Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 4841-4860 από 142579
Μέσα στο Βαθύ ήταν το Σπήλαιο των Νυμφών.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1956
)
Ήταν ένα νερό εδώ στο κέντρο του χωριού, το πηγάδι του Μουτσάφκο το μπουγάδι, πήγε μια γυναίκα νύχτα, ζύμωνε και πήγε να πάρη νερό, έβαλε το μπραγάτσι (= μπακιρένιο δοχείο με χερούλι) να γεμίση νερό γιατί είχε λίγο νερό. Όταν πήγε για να το πάρη προτού να φτάση στο πηγάδι είδε μια κοπέλλα με ξάπλωχτα μαλλιά, φοβήθηκε και γύρισε πίσω η γυναίκα γιατί ήταν νύχτα, περίμενε καμμιά ώρα και ξαναπήγε και...
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1975
)
Εάν η γρίνια και η αδιαθεσία συνεχίζετο και παρά τα γιατροσόφια η κατάστασις αντί να εβελτιούτο εχειροτέρευε, επίστευον ότι το παιδί δεν έπασχε από νόσημα της ανθρωπίνης αυτού φύσεως, αλλ’ ότι το επήραν οι ανεράϊδες και έλεγον ότι ομοιάζει προς τα «παρμένα της Φανερωμένης, διότι πλησίον Ι. Ναού εις το όνομα της Παναγίας της Φανερωμένης, όπου τα ρείθρα ξηροποτάμου, επιστεύετο ότι έβγαιναν οι ανεράϊδες...
Βήχος, Κωνσταντίνος
(
1960
)
Μια φορά ‘ρχόdανε ένας από το χωράφι κ’ εσκοτεινιάστηκε. Και πήγανε ‘ς το δρόμο οι διαόλοι να τον dαdάρουσι. Αυτός πήρε χαbάρι και bαίνει μέσα ‘ς το δισάκκι κ’ έπεσε πίμητα απάνω ‘ς το σωμάρι του γαδάρου. Επηγαίνανε οι σατανάδες και λέγανε: Τ’ απανωσόμαρό ‘ναι δω το κατωσόμαρό ‘ναι δω κι αδουρογκράχτης λείπει. κ’ εστρέφουdανε οι σατανάδες εκατό μέτρα πίσω για να τόνε βρούνε. Ώστε να γυρίσουνε οι σατανάδες...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1960
)
Στον Άη Γιάννη τον Θεολόγο είναι μια σπηλιά μεγάλη. Σπηλιά της Συκιάς γιατ’ είχε μια συκιά από πάνω. Οι παλαιοί ελέγανε πως βγαίνανε στη σπηλιά αυτή νεράϊδες. [Άη Γιάννης Θεολόγος= Ευρίσκεται εις το Ν.Δ. άκρον της νήσου]
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1959
)
Μια φορά ‘πήγαιν’ ένας Απεραθίτης σε δουλειά και τον ήπιασεν η βροχή στον Άη- Παντελεήμονα. Μέσα στην εκκλησία ήρθανε τρεις καλές τσουράδες κ’ εμπήκανε μέσα κ’ επιάσανε το χορό. Αυτός από το φόβο dου εμπήκε μέσα στο ιερό. Εκεί που ‘χορεύανε είπανε να πάνε να φέρουνε του τάδε το παιδί από τις Τρίποδες (χωρ.) και το έπαιζαν τόπι με τα χέρια dωνε. Έκραξεν ο πρώτος πετεινός κ’ είπαν ότι είναι κόκκινος....
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Οι τρεις κοπέλες
Στο Χατζηράδο κάποιος αλώνευε κριθάρ’ κι όταν βράδυασε κοιμήθ’κε στ’ αλών’.Τ’ νύχτα όμως ξύπνησε από βιολιά κ’ είδε τρεις όμορφες κοπέλες με λαμπερά φορέματα και χορεύαν. Τον βάλαν κι αυτόν να χορέψ’ μαζί τους. Από τότε φοβήθ’κε πολύ και δεν ξανακοιμήθ΄κε στ’ αλών’. [Χατζυράδο= Χωριό δίπλα στον Κτικάδο]
Φλωράκης, Αλέκος Ε.
(
1971
)
Μια γυναίκα υπήγαινε σ’ ένα μέρος κ εκεί που πήγαινε εύρε τες ξωτικές, οπού έφαγαν ψωμί και τες επλάκωσε και εκείνες την έδραν και της εσηκώθη ο νους. Και αυτή υπήγε με άλλην μια γυναίκα και άναψαν φωτιά και ύστερος άφησαν τρεις κουλουδρές και τις άλειψαν με μέλι και τες άφησαν εκεί. Ύστερος καθώς έφευγαν οι γυναίκες, οι ξωτικές έρρηχναν λιθάρια κάποιες τους, και εκείνη όπου ήταν άρρωστη εκαισιουλώθηκε...
Γόνιος, Α.
Ανεμοξουρές, οι. Έτσι ονομάζεται ο ανεμοστρόβιλος. Οι Ανεμοξουρές είναι νεράϊδες. Ότινος βρουν του αρπάζουν τα ρούχα του. Το μαντήλι της Βελούδως το πήραν από το κατωραχάκι και το ρίξανε στη λάκκα, κάτου. Που το βρήκαμε τόχανε ξεσκισμένο, ψίχαλα.
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Αμά το βράδυ μείνης μέχρις αργά έξω, θα ιδής τις Νεράϊδες, που βγαίνουν μέσα από τα καταπράσινα πυκνά δάση. Έχουν ξανθά μαλλιά είναι πολύ ωραίες και στήνουν χορό. Αν σε ξεγελάσουν και σένα και σε τραβήξουν στο χορό, σε παίρνουν μετά μαζί τους.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1964
)
Πιστεύεται ευρέως ότι υπάρχουν νεράϊδες. Μια γυναίκα η Δημητρούλα Καστρίσιου, γνωστή μου και σοβαρή γυναίκα, μου διηγήθη ότι ένα καλοκαίρι επήγαινε εις την σιδηροπηγή των Οχέλων μόνη της. Όταν περνούσε απ’ ένα ερημικό λαγκάδι με νερό, είδε μέσα στο νερό να στέκεται μία νέα γυναίκα, στα κάτασπρα ντυμένη και με πολύ άσπρα ποδάρια και να κρατή εις τα χέρια της ένα άσπρο μαντήλι κρεμασμένο προς τα κάτω....
Κασιμάτης, Ιωάννης Π.
(
1958
)
Αγγελούδες
Οι Αγγελούδες που τ΄όνομά τους θυμίζει την παιδοπνίχτρα «Γελλώ» των αρχαίων, φανερώνονται συνήθως το βράδυ, κάποτε όμως και τη μέρα, στα τρίστρατα, στα λαγκάδια και στις «Γελλιδοκαμάρες» και πειράζουν με κάθε τρόπο τοςυ περαστικούς. Τους χτυπούν, τους «κυλούν», τους «λωλαίνουν», τους περπατούν στα λαγκάδια, τους χορεύουν στ’ αλώνια και ότι άλλο. Αν βρουν μοναχό του βρέφος ασαράντιστο το παίρνουν κι...
Φλωράκης, Αλέκος Ε.
(
1971
)
Ο σεληνιασμός ή «γλυκύ» αποδίδεται σε δαιμονική πείραξη, καθώς και οι σπασμοί των βρεφών. Εδώ δυνάμεθα να κατατάξωμεν το εξής γεγονός. Μία γυναίκα στο Δρυμώνα έπαθε δερματικό νόσημα και έβγαλε το κουφάρι της σπυράκια, εξογκώματα, και μπλαβίλες. Επήγε σε πολλούς γιατρούς, αλλά κανείς δεν εγνώρισε την αρρώστεια της και κανένα φάρμακο που της έδωσαν δεν έκαμε τίποτε. Λένε ότι η γυναίκα αυτή εκεί που...
Κασιμάτης, Ιωάννης Π.
(
1958
)
Μια άλλη γριά από τους Βρακάδες επήγαινε να μαζεύγη ελιές στου Τραπάλου. Θα ‘τανε μεσάνυχτα που σηκώθηκε. Την πιάσανε στο δρόμο οι Καλομοίρες και πόθεκεν το φυλάκι (= σακκί από δέρμα) της εκειδά. Έπεσεν εκειδά και την άλλη ημέρα πήγανε και την ευρήκανε.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
Διηγούνται περί του αποθανόντος Τρ. ότι, από μικρό παιδί κοιμόταν πάντα έξω μοναχός. Εκεί οι νεράϊδες τον είχαν κάνει δικό τους και χόρευαν μαζί του στις ρεματιές. Τον είχαν μάθει να παίζη στη λύρα του διαβολικούς σκοπούς. Διαλεγόντουσαν λέει τα μεσάνυχτα στη ρεματιά καμμιά δεκαριά γυναίκες με πλεγμένα στεφάνια στα μαλλιά τους από κλάδους αμπελιού. Έστρωναν κάτω κι άλλα κλαδιά και πάνω σ’ αυτά έστηναν...
Βλάχος, Αναστάσιος Δ.
(
1953
)
Πρώτα φανερώνταν. Έχω να τ’ ακούσω. Δυό γειτόν’σες φωναχτήκαν να ζυμώσαν σύνταχα. Και πάει ξωτκιά και των φωνάζ’. «Ζήκου να ζμώσμε». Σκώνεται, ζμών, σα g ήταν γειτόνισσα τς. Πάει η ξωτκιά και παίρν’ την πινακωτή και τη gρεμνάει με τα ψωμιά. Κι ύστερα bήκε μέσα. Κι η ξωτκιά τς είπε: Πρόφτασες και σφάλ’σες. Κει που πήγαν τα ψωμιά θα πήγαινις κι εσύ. [Παραδόσεις Η]
Μέγας, Γ. Α.
(
1938
)
Εδώ στη βρύση κάποιος δικός μας (στη ποντικόφυση) βρήκε τρεις κοπέλλες που ήσαν Νεράϊδες, έβγαιναν κάθε βράδυ και πλένονταν. Είχαν πολλά ασεμικά πάνω τους. Μια ξέχασε ένα μαργαριτάρι, της το πήραν.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1975
)
Ανεραϊδες εβγαίνανε τη νύχτα στο Καταφύλι, είναι μια μεγάλη σπηλιά στο Κληματοβούνι (=συνοικισμός στην Τρυπητή).
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1959
)
Μια βολά μια καλομοίρα ήθελε (ν)α γεννήση κ’ ήρταν οι άλλες οι καλομοίρες ‘α πάρουν τη μαμμή το βράυ ά την παν’για (ν)α την ξεγεννήση. Οι καλομοίρες που πήαν ήτο σαν τις άλλες γεναίκες και χτυπούν την πόρταν της και της φώναξαν. Άνοιξε η μαμμή και της λέουν: Έλα ‘α ΄ρτης μαζί μας ‘α πα να ξεγεννήσης την αερφή μας. Εκίνησε η μαμμή και πάαινε μαζί των, αλλά ‘εν τις είχε γνωρίσει στο δρόμο της λέουν:...
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Ένα σκιό έβγαινε την νύκτα στη βρύση και ελούζετο. Το έβλεπε ένας κάθε βράδυ να λούζεται κατά τα μεσάνυχτα. Το σκιό αυτό εκρατούσε στα χέρια του ένα κατσαρόλι. Ο άνθρωπος, που το είδε, έφυγε και επήγε την ημέρα και επήρε το κατσαρόλι. Τότε το σκιό επήγε το άλλο βράδυ και του είπε να φέρης το κατσαρόλι, γιατί θα σε πνίξω. Έτσι ο άνθρωπος αυτός, μόλις εξημέρωσε, επήγε πάλιν κοντά στη βρύση το κατσαρόλι...
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1964
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση