηκώνης το παιδί σου δώδεκα χρονάκια ή δώδεκα μηνάρες.Λέει δώδεκα μηνάρες.Εθάρρεις πως οι μηνάρες είναι πιο πολλοί. Ήρθενε κ’η σειρά τση ‘υναίκας και τσ’είπεν ο θεός πως μια φορά να ‘χη το χρόνο τον άdρα τζη και τση κακοφάνηκενε και το κατάλαβενε ο θεός...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Γκουγκουχτούρα (η) Είδος περιστέρας φαιάς το χρώμα εχούσης μέλαν περιταίμιαι. Ονοματοπεποιημένη λέξη εκ της φωνής του πτηνού (γκού, γκού χτού, γκού γκου χτού), Περί του πτηνού ταύτου υπάρχει παρ’ημίν παράδοσις, καθ’ην λέγεται ότι στο άλλοτε μαθητής ράπτου ‘ς επειδή υπέφερεν υπο του προισταμένου του πολλά δεινά, παρακάλεσε τον θεόν να τον μεταβάλη εις πτηνόν. Ο θεός λοιπόν εισακούσας της δεήσεώς του...
Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ.
;
Κωνσταντινίδης, Γ.
(
1889
)
Η μεθύστρα
Υπάρχει ένα μικρό πουλί εδώ που το λένε μεθύστρα.Κι αυτό γιατί η φωνή του 'μοιάζει σαν να λέει : ποιός,ποιός,ποιός πουλεί καλό κρασί ; ποιός,ποιός ποιός πουλεί καλό κρασί ;
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Οι χρουσαφλίδες εμαζεύτησανε όλες κ’εμαζέψαν κλαδιά να κάψουνε τη bαναγία,γιατί εφόρενε στολή λευκή,χρυσή και όμορφη κ’ενομίζανε ότι είναι πιο όμορφη ‘κείνη η στολή από το χρώμα το δικό dωνε κι’αξανοίανε να τη gάψουνε.Κ’επήαιν’ο βάρδακας κ’είχε dο στόμα dου εμάτο νερό και των είπενε στεκάτε να φυσήσω κ’εώ ν’ανάψω τη φωθιά. Κ’ήσβησε dω τη φωθιά με το νερό που ‘χε μέσ’στο στόμα dου.Απο τότες τσι χρουσαφλίδες...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Τα γίδια όταν βρ΄πεχη κατεβάζουν την ουρά τς κι όταν είναι ήλιος τη σηκώνουν απάνω.Λένε πως τα 'φκειαξε ο διάβολος και τον ακούνε να την κατεβάζ'ν,όταν βρέχη και να την ανεβάζουν όταν είναι ήλιος.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1958
)
Λένε πως οι λαγοί έχουνε προστάτης ένα λαγό ‘που του λένε τσομπάνη κι’ αυτός ο λαγός παρουσιάζεται πρώτος όταν πάη ο κυνηγός κουτσαίνουντας.Κάνει τέτοια παραστρατήματα για να αποφύγη την τουφεκιά του κυνηγού.Αυτό το κάνει για να φύγη ο κυνηγός από το μέρος αυτό που είναι οι άλλοι λαγοί.Οι κυνηγοί που ξέρουν αυτή την ιστορία παθαίνουν ένα τράκ και δεν καταφέρνουν να τον σκοτώσουν.Και τότε λένε ότι...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1960
)
Το πρόβατο είναι ευλογημένο κι έχει και πλατειά ορά,γιατί κρύφτηκεν κάτω απο την ορά του ο χριατός και δεν τον βρήκανε οι Οβραίοι,γι'αυτό τη βλόησε κι είναι τόσο πλατειά.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1939
)
Η χελώνα ήτανε μια μητέρα κ’είχε τρείς κόρες.Αρρώστησε η μητέρα και μηνά της πρώτης κόρης να πάη να τήνε νοναχτή (=να τήνε φροντίση). Λέει αυτή : Εγώ δεν μπορώ γιατί φαίνω.Μηνάει της δεύτερης. Λέει : εγώ πλένω δεν αδιάζω (=δεν ευκαιρώ)Μηνάει της τρίτης.Η Τρίτη ζύμωνε αλλά με τα χέρια ζυμωμένα έτρεξε να ‘δή την μητέρα της.Της ευκήθηκε τότε η μητέρα της και αυτή είναι η μέλισσα. Της πρώτης πούγαινε...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1960
)
Οντόν εζυγώνανε οι-γι-Οβραίοι το χριστό επήε κι εχώστηκε μέσα στοι αίγες,κι αυτές εφύγανε και δεν τον εχώσαβε κι ο χριστός τους εκαταρίστηκε να τρώνε και να μη χορταίνουνε και πάντα να λείπουνται κιόλας η-γι-αίγα όσον παν πρώτη πάντα μια μπουκιά λείπεται.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1939
)
Το βάτρακα δεν τόνε 'σκοτώνουνε γιατί είναι άγιος,που 'σβησε τη φωθιά,που θα 'καίανε τη Παναγία.(βάτρακα=βάτραχον)
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Η Χελώνα
Η χελώνα ήταν γυναίκα πρώτα,αλλ’όντας ήταν λυπημένη η Παναγία από τον καλότυχο το Χστό κι’επήγαν όλοι για να τήμ παρηγορήσουν,αυτή μοναχά απόμεινε πίσω,γι’αυτό κ’η Παναγία την έκανε χελώνα. Άλλοι λέν πάλι πως η χελώνα είναι ευλογημένη από τημ Παναγία,γιατί όντας απέθαν ο Χστός κι’επήγαν ως κι όλα τα ζώα και παρηγόρησαν τημ παναγία,υπήγε κ’η Χελώνα με παρηγοριά,αλλά ενώ ανήβαινε τη σκάλα της Παναγίας...
Σάρρος, Δημήτριος Μ.
(
1893
)
Ο λαός κι ο σκύλος
Ο λαός με το σκύλο μια βολά ήτονε συδέκνοι.Μιαν ημέρα παρακάλεσεν ο λαός(λαγός)το σύδεκνό dου να του δώση τα παπούτσα dου να δή ά dου κάνουνε.Σα dα'βαλε ο λαός ήφυε gι ήφηνε dο σκύλο αξυπόλητο.Γι αυτό λοιπό μάχεται τώρα ο σκύλος το λαό ετσά πολύ.( Ανακοίνωσις Αντ,Πριμικηρίου, συδέκνοι=κουμπάροι (επι βαπτίσεως), μάχεται=μισεί)
Οικονομίδης, Δημήτριος
(
1934
)
Ο κάουρας
α! Τα ασημάδια που’χει ο κάουρας πάνω στη ράχη του είναι οι χτυπηματιές που’ φαγεν σαν εμπάλεβγε με τον Δι(γε)νή κάτω στον άγριο των αγρίων στον Αγριοκαλαμιώνα όπως λέγει και το σχετικό δημοτικό τραγούδι. β! Τα μεγάλα χαλιά του κάουρα είναι κόκκινα στην άκρηα και φαίνονται σαν καμένα γιατί άμαν έκαμναν τα καρφιά, που θα σταύρωναν τον Χριστό, ο κάουρας έτρεξε πρώτος κι’ επήρε πρώτος στον γύφτο την...
Βρόντης, Αναστάσιος
(
1939
)
Ο κόρακας είδενε ρη bέρδικα και του 'ρεσενε η πορπατηξά τζη.Και εγώ είμ'άξος να τη gάμω τση λέει Επαραβγήκανε λοιπό που νόμιζενε πως είν'άξος να τη gάμη κ'εκείνος.Στην αρχή επήε gαλά αλλά ύστερα την ήχασενε και τη εγύρευνε γιατί εκείνη τρέχει γρήγορα.Γι αυτό ο κόρακας άμα βαδίση δυό-τρία μέτρα κάνει ένα σείσιμο καλό,πορπατεί όμορφα αλλά ύστερα τηράζει απο τη μιά κι απο την άλλη για να βρη τη bέρδικα...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση