Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 3101-3120 από 142579
Ένα παιδί ήταν στα χωράφια και έσκαβε. Επέρασαν οι κομιτατζίδες και το εσκότωσαν. Ύστερα το παιδί δεν ευρέθηκε κανείς να το θάψη και έγινε βαπίρι (βρυκόλακας)και εις το σημείον, όπου το έσφαξαν δεν άφινε άνθρωπον να περάση την νύκτα απ'εκεί, διότι τους έρριχνε πέτρες.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1964
)
Βόμπρας
Βόμπρας = τερατώδες τι όν κάτι σα Βρυκόλακας, αλλά μικρόσωμος. Φαίνεται απο τη φράση: "γίνηκε αυτό το πεδί Βόμπρας κι έφαι ούλα τ'αδέρφια τ'" Και λέγεται, όταν απο την οικογένεια (τέκνα) που έφτειασε ένα αντρόγυνο ένα μονάχα παιδί απομένει το πιο μικρόσωμο τ'άλλα πέθαναν ή χάθηκαν κατά έναν οποιονδήποτε τρόπο.
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Ατσουπάς, πληθ. ατσουπάδες=καταχανάς.
Κοπάσης, Α. Σ.
(
1921
)
Καταχανάς=βρυκόλαξ, άνθρωπος όστις αποθανών ανέζησε τη συνεργεία του Διαβόλου και εξερχόμενος του μνήματος προξενεί μεγάλας βλάβας εις τας επιζώντας. Συνήθως καίεται συλλαμβανόμενος εντός του τάφου κατά το βράδυ του Σαββάτου, οπότε δεν εξέρχεται του κρύπτου του αλλά και μόνον ο όνυξ του μικρού του δαχτύλου εάν μείνη άκαυστος αρκεί να τιμωρήση τους καύσαντας αυτόν.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1928
)
Περί βορδολάκων ή βρικολάκων ή στοιχειού
Γραία τις ως εξής μου εδιηγείτο τα πράγματα: "Παιδάτσι μου ‘γώ θυμούμαι να λένε στα χρόνια μου για πολλούς, που στοιχειώκανε τσαί δε στοιχειώνουνε ούλοι οι άνθρωποι, αλλά τσείνοι που πάνε ‘πο κακό θάνατο, όσοι πλίγουνται, όσοι πάνε ‘πο dουφέτσι (= αυτοκτονούν), όσοι βάζουνε σαυρτοφυλιά τσαί πλίγουνται, όσοι πέφτουνε ‘πο γρεμό κλπ. Στοιχειώνουνε τσαί τσείνοι που μόλις βγή ψυχή τους τύχη να τους πηδήση...
Δαλιάνης, Νικόλαος Κ.
(
1930
)
Φρονούσιν ότι, εήν άνθρωπος τις είναι πολύ αμρτωλός, ιδία δε όταν το σώμα μείνη άλυτον μετά τον θάνατον, η ψυχή του θα πλανάται επί της γής λαμβάνουσα μορφήν ανθρώπου τη ενεργεία του διαβόλου και βλάπτουσα παντοίως τους γνωστούς αυτώ, ιδία δε τους συγγενής. Τους αύλους τούτους ανθρώπους ονομάζει το πλήθος καταχανάδες εξώριζαν εις θήραν (Σαντορίνην)δια τρομερών εξορκισμών των ιερέων και τελείας καύσεως...
Άγνωστος συλλογέας
(
1919
)
Όταν πέθαινε ο άνθρωπος και είχε τίποτα πληγές στο σώμα και δεν τον ζιμάτιζαν με νερό όταν το έθαβαν έβγαινε βρυκόλακας. Στον τάφον τον άνοιγε μια τρύπα.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Ένας ήταν παντριμένος και έβγαινε κάθε βράδυ και πήγαινε στην γυναίκα του. Την έκαμε έγκυο. Της έφερνε ξύλα. Έπερνε αυτή και τα βόδια το βράδυ και πήγαιναν και έκοβαν ξύλα απο το δάσος. Εγέννησε και έκαμε βρικολακούλια. Μαζεύτηκαν ούλοι το Σάββατο και έβρασαν ένα καζάνι νερό και πήαγν και το ζιμάτισαν.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1965
)
Βρυκόλακες
Μπορούσε ένας να πεθάνη και να γίνη βαμπίρης (=βρυκόλαξ) δηλαδή εσηκωνότανε ο πεθαμένος από τον τάφο. Στο νεκρό προτού τον θάψουν πρέπει να τουρίξουν βραστό λάδι στον αφαλό. Αν δεν το κάμουν θα γενή βαμπίρης. Για να μη σηκωθή ο νεκρός από τον τάφο ως βαμπίρης (βρυκόλακας) παλαιότερα έσπερναν από την Εκκλησία που θα τον βγάλουν μέχρι τον τάφο κεχρί. Επίστευαν ότι εάν σηκωθή από τον τάφο θ’αρχίση να...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Κολοκεύτης, ο ή κωλοκεύτης. Συνών. Βρυκόλακας, βουρβούλακας.
Πουλάκης, Δημήτριος Γ.
(
1928
)
Μιάς γυναικός επέθανε ο άνδρας της. Έγινε βρυκόλακας. Επήγαινε όμως τακτικά εις την γυναίκα του και την άφησε μια φορά εις ενδιαφέρουσαν κατάστασιν. Όλοι την κατεδίωκαν και προσεβλήθη το χωριό. Την έβαλαν σε μαύρο γαιδούρι, την εγύρισαν σ'όλο το χωριό και την ερεζίλευσαν. Τότε της είπαν να τους αποδείξη ότι έρχεται ο άνδρας της. Τότε οι γυναίκες εφορούσαν μιαν κορδέλλαν στο κεφάλι. Της είπαν λοιπόν...
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1964
)
Βρικόλακες
Κάποτε βρικολάκιασεν ένας νεκρός και φύλαγε την θέσιν ''Στυλνάρι''προς το Σκαλοχώρι.
Μπέλλος, Αναστάσιος Ζήση
(
1962
)
Πιστεύουσιν ότι οι πλείστοι των νεκρών οι φαύλως ζήσαντες, ή οι αφορισθέντες υπό τινος ιερέως, ιδίως υπο επτά (επταπάπαδον καλούμενον) α)γίνονται Καταχανάδες. Πιστεύουσιν δηλ.ότι ευθύς μετά, τον χωρισμόν της ψυχής εκ του σώματος εισέρχεται, εν αυτώ πνεύμα πονηρόν, όπερ καταλαμβάνει την θέσιν της ψυχής και οικειοποιείται την μορφήν, είτα μετασχηματίζεται εις Καταχανά, ήτοι ανθρωποδαίμοναι. Τοιούτος...
Παπαδοπετράκης, Γρηγόριος
(
1888
)
Βρυκολάκοι
Λένε για τους πεθαμένους πως βρουκολακάζουν. Αυτοί που φονεύονται όξω απ, το χωριό και δεν τους θάφτει παπάς, δεν τους διαβάζει και τους πετάνε στα σκυλιά αυτοί βρουκολακιάζουν. Λένε πως παγαίνουν πίσω στους συγγενείς του οι βρουκολάκοι και τους πειράζουν, κι απ’αυτό βγήκε τη γενιά του τρώει αυτός. Ο βρουκόλακας βυζαίνει το αίμα απ’τα δάχτυλα, απ’τα χέρια κι απ’τα ποδάρια όλες τις μέρες. Μόνο το Σάββατο...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1927
)
σαρκκώννουμαι=ενσαρκούμαι, βρυκολακιάζω. Εν Κύπρω επικρατεί πρόληψις, ότι οι νεκροί, όταν δεν τύχωσι της νενομισμένης θρησκευτικής τελετής και των τελευταίων Χριστινιακών καθηκόντων, σαρκεύουνται και εμφανίζονται είς τίνας. Ως ο πεθαμμένος εσασκέθητσει.
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
(
1924
)
Ο Τόρας
Στο Βραχάσι, μικρή παιδί μου, ήτον ένας κακαθρωπισμένος, που τον ελέγανε τόρα. Ήκουγα το κι εγώ τοις μακαρίτισσας τοις μάννας μου, δεν το ‘φταξα. Κάθα που ‘θελα βραδιάσει, ήθελα σκωθή από το μνήμα ντου να πάη στα σπίθια των ανθρώπων να τως τα κάμη χουμά κουτάλια. Πρήμα δεν τως ήφηνε στον τόπο ντως. Όλα τως τα ‘βανε στη μέση. Ήθελε κείνος να κατεβή και στο χωριό μας, μα δεν τον εφήνανε τα ξωμονάστηρά...
Λιουδάκη, Μαρία
(
1937
)
Γκλόγκοβο
Το σλαβικό αυτό ΄πονομα, το φέρνει μια θέση στην περιφέρια του χωριού Σκληνιάσα. Εδώ, στη θέση τούτη, υπήρχε άλλοτες, καθώς η παράδοση αναφέρει χωριό, που καταστράφηκε απο χολέρα. Στα ερείπια, που σώζονται ακόμα, ακούγονται μικροσφυρίγματα και παράξενοι σβαρνιστοί αχοί. Λένε ότι οι αχοί και τα σουρίσματα προέρχονται απο μεγάλα φίδια, απο δράκια που φωλι΄παζουν στα ερείπια. Άλλοι λένε ότι οι βρυκολακιασμένες...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Οι βρυκόλακες ή βρουκόλακες
Μερικοί άνθρωποι βρουκολακιάζουν, δηλαδή μετά τον θάνατον των, κατά την δοξασίαν των ορεινών χωρικών της Ρούμελης, η ψυχή των μέν μεταβαίνει εις τον άλλον κόσμον, αλλά παραμένει και περιφέρεται ασκόπως εις τους γνωστούς των τόπους! Αυτό συμβαίνει εις εκείνους μόνον, οι οποίοι εκ διαφόρου αιτίας αποθανόντες εις ερημικόν μέρος, έμειναν άταφοι. Οι βρουκολακιάζοντες συνήθως εμφανίζονται υπο μορφήν φωσφορούχου...
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος
(
1953
)
Ο Καταχανάς Γιωργίτους
Μια φορά ήτονε ένας καταχανάς ο Γεωργίτους. Αυτός έβγαινε από τον τάφο κάθε βράδυ κι επήγαινε στα σπίθια και τους εσπούσε πιθάρια, βαρέλια, πιάτα, έχυνε το λάδι κι έπειτα έφευγε. Πήγαιναν κάθε μέρα και τον εύρισκαν στον τάφο και του χαλούσαν τα μουστάκια και του έπαιρναν το τσιμπούκι. Την άλλη μέρα πήγαιναν και ξανάβρισκαν τα μουστάκια στριμμένα και το τσιπούκι στο στόμα. Αυτό γινότανε μέχρις ότου...
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Σκάλα αλ Δημάκη
Η σκάλα του Δημάκη ανοίγεται σε Δραγοβιστινό βουνό. Λένε ότι ο προύχοντας Δημάκης περνώντας τη σκάλα, παραπάτησε κι έπεσε σε βυρό του Άσπρου. Ύστερ' απο μέρες, τον βρήκανε τούμπανο μισοφαγωμένο απο τις αλεπές, τους αγριόγατους και τα σκυλιά. Λένε, πως ακούγονται παράξενες φωνές γοερά κλάμματα, να βγαίνουν απ'το βυρό του ποταμιού. Ώ! Ω!λέλεεε.. όόό..όου...όου..Οι Δραγοβιστινοί ξηγώντας λένε πως σκούζει...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση