Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 5861-5880 από 142579
Όντας εννορευθούν δυο αντάμα βληνίδι και πάν’ ένας μοναχός τ’ να το βγάλ’ τότες το βρίσκ’ κάρβνα. Αλλ’ πάλι λέν οτ’βρίσκουν κάρβουνα αντίς για βλησίδι γιατί εκείνος π’το θαψε όντα το βανε είπε ‘’Όποιος το βρή να γέν’ κάρβνα και φαίνεται ότ’ γένεται τότε ίσια κάρβνα άμα σκάφτ’.
Άγνωστος συλλογέας
(
1903
)
Ένας έβλεπε όνειρο ότι στο τάδε μέρος υπάρχει θησαυρός. Αυτός που έβλεπε το όνειρο επήγαινε στο μέρος που υπήρχε ο θησαυρός και έρριχτε στάχτη και μετά εκοίταζε στην στάχτη την άλλη μέρα και ότι πατηχιά εύρισκε πάνω στη στάχτη,ή πετεινού, κότας, ή άλλου ζώου, έπρεπε το ζώο αυτό να το σφάξη στο μέρος αυτό δια να βγάλη τα λεφτά, άλλως θα γενότανε κάρβουνα. (Σωσάνδρα= παλαιόν όνομα Πρεbόδιστα)
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Η γριά Σταθώ ωνειρεύτηκε ότι ‘ς το τάδε μέρος έχει τα λεφτά dου ο Μώρος και να πάη να σκάψη να ‘ βρη ένα τσικαλάκι με λεφτά. Αλλά το πρωί το ‘πενε ότι έτσι κ’ έτσι κ’ επήανε κ’ εσκάψανε κ’ αύρανε το τσικαλάκι γεμάτο κάρβουνα. Πρέπει να πάη εκείνη την ώρα που ωνειρεύτηκε
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1960
)
Οι Τούρκοι οντον είχανε πολλά λεφτά τα χώνανε μέσα στη γη. Για να μην τα βρή κανείς τα χώνανε μέσα στη γή. Εσφάζανε άνθρωπο και τα στοιχειώνανε και του παραγγέρνουνε :Δε θα τ’ αφήση να τα πάρη κανείς ά δεν κάμη ετούτονε κι νονε. Δα τα βλέπτης το σούρδο καιρό. Όποιο ήθελα νειρέψη να τα βρή ήθελα τον ματώση. Ήθελα κόψει το δαχτύλι ντου να στάξη αίμα κι απόι τα΄’δενεν στο λαιμό ενούς οζού και τα βγανε....
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Ο παππούς μου, θα ‘ναι περασμένοι 140 χρόνοι, είδε ένα όνειρο ότι στον Κήπο (= τοποθεσία στο Χάλακα) σε κάποια θέσι να πάη να βρή φλουριά. Και να πάρη μαζί ντου άλλον ένα που ελεγόντανε Δημήτρις Μακρηνός. Ο παππούς μου για να τα πάρη μόνος του όλα επήε μονάχος του. Όπως έσκαψε , ευρήκε ένα κιούπι και ήτανε γεμάτο κάρβουνα σαν του κώκου ( = κώκ). Τότες που το είπε του είπανε πως αυτά ήτανε στοιχειωμένα...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1959
)
Εκεί που’ναι τώρα ο Μώλος, εκόψανε κι εγίνηκε η γής κι ερρίξανε χώμα.Μέσα τς΄Άι-Ποστόλοι, αποκάτω από την Αγία Τράπεζα,λένε οπώς έχουνε φίδια κλεισμένα και δυό πηγάδια από κάτω από την Αγία Τράπεζα. Δεν αποφασίζουνε να τα’ανοίξουνε ποτέ.Σκιάζονται. Ένα είναι με φίδια κι άλλο με λεφτά.Δεν ξέρουνεποιό είν’από τα δύο με τα λεφτά κι έτσι τα’αφήνουνε. Όποιος φεύγει για την Ήπειρο, κάνει ντρουγειά (=λειτουργία)κι...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1957
)
Ένας ωνειρεύτηκε κ’επήε κ’ έσκαψε να βρή θησαυρό.Ευρήκε το θησαυρό, αλλά ήτο κάρβουνα και τα ‘πήε στο σπίτιν του κ’εκρέμασε ένα δύο στην πόρτα του σπιτιού του.΄Ένας άλλος επερνούσε κ’ μπήκε μέσα στο σπίτι και βλέπει τα χρήματα.Τον ρωτά γιατί τα έχει κρεμασμένα.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
Σκαπτοντες ίνα εξορύξωσι τεθαμμένον θησαυρόν ανάγκη να μη ομιλήση της, διότι τότε ο θησαυρός μεταβάλλεται είς άνθρακας. Το των αρχαίων :άνθρακες ο θησαυρός
Μανασσείδης, Συμεών Α.
(
1906
)
Σ’ένα μέρος στον Καρβουνόλακκο (ανατ. Του χωρ.) περιθαλάσσιο ένας έσκαβγε για να κάμη βιστέρνα κ’ έφτασε σ’ένα βάθος κ(αι) αύρε δυό πέτρες μεάλες και τις ξεκόλλησε και φανερώθηκαν αμέτρητα μερμίγκια με φτερά και τον έπιασαν στα πόια και τότε αυτός θύμωσε και φώναξε : λύχνοι τριφίτιλοι τρετραφίτιλοι κ’ ένας τριφίτιλος υπάρχει ακόμα μέχρι σήμερα. Αυτό ήτο βίος κ’ έγιναν τριφίτιλοι λύχνοι γιατί ότι προλάβεις...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Όνταν νειρευβή κιανείς βέρος(=θησαυρόν και το μολοήση βρίχνει κάρβουνα)
Σταυρακάκης, Ιωάννης
(
1909
)
Σ’ένα σπίτι βγαίνει ένας αράπης και λέει πως το σπίτι εκείνο έχει βίος και βγαίνει και το λέει στη νοικοκυρά του σπιτιού αλλά ‘ έν λέει σε ποιο μέρος είναι και η νοικοκυρά απ’ το φόο της γιατί λέει πως είναι ένας άγριος αράπης πολύ ψηλός έχει αφήσει το σπίτι κ ‘ έφυε πήε αλλού, φοότανε
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Όντας δής στον ύπνο σ’θησαυρό να μη το μαρτ’ ρήσ’ ς, γιατί θα γέν’ κάρνα(=κάρβουνα). Είν’ ένας Αράπ’ς , που φ’ λάει τα χρήματα.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1961
)
Ο γέρω Μιλτιάδης Καλαϊτζής (απόθανε πέρυσι σε ηλικία 85 χρονώ) είδε στον ύπνο του στο Μυλοπόταμο στου Κωστή του Σαίττη το χτήμα να ‘πα να σκάψη τη νύχτα είναι χρήματα να τα πάρη. Ευτός φοβήθηκε τη νύχτα να πάη κ’επήγε την ημέρα. Περνούσαν οι εργάτες από κάτω που πηγαίναν στο λιβάδι για βελανίδι. Τον αρωτούσαν ‘’Τι κάνεις αυτού Μιλτιάδη ; Βρέσιμο είδες στον ύπνο σου ; ‘’ Αυτός έσκαφτε και δεν εμιλούσε...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1960
)
Στα Κοντέικα (ερείπια στη σειρά). Οι Κοντέοι (πρώτοι ιδιοκτήτες του τόπου, κυρίαρχοι της νήσου) εκατοικούσανε εδώ στα Μακράτικα δυτικά. Σώζουνται ερείπια από τα σπίτια τους. Λένεακόμα πως υπάρχουνε λεφτά πολλά, αλλά είναι στοιχειωμένα. Τα στοιχειώνανε σκοτώνοντας έναν άνθρωπο (δούλο τους) να τα φυλάη. Όποιος μπορέση και δή το Μώρο, δηλ. το φύλακα αυτόν, θα του πή που είναι. (Νάν τόνε δή στον ύπνο...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1957
)
Στη Σύρα έχελ φαντάσματα πολλά. Και στο σπίτι μας είχε έναν αράπη. Εμείς δεν τον είδαμε ποτέ, η μητέρα μας όλα μας τα παιδιά εκεί τα’ ανάστησε. Εμένα πότε –πότε κειά που κοιμούμουνα μ’έπιανε μια ανατριχίλα και μου φαινόταν πως με τράβαγαν απ’ τα μαλλιά. Αυτή που τα’αγόρασε όμως από μας τον είδε. Στο σπίτι μας, μες στην κουζίνα είχαμε ένα ντουλάπι κι’ από κάτω απ’το ντουλάπι είχαμε ένα αμπάρι και βάζαμε...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Η μόρα μια άσχημη γυναίκα που σε πλακώνει τη νύχτα. Αν τηνε κινήσης και τρέξη στη βαρέλα με το νερό θα βρής χρυσά παπούτσια!
Ιωαννίδου, Μ.
(
1938
)
Πολλοί ονειριάζονται θησαυρούς στον ύπνο τους και τους λένε με ποιόν να πάνε να τους βρούνε. Αν δεν πάη με εκείνονε που του είπαν και πάρη άλλονε χάνονται οι θησαυροί.
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Παράδοσις
Αν είς τον ύπνον σου ιδής, ότι κάπου υπάρχουν λεφτά να σηκωθής και να πάς αμίλητος στον τόπον, που είδες να ειπής εκεί ‘’καλημέρα’’ και θα τα εύρης αμέσως, αλλοιώς αν το μαρτυρήση σε κάποιον, θα τα εύρης όλα κάρβουνα.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1969
)
Πολλοί θωρούν στον ύπνο των βίος, αλλά για να τον εύρης πρέπει ‘ά μην το ‘πής σ’άλλον γιατί άμα το ‘πής (θ)α ‘βρής άλλο πράμα, ούτε κάμνει (ν)α μιλάς. Μια είδε στον ύπνο της βίος, είδε ένα αράπη και της είπε ότι εκειά στο τάδε μέρος έχει βίος και ‘α πάς χωρίς ‘ α μιλήσης. Αυτή ξεκίνησε κ(αι) επήαινε επειδή όμως ήτο βρά’υ και μοναχή γιατί της έχε ‘πη (ν)α πα’ μοναχή, αυτή άρχισε και ετραούδε και όταν...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Πάει άλλος να κόψη δένδρον και μέσα στον κορμόν του βρήκε λίρες
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση