Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 279
Η όρνιθα πίνε' νερό κι βλέπ' στον ουρανό
(1938)
Για παραδειγματισμό ευσεβείας κι ευγνωμοσύνη
Δουλεύει γιά τήν αεροπορία
(1939)
Υπηρετεί πρόσθετον θητείαν. Η φράσις έχει πιθανώς την αρχήν της από τους διενεργούμενους τότε εράνους υπέρ της αεροπορίας
Είναι από τούς αεροπόρους
(1939)
Δηλαδή, είναι βοηθητικός. Τους βοηθητικούς φαντάρους τους λένε αεροπόρους. Το ξέρουν κι οι ίδιοι. Ένας που τόν ρώτησαν τί είναι, απήντησε με χειρονομία, τινάζοντας σαν φτερά τα χέρια του.
Τ' άσπρο, μαύρο δεν ένεται
(1938)
Ένεται = γίνεται
Πώς πάν οι στραβοί στον Άδη; Ο ένας κοντά στον άλλο
(1936)
Για όσους είναι άβουλοι και κάνουν τυφλά ό,τι κι' οι άλλοι
Δέν είναι φαντάρος, είναι στρατιώτης!
(1939)
Όμοιον τω “δεν είναι Γιάννης, είναι Γιαννάκης
Δέν είναι Γιάννης, είναι Γιαννάκης
(1936)
Ειρωνικά, γιά όσους παίρνουν ως διαφορετικά τα όμοια
Σκοτώνει το θηρίο
(1939)
Καθαρίζει τ΄ αποχωρητήρια του Συντάγματος
Σκοτώνει τη Λερναία ύδρα
(1939)
Νηστικό αρκούδι, δε χορεύει
(1936)
Όποιους γουνέται πιδικλώνεται
(1938)
Γουνέται = βιάζεται
Όποιος βιάζεται, σκοντάβει
(1936)
Κάλλιο αργά, παρά ποτέ
(1936)
Οι Γιάννηδες
(1939)
Οι νεοσύλλεκτοι
Εβγήκε εφόδου
(1939)
Ερμηνεία: Βγήκε να κάνη έφοδο, αιφνιδιασμό. Για τους αξιωματικούς
Τα Γιαννάκια
(1939)
Οι νεοσύλλεκτοι
Όπως μαγειρέψης θα δειπνήσης
(1936)
Το κρυφό ένεται φανερό
(1938)
Εβάρησε Θοδώρα
(1939)
Δηλαδή εσάλπιγξε το εσπερινόν ανακλητικόν – Επιστροφή στη στρατώνα
Γίνηκε σκοινοκαθαρτήρας
(1939)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Εμπάτε σκύλλοι αλέσετε κι αλεστικά μη δώστε
(1936)
Για όσους νέμονται ανεξέλεγκτα ξένη περιουσία ή αρπάζουν κάτι εγκατελειμμένο
Πάμε προς ακροβολισμόν
(1939)
Πάμε ν' αποπατήσουμε από το σχετικό παράγγελμα των ασκήσεων μάχης, που τοποθετούνται σε απόσταση ο ένας απο τον άλλον
Το γαιδούρ' το φωνάζουν στ' χαρά για να φ' κανάη νερό
(1938)
Φ' κανάη = κουβαλά
Έφαε μια 'κοσάρα
(1939)
Ετιμωρήθηκε με 20 ημέρων φυλάκιση
Καθόσουνε στη θέση σου και μη φοβάσαι να σε σκώσουν
(1936)
Καθόσουνε = προστακτική
Η ανυπομονησία χαλνάει τσ' δ'λιές
(1938)
Τσ' δ'λιές = τις δουλειές
Το ήσυχο νερό τρυπάει το βουνό
(1936)
Η αξία της υπομονής και της αταραξίας
Άσε να το σφάξουμε κι' ύστερα το γδέρνουμε
(1936)
Ερμηνεία: Για 'κείνους που προεξοφλούν με τα λόγια μελλοντικά πράγματα
Το παίρνει για αγγαρεία [ή σαν αγγαρεία]
(1939)
Όπως οι αγγαρείες του στρατού πού τίς αποφεύγουν οι φαντάροι
Απ' τα πενήντα κι τουν ανήφουρου, κόπους κι πόνους
(1938)
Ανήφορου = κι' επάνω
Αγάλι' αγάλια φύτευε ο γεωργός τ' αμπέλι κι' αμπέλι κι' αγάλι' αγάλια γίνηκε η αγουρίδα μέλι
(1936)
Για την αξία της υπομονής και της ηρεμίας
Άγιασ' ο μαχαιροκλέφτης και πουλεί σκουρολεπίδες
(1936)
Ειρωνικά, για όσους τάχα απέβαλαν παλιά ελλατώματα
Πάει για την Καλλιόπη
(1939)
Ερμηνεία: Πάει να καθαρίση τ' αποχωρητήρια του Συντάγματος
Θα δης ξυστρί, που θα πάη καπνός
(1939)
Δηλαδή θα μας διώξουν
Η βιάση ψήνει τό ψωμί, μα δέν τό καλοψήνει
(1936)
Βιάση = βία (βιάζομαι)
Κανονική μεταβολή και δρόμο!
(1939)
Δηλαδή φύγε γρήγορα από δώ (επιτακτικά)
Η γάτα για το ψάρι επούλησε τ' αμπέλι της
(1936)
Όταν μια αδυναμία ή κλίσις, οδηγεί σε παράλογο πράξι. Η παροιμία έχει την αρχή της από μύθο, προφανώς
Μια μέτρια ζωή, αλλά καλή
(1938)
Μέτρια= λίγη, ένα μέτρο
Όξου κούκλα, μέσα πανούκλα
(1936)
Ερμηνεία: Όταν η εξωτερική εμφάνιση απατά. Λέγεται και για το χαρακτήρα και για την υγεία ή την καθαριότητα
Μικρός μεράς ανοίγ' ντρανό
(1938)
Γεράς = πληγή
Την άραξε
(1939)
Και καλά την άραξε
Εμαζεύτηκαν οι κάργες κι' έκαναν τον κούκο αφέντη
(1936)
Ειρωνικά, όταν ο εκλεγόμενος είναι της ίδιας ποιότητος με τους εκλέγοντας.
Βερισέ κανένας δέν δ' λεύει
(1938)
Βερισέ = βερεσέ, τζάμπα
Το αίμα νερό δεν ένεται
(1938)
Βάρδα από κουμπί
(1939)
Δηλαδή μην έχεις εμπιστοσύνη στο κουμπί
Ο καπετάν Εικοσάρας
(1939)
Τον λένε έτσι γιατί συνήθως τιμώρεί με εικοσαημέρους φυλακίσεις
Το στραβό ντέντρου μικρό πρέπ' να ισιαστή
(1938)
Ντεντρο = δένδρο
Θρέψε σκ΄λί να σι βαβίζη
(1938)
Βαβίζη = γαυγίζη
Δε σου δίνω, γριά, ψωμί. Βρέξε μου το στο ζουμί
(1936)
Για όσους έχουν απαιτήσεις εκεί όπου ούτε διάθεση περιποιήσεως υπάρχει
Ήτανε μικρό τ' αρνί κι είχε και πλατειά ουρά
(1936)
Όταν ζητάει η επιδεικνύει κανείς πράγματα ανώτερα της αξίας του
Έλα παππού, να σου δείξω τα πατρογονικά σου!
(1936)
Για όσους κάνουν τον έξυπνο μπροστά στους ειδικούς
Έκατσ' η πομπή στη στράτα κι' ανεγέλα τους διαβάτες
(1936)
Για όσους κατακρίνουν τα ξένα, ενώ οι ίδιοι είναι γεμάτοι ελαττώματα
Πως πάνε, κόρακα, τα παιδιά σου; Όσο πάνε, μαυρίζουνε
(1936)
Για τα παιδιά, ή τα έργα των κακών ανθρώπων
Το κρυγογάϊκο σκυλλί να φοβάσαι
(1936)
Κρυφοφάϊκο = που δαγκώνει κρυφά
Όσου γιράζ' ι άνθρωπους, πολλά μαθαίν'
(1938)
Γιράζ' = γεράζει
Σκουθήτε πιθαμέν' να σεβαν ζ'ντανοί
(1938)
Σεβαν = εισεβουν, μπουν
Βγήκε παραπονούμενος
(1939)
Ερμηνεία: Δηλαδή εζήτησε να παρουσιασθή αις την αναφοράν του λόχου και διετύπωσε τα παράπονα του
Αυτός είναι μια πειναλα!
(1939)
Για τους φαντάρους που τρώνε πολύ
Τα ρήχνει στο γάμο του Καραγκιόζη
(1939)
Δηλαδή κάνει κακή σκοποβολή, οι σφαίρες πάνε όπου όπου
Βαράει διάλυση
(1939)
Σαλπίζει διάλυση