Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 5521-5540 από 142579
Στο βράχο του Φονιά που λένε ένα βράχο από πάνω στο Σκοτεινόρρεμμα (Κράββαρι) είναι στοιχειωμένο μελίσσι. Εκεί κάποτε έδεσαν έναν με κανναβιδιά και τον κατέβασαν τον κατήφορο να σταθή να βγάλη το μέλι. Άρχισε να το βγάνη, μα άκουσε από μέσα μια φωνή που τόλεε : Σώνει τώρα ! –Εγώ , τώρα πήγα στο καλό. Είπε. Και δεύτερη φορά : Σώνει τώρα! –Τώρα πήγα στο καλό! Είπε και για δεύτερη φορά ! Τότε η κανναβιδιά...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1927
)
Σκιόριμα, το = Άλλος είσκιωμα φάντασμα σκιά της ρεμματιάς του ποταμού άλλως σκιοριγμα, το. Στοιχειό προς στιό=Μυθυκόν θηρίον [Αυτο σελ. 76]
Ρέκας, Β. Δ.
(
1925
)
Εκεί στο ρέμμα που περνάμε για να πάμε στου Γρίζι, πνίγηκε κάποιος κι από τότε βαστάει ο τόπος. Ήτονε γιατρός και τον είχανε πάρει να ιδή κάποιον αρρωστόνε και τόνε φέρνανε πίσω με τα’άλογο. Είχε κάνει χειμώνα βαρύ εκείνες τις ημέρες και το ποτάμι είχε κατεβάσει πολύ νερό. Τον έφερε λοιπόν το παιδί ως το ποτάμι κι εκεί, όχι να τον περάση τον άνθρωπο από την άλλη μεριά, παρά τον άφκε να περάση μόνος...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1938
)
Νια βουλά του στχειό τς Παλούκοβας πουλέμαι μι του στχειό τς Αβόρανης. Του στχειό είνι ένα βόιδ άσπρου ή μαύρου λαμπρουκέρατου κι βρουχιέται. Αλλά τα δυό αυτήνα στχειά βρουχιώνταν του ένα απού πέρα κι τάλλου απού δώθι. Καθ' υπαγόρευσιν του Σταύρου Καρβέλη ιερέως, ετών 35 εκ Μεγάλης Παλούκοβας της Ναυπακτίας.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
Στου παπά το ρέμμα βαστάει. Βγαίνει ένα ξωτερικό και τόχουνε πολλοί ιδωμένο. Άλλοι βλέπουνε ένα μουσκαράκι, άλλοι πάλι το ακούνε που κάνε μέεε! Μπέεε! Και σωπαίνει. Όσοι δεν το ξέρουνε ψάχνουνε για να βρούνε το μουσκαράκι τηράνε από δώ, τηράνε από κεί δε βλέπουνε τίποτε και μαλινάρουνε. Άμα κανείς το ξέρει και κάμη το σταυρό του, ή πιάση το φυλαχτό που φορεί απάνω του, στη στιμής χάνεται το ξωτερικό....
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1938
)
Ένας γείτονας μου ερχόταν από το ρέμμα με τη γυναίκα του και με το βώδι του. Μπροστά πήγαινε αυτός και πίσω η γυναίκα του τραβώντας το βώδι με την τριχιά. Εκεί που τράβαγε μπροστά βλέπει το βώδι και πήγαινε ίσα κάτω του κατήφορο.’’ Βρέ, της έφυγε της γυναίκας μου’’λέει. Τρέχει να το τσακώση. Πιλάλα αυτός, πιλάλα το βώδι. Ίδρωσε ο άνθρωπος, φούσκωσε ς’ ένα κατήφορο χάθηκε το αποκορωμένο σαν ν’άνοιξε...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1938
)
Στοιχειά, ότι και το φάντιασμα (ενίοτε αι Νεράιδες και οι βρυκόλακες), αλλά συνηθέστερον επί των εντός των φρεάτων μενόντων φαντασμάτων.
Δογάνης ,Κυριάκος
(
1918
)
Στοίχειωμα, το = άλλ. Στοιχείο και Φάντασμα.
Μανασσείδης, Συμεών Α.
(
1928
)
Στοιχειό (το)= δύναμης τς αφανής ήτις εδρεύει που, μάλιστα εις ηρειπωμένας οικίας . Αυτή η δεισιδαιμονία επικρατεί εν Κρήτη και πιστεύεται ότι τα πολλά ατυχήματα, άπερ σημβαίνουσιν εν οίκον τινα τάπερ γάζεται το στοιχειό.
Λουπασάκης, Στυλιανός Εμμ.
(
1928
)
Παράδοσις περί των πηγών του Κόρακος(Βαρδούσια)
Κίν΄σαν από άνθρουπ’ να τα πάν να μητρήσνι τα νηρά τα΄Βαρδουσιού. Απ’ αφού πήγαν ούλ μέρα μέτραγαν μέτρησαν, μέτρησαν, του βράδ’έγειραν, χάθ’καν. Τ’ς έφαη του στοιχειό του Βαρδουσιού! Μάτα πήγαν ‘αλλ’ τ’ν άλλ’την μέρα, του ίδιου έπαθαν κι αυτάν! Μάτα πααίν’νι κι άλλοι, του ίδιου κι αυτόν . Δεύτερα πήγαν άλλ’δυό τη έγειραν σταυροντά. Έβαλαν τα πουδάρια αντάμ’ αντάμα κι τα κηφάλια τ’ς χώρια τη φαίνουνταν...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1927
)
Του στ'χειό τ Παλιουκάτουν πουλέμαι μι του στ΄χειό9 τς Πινταιούς απάν' ς τ ράχ'. Το Παλιοκάτουνον είναι χωρίον της Δωρίδος όμορον προς την Πενταγιούν. Την ανωτέρω παράδοσιν μοι είπεν ο εκ Παλαιοκατούνου συμβολαιογράφος Γεώργ. Παπαζαχαρίου.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
Το Αρτοτινό, το Κριατσιώτικο και το Σουρουστιώτικο τα Στοιχειά ανταμώνοντα πάνω στη ράχη και παλεύουνε. Και τότε που παλεύουνε στα σύνορα, τότε ξεριζώνονται τα έλατα χωρίς αέρα. Αυτό έγινε στο Διακόπι(=τόπος).
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1927
)
Στοιχειό (το) νυκτερινόν φάντασμα.
Λάσκαρης, Ν.
(
1924
)
Άμα είναι γιρέτικη η καρυά τότι λένε στοιχειώνιτι είνι στοιχειωμένη. (γιράτικη= γηραλέα)
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1927
)
Στοιχειωμένη γουρούνα
Στου χουριό μας μπλατανιά βγαίν μια γρούνα μι τα γουρνούλα τς, έτς κι ς' του Τσατάυλακου, βγαίν νια άλλ γρούνα με τα γουρνόπλα τς, κι του άλλου μικρότερου έχ δγκο κεφάλια και δεν τρώει κανένα μόνον π σκιάζ τουν κόσμου μοναχά.
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1919
)
Ναι βουλά του στ’χειό τα Σέλιν’ς μι του μι του στ’χειό τα Ζμόκουβ τσακώθκαν ‘ς τα βνά τα Χουμίργιαν’ς για του νιρό. Τα Σέλιν’ς του στ’χειό ήταν σιρν’κό κι τα Ζμόκουβ ήταν θηλ’κό. Του θηλ’κό σκιάχκι, ιπειδή που ήταν θηλ’κό, μη του πάρ του σιρν’κό μι τα δύναμή τα, κι του είπι : έλα να σι ψειρίσου! Τότι του σιρν’κό γιλάσκι κ’έπισι ‘ς τμ πουδγιά τα κι του ψείρζι, αλλά κεί π ψειρίζουνταν, απουκ’μήθκι...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
Νια βουλά του στ'χειό τ Κριατσιού πολέμαι μι του στ'χειό τς Βουιτσάς 'ς τουν Αηθανάσ'. Κριάτσι είναι χωρίον της Δωρίδος και γειτονεύει προς την Βοιτσάν της Ναυπακτίας. Την ανωτέρω παράδοσιν ήκουσα παρά πολλών εν Κριατσίω.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
Το γιοφύρι της Μενίνας
Μεταβαίνιν εκ Παραμυθίας εις το χωρίον Μανίνα συναντά τις κατά την είσοδον τούτον κτίριόν τι περίεργον, όπερ αποτελείται εκ τεσσάρων γωνιών μόνον εις ύψος 2 μέτρων περίπου, εφ’αν στηρίζεται λίθινος θόλος. Τούτο παλαιόν έστι και θεωρείται ως το μέρος ένθα ετάφη μετά κυνός ο την γέφυραν της Μενίνας κατασρέψας. Πότε κατεστράφη η γέφυρα αύτη η μεγάλη και διατί, αγνοείται. Η παράδοσις διέσωσε μόνον ότι...
Παναγιωτίδης, Δ. Α.
(
1919
)
Θεριουλάκι , το θηρίον μικρόν, στοιχειό μικρό.
Χρηστοβασίλης, Χρ.
(
1925
)
Νια βουλά ‘ς του Βουτσιαίτκου του βνό ‘ς τγ κουρφή, ‘ςτ θέσ’ Σκανταλάκια πήι του Κουτιλστιάν’κου του στχειό κι του Βουτσιαίτκου κι πουλέμαγαν. Πουλέμσαν κι τα δύου, αλλά δε νίκ’σι του ένα τάλλου. Του Κουτιλστιάν’κου κιότιψι, κι πήι ‘ς ένα γέρου Κουτιλτσιάνου κι τ λέει : Να μ αηκούσης ότ σου ειπώ, κι αν δε μ αηκούης, του χουργιό σας θα καταστραφή, γιάτ πουλέμσα μι του στ’χειό τα Βουιτσάς κι κιντύνιψα...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση