Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 116
Πέντε μήνες, πέντε κόμποι, ένας μήνας, πέντε κόμποι
(1958)
Ο Απρίλης στην καλαμιά
Σαράντα φας, σαράντα πιης, σαράντα να φυτέψης
(1954)
Λέγουν ότι πιάνουν και τα σαράντα που θα φυτέψης (των Αγίων Σαράντα)...
Σου παν' πέντε – πέντε
(1953)
Η παροιμιώδης φράσις αναφέρεται εις ατόλμους και δειλούς ανθρώπους
Του πήγαν πέντε – πέντε
(1958)
Εννοεί πορδές, ριπτόμενες λόγω φόβου
Σαράντα φάε, σαράντα πιε, σαράντα δώσ' για την ψυχή σ'
(1953)
Το λέμε των Αγίων Σαράντα...
Πέντε μήνες ένας κόμπος πέντε κόμποι ένας μήνας
(1958)
Ερμηνεία: Επί των σπαρτών τα οποία αναπτύσσονται αποτόμως τον Μαρτιον
Πέντε μήνες, πέντε δράχτια πότε τάγνεσα η πλατώνα
(1958)
Η παροιμία λέγεται επί ακαμάτρας
Σαράντα φάε, σαράτνα πιες σαράντα δωσ' για την ψυχή σ'
(1958)
Στην εορτή των Αγίων Τεσσαράκοντα την λένε
Σαράντα φας, σαράντα πιείς, σαράτνα δωσ' για τη ψυχή σ', σαράντα δεντρα φύτεψε, να διής λεημοσύνη
(1956)
Σαράντα (άγιοι)...
Το έλεγαν των 40 Μαρτύρων, στις 9 Μαρτίου. Την μέρα κείνη ό,τι έδιναν ήτανε για την δική τους ψυχή, όχι των αποθαμένων, έκαμναν λουκουμάδες και μοίραζαν στους γειτονους, φίλους και συγγενείς...
Το έλεγαν των 40 Μαρτύρων, στις 9 Μαρτίου. Την μέρα κείνη ό,τι έδιναν ήτανε για την δική τους ψυχή, όχι των αποθαμένων, έκαμναν λουκουμάδες και μοίραζαν στους γειτονους, φίλους και συγγενείς...
Από σαράντα κάππες
(1958)
Κάππες φορούν πάντοτε οι τσοπάνηδες. Όταν δε ένα ζώο έχει αλλάξει σαράντα κάππες, δηλαδή σαράντα αφεντικά, ασφαλώς θα είναι παμπάλαιο...
Η ίδια παροιμία λέγεται και για τις πολυμεταχειρισμένες γυναίκες, που έχουν κατακλιθή ψηλά σε σαράντα κάππες...
Η ίδια παροιμία λέγεται και για τις πολυμεταχειρισμένες γυναίκες, που έχουν κατακλιθή ψηλά σε σαράντα κάππες...
Πέντε μέτρα κι ένα κόψε
(1959)
Πρίν κάμης μια εργασία να τη σκεφτής πολύ καλά. Πέντε φορές σκέψη και μια απόφασι. Το χάλασες το φόρεμα,διάστηκες. Δεν είπαμε : πέντε μέτρα κι ένα κόψε...
Η αλεπού σαράντα ένα, το αλεπάκι σαράντα δύο.
(1956)
Για τους νέους, που νομίζουν οτι ξεύρουν περισσότερα από τους μεγάλους
Σαράντα μέρες βοσκός, σαράντα μέρες τρελλός
(1951)
Εξ ού και : πελλοβοσκός [τρελλοβοσκός]
Το γρούζει γρούζει τέσσαρους και το μπελάζει πέντε και το γατί και το σκυλί μέρες εξηνταπέντε
(1952)
Το γουρούνι χρειάζεται τέσσερεις μήνες για να γεννήση, το αρνί πέντε μήνες και το γατί και σκυλί 65 μέρες...
Απόθ θέλει να πά στομ μύλον πέντε μήνες κοshινίζει
(1951)
Όποιος δεν θέλει να πάει στον μύλον πέντε μήνες κοσκινίζει...
Λέγεται δι εκείνους οι οποίοι μη θέλοντας να πράξουν τι, καταπιάνονται επί πολύ χρονοτριβούντες δια τα προκαταρκτικά...
Λέγεται δι εκείνους οι οποίοι μη θέλοντας να πράξουν τι, καταπιάνονται επί πολύ χρονοτριβούντες δια τα προκαταρκτικά...
Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος, πέντε φορές εχιόνισε και πάλε το μετάγνωσε πως δεν εματαχιόνισε
(1952)
Ερμηνεία: Πεντοδείλινος που σ' αναγκάζει να δειλινάς (να τρως τ' απόγιομα) πέντε φορές, επειδή μεγαλώνει η μέρα κι' ο κόσμος δουλεύει στον κάμπο...
Πέντε μήνες έξ αδράχτια πότε τ' άγνεσες γριά μου
(1954)
Λέγεται για τους τεμπέληδες. Κανονικά μιά γυναίκα μπορεί να γνέση πέντε αδράχτια την ημέρα όταν είναι φλόκος και ένα όταν είναι στιμόνι...
Ο Μάρτης πεντοδείλινος και πάλε δειλινάκης, πέντε φορές θα δειλινάς και πάλε, Γιάννη, θα πεινάς
(1952)
Ερμηνεία: Πεντοδειλινός που σ' αναγκάζει να δειλινάς (να τρως τ' απόγιομα) πέντε φορές, επειδή μεγαλώνει η μέρα κι' ο κόσμος δουλεύει στον κάμπο...
Κάλλιο μια γερόκοτα, πέρι πέντε πουλακίδες
(1959)
Ερμηνεία: Ενός γέρου η γνώση ισοδυναμεί με τις γνώσεις πέντε νέων. Άκουσε γέρου συμβουλή...
Απ'όν θέλει να πά στον μύλον πέντε μέρες κοσσινίζει
(1954)
Όποιος δεν θέλει να πάη στο μύλο πέντε μέρες κοσκινίζει...
Επί οκνηρών, οι οποίοι υπό το πρόσχημα διαφόρων εμποδίων αναβάλλουν διαρκώς...
Επί οκνηρών, οι οποίοι υπό το πρόσχημα διαφόρων εμποδίων αναβάλλουν διαρκώς...
Στις σαράντα του πιτσίτη δέξου άλλων μέσ' στο σπίτι
(1958)
Πιτσίτη = διαβολάνθρωπος
Όποιος βαριέται να ζυμώση, πέντε μέρες κοσινάει
(1953)
Επί προφάσεων όταν κανής δεν θέλει να κάνη μιά εργασία
Πέντε μοίραζαν τ' αβγό και δέκα τη σταφίδα
(1956)
Για τους πολύ φιλάργυρους
Κάλλια πέντε κάρβουνα, πέρι χίλια πρόβατα
(1953)
Καίτοι η παροιμία φαίνεται, ότι είναι υπερβολική, εν τούτοις εις εξαιρετικάς τινας στιγμάς η θέρμανσις προφυλάσσει τον άνθρωπον από βεβαίου θανάτου
Δυό το λάδι, τρεις το ξίδι, πέντε το λαδόξιδο
(1953)
Είναι μερικοί που εις τους λογαριασμούς του αφελούς πελάτου των αναγράφουν το αυτό κονδυλιον δύο φοράς, αλλά κατά διάφορον τρόπον, ώστε να μη περιπέση εις την αντίληψιν του πελάτου η άδικος ενέργειά των
Ηπήρανε πέντε στα μάτια τως
(1957)
Δηλαδή πεύτε δάχτυλα, που σχηματίζουν μούντζα
Πέντε μέτρα, μια κόψε
(1955)
Πρέπει καλώς να σκεπτώμεθα κι έπειτα να θέτωμεν σε εφαρμογή ένα σχεδιό μας
Πέντε μήνες εξ αδράχτια πότε τ' άγνεσα η καημένη!
(1954)
Ερμηνεία: Επί οκνηρών
Ο παπάς κ' η παπαδιά πέντε μήνες δυό παιδιά
(1958)
Ερμηνεία: Λέγεται γι΄αυτους που κάνουν πολλά παιδιά
Του ανδρώπου μιαν τζαί του γαδάρου πέντε
(1951)
Όταν τις δεν ακούη με την πρώτην φοράν που θα του ειπής κάτι
Έμεινε στις πέντε δρόμοι
(1956)
Άστεγος
Όποιος βαριέται να ζυμώση, πέντε ημέρες κοσκινάει
(1959)
Ο τεμπέλης αργεί στην ξεκούραστη δουλειά
Πέντε βόϊδα, τριά μουσκάρια
(1959)
Δε νογάει ούτε τόνομά του
Απόμνει στους πέντε δρόμους
(1956)
Τσ' άφησε στσί πέντε δρόμοι
(1957)
Απροστάτευτος δήλ. Και χωρίς περιουσία
Πέντε βούδια, δυο ζευγάρια
(1956)
Επί των ανίκανων να υπολογίσουν
Απού εθ θέλει να ζυμώση, πέντε μέρες κοσσινίζει
(1951)
Κοσσινίζω = κοσκινίζω
Πέντε βόϊδα δυό ζευγάρια
(1953)
Η παροιμία λέγεται επί τών παντελώς ανοήτων, τών μή αντιλαμβανομένων ουδέ τά απλούστερα φαινόμενα καί προβλήματα τής καθημερινής ζωής
Πέντε - δέκα στη σακκούλα καλώς σ΄ ηύρα γυναικούλα
(1953)
Λέγεται επ΄ εκείνων, οι οποίοι δεν παρατείνουν το ταξίδι των αλλά το συντομεύουν μη αποβλέπποντες εις πολλά πλούτη
Πέντε μέτρα, κ' ένα κόβε
(1952)
Άπον θέλει να πά στον μύλον πέντε μέρες κοshινίζει
(1956)
Λέγεται δι όσους ευρίσκουν συνεχώς προφάσεις δια να αποφύγουν την εκτέλεσιν έργου τινός
Πέντε βόδια δυό ζευγάρια
(1956)
Τι να κάνουν δυο αυγά στον άρρωστο και πέντε στη λεχώνα
(1953)
Εννοούν την θρεπτική αξία των αυγών
Πέντε βόδια ένα ζευγάρι
(1956)
Διά τής παροιμίας αυτής υπονοούνται οι κουτοί άνθρωποι
Πέντε βώδια – δυό ζευγάρια
(1958)
Παροιμία λεγομένη επί βλακείας
Απόν θέλει να πά στον μύλον πέντε μέρες κοσσινίζει
(1959)
Η παροιμία λέγεται όταν ένας άνθρωπος παραμελή από οκνηρίαν
Τον έκανε πέντε παραδιώ
(1956)
Ερμηνεία: Τον εξευτέλισε
Τη νύφη μας καθοδηγούσαμε, πέντε μύγες έπιανε
(1956)
Συμβουλεύουμε ένα, και αυτός εξακολουθεί τα ίδια χωρίς να δίνη προσοχή στις συμβουλές
Όποιος δε θέλει να ζυμώση, πέντε μήνες κοσκινίζει
(1956)
Όποιος δε θέλει να κάνη μια δουλειά, βρίσκει δικαιολογίες
Άπιαστα περδίκια, πέντε στον παρά
(1953)
Εις υποσχέσεις μη πραγματοποιήσιμους
Στά σαράντα του μεσίτη άλλος είναι μές στό σπίτι
(1959)
Δηλαδή άμα περάσουνε σαράντα μέρες από τον θάνατον τινός πααίνουνε και 'ς τσί δουλειές τωνε κι ό,τι κι άν είναι κάνουνε...
Σαράντα μέρες η νουρά του σκύλλου στο καμπουτιν τζι' εβκάλαν την τζι' εγίνητζεν κουλλούριν
(1951)
Σαράντα μέρες ηουρά του σκύλλου μέσα στο καλάμι, την βγάλανε, και ξανα τυλίχτηκε...
Λέγεται δι εκείνους οι οποίοι παραμένουν αδιόρθωτοι, κατόπιν συμβουλών και νουθεσιών...
Λέγεται δι εκείνους οι οποίοι παραμένουν αδιόρθωτοι, κατόπιν συμβουλών και νουθεσιών...
Σαράντα αγίοι ήτανε, κι' ο καθένας έκλαιε τον πόνο του
(1952)
Ίσως από τους αγίους Σαράντα (9 Μαρτίου)...
Σαράντα μύγες έκατσαν στον τσόκο του Κοράκη
(1958)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Του κυνηγού ο τέντζερες στις σαράντα μέρες μια φορά βράζει
(1956)
Σπάνιες είναι οι επιτυχίες του κυνηγού ή και του ψαρά
Σαράντα καλόγεροι, ο καθένας με τον πόνο τ'
(1956)
Ή Δώδέκα απόστολοι, ο καθένας με τον πόνο τ'. Κάθε άνθρωπος έχει το βάσανα του
Θέλει δέκα (παράδες) για ν' αρχίση και σαράντα για να σωπάση
(1956)
Για κείνους που για να μιλήσουν τους παρακαλούν και μια σαν αρχίσουν δε σωπαίνουν
Η καμήλα, ύστερ' από σαράντα χρόνια, εύρηκε το δίκιο της
(1952)
Κάτι ανέκδοτο κρύβεται εδώ. Η καμήλα είναι γνωστή για τη μνησικακία της
Σαράντα φορές να πουν ένα τρελλό, τρελλός γίνεται
(1956)
Όταν οι πολλοί άδικα πουν για ένα ότι έχει κάποιο ελάττωμα και ας μη το έχη, του το καθίζουν και του μένει
Σαράντα τ' μακαρίτη κι άλλον μέσ' το σπίτι
(1958)
Παροιμία που λέει η γυναίκα προς τον σύζυγον όταν εκείνος νομίζει πως θα της λείψη
Σαράντα φορές αν πης το νάθρωπο λωλλό (τρελλό) λωλλίζει
(1958)
Λέγεται δια τους ευκόλως πειθομένους ή κολακευομένους
Τ΄ είχες Γιάννη; τ΄ είχα πάντα και τα πρόβατα σαράντα
(1958)
Παροιμία καταδεικνύουσα αδιαφορίαν διά την προκοπήν μας και την βελτίωσιν της θέσεώς μας
Σαράντα μερών λοχού είδαν τα όρη και τρόμαξαν
(1958)
Από την εξάντλησιν που είχε
Στα είκοσι θα δουλέψης, στα τριάντα θα κάμης, στα σαράντα θα 'χης. Δε δούλεψες, δεν έκαμες, δεν έχεις
(1952)
Πύλαρος από τη συλλογή Μακρή. Στα είκοσι = χρόνια σου
Σ' τσου είκοσι τριαντάφυλλο και σ' τσου τριάντα ρόδο, και σ' τσού σαράντα χλιό νέρο, και σ' τσου πενήντα μπόρα
(1952)
Για την ηλικία της γυναίκας