Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-2 από 2
Τούρκικον αίμαν έχ'
(1923)
κατάγεται εκ Τούρκων. Είναι σκληρός ως Τούρκος (Αρχ. Ιστορ. Λεξ. Εκ Πόντου). Η τετάρτη ότι η σκληρότης κυκλοφορεί εις το αίμα του Τούρκου και είναι νόσος κληρονομική, μεταδιδομένη από πατρός εις υιόν.
Τούρκος (παράγωγα) Τουρκοβούνι/ Τουρκί/ Τουρκοπαιδεύω/ Τουρκοφάγωτον/ Τουρκόφανα/ Τουρκοκαλόϊρους (Τουρκοκαλόγερος)/ Τουρκοκοτζαμπάσης/ Τουρκόγερος/ Τουρκοπόταμος/ Τουρκοεβραίος/ Τουρκοβασίλης/ Τουρκογιάννης/ Τουρκοδημήτρης/ Τουρκοπαναγής
(1923)
Τουρκοβούνι, όπως και τουρκί, κάθε άγριο βουνό. Τουρκοπαιδεύω, δηλ. Βασανίζω ως Τούρκος, λέγουν εν Σάμω. Τουρκοφάγωτον λέγεται το αυθαιρέτως καταληφθέν εν Πόντω. Τουρκόφανα λέγεται είδος αφάνας με τραχείας ακάνθας εν ...