Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 634
Ένας λουλός ρίχιν d' πέτρα μεσ' του πγιάδ' κι δέκα γνούσ'κοί δε μπουρούν να dη βγάλ'
(1876)
Ερμηνεία: Επί σφαλμάτων ενός, τα οποία πολλοί ύστερον εργαζόμενοι δεν ημπορούν να επανορθώσουν
Από του Σταυρού ίσα με τ' Άη Νικήτα έχ' η καλή (κακή) νοικοκυρά σύκα
(1876)
Ειρωνικός, 14/9 – 15/9 ή όλον τον χρόνον...
Αυτά τα λεν στο μύλο
(1879)
Ερμηνεία: Επί των ανωφελώς λεγόντων
Γερός (είναι) σαν τ' άλογο τ' Αλεξάνδρου
(1877)
Ερμηνεία: Απάντησις επί ερωτήσεως περί της υγείας ακούντος προσώπου, διαισθάνουσας ότι έχει καλής, ως τον περιοώνυμων Βουκέφαλον
Σαράντα φας, σαράντα πιης, σαράντα μετανώσης
(1876)
Την εορτή των αγίων 40 μαρτύρων, 9 Μαρτίου...
Από μικρόν ως μεγάλο
(1876)
Α' βάση 5, 9, 30, 2, 19...
Σαράντα φάει, σαράντα πιε, σαράντα δώσε για την ψυχή σου
(1877)
Ερμηνεία: Λέγεται εις τας 9 Μαρτίου, εορτήν των Τεσσαράκοντα μαρτύρων...
Εκ των αρχόντων η αναρχιά
(1876)
Ελιγώθα ας σογ γέλον
(1874)
Επέθανον εκ του γέλωτος
Άσπρα ειν, απ' ούλα είναι
(1876)
Άρχος ένας, και πολύ
(1876)
Είν' όλο μύτη και πορδή
(1876)
Άσπρος λόγγος, μαύρα γίδια
(1876)
Ατιμία, δεν είναι μια!
(1876)
Πού καλό σ' αρχόντου γνώμη
(1876)
Άσκοπος ο νους διπλός ο κόπος
(1879)
Ερμηνεία: Επί των ανοήτως πραττόντων
Άλλαις είν' η ατιμίαις
(1876)
Γή όρτσα, γή πόζα
(1876)
Άρατα θέματα, κουκκιά μαειρεμένα
(1876)
Άρρητα αθέμιτα
Οι ανθρώποι τσου εκάμανε τσου αρχόντους
(1876)
Οι ανθρώποι τσου εκάμανε τσου νόμους
Αρχοντιά και φόρτσα ψείραις
(1876)
Τη 'σε κατέστησεν άρχοντα!
(1876)
Αρχάρης, μαστροχαλαστής
(1876)
Που χαρά, σ' αρχόντου σπήτι
(1876)
Σχολάσατε και γνώτε
(1876)
Σχολάσατε ή γνωρίσατε το θέλημα του Θεού
Ο άσωτος υιός!
(1876)
Άδαρτος κλαίει
(1879)
Ερμηνεία: Επί των αδίκως παραπονουμένων
Γραφές μαζώνει
(1876)
Είναι ετοιμοθάνατος
Ζυάζ' από τις αλαφριές
(1876)
Αλαφροκρατεί
Ως πρόβατον επί σφαγήν
(1876)
Σ' ένακαζάνι βράζομεν
(1876)
Τσουκάλι
Κι' από νουν, του σαργού
(1876)
Έχει νουν κι' ανανού
(1876)
Ο αρρωστημένος είναι σαν το μωρό
(1876)
Παράξενος
Ένας, καένας!
(1876)
Αέρα βγάλλουν οι στεριές
(1876)
Στον ατζαμή πάει το χαρτι
(1876)
Ευχή γονέων στηρίζει οίκον
(1873)
Ας σήμ πείναν εμαγκρανιασα
(1874)
Ερμηνεία: Εμαράνθην
Λείπει το γνώθι σαυτόν
(1873)
Άσχημη γυναίκα μουμούτσι των παιδίωνε
(1876)
Μουμούτσι = σκιάχτρο
Ήβγεν ασπροπρόσωπος
(1876)
Ιστορ.
Α δεν ήβλεπε κι' ο Θεός!
(1876)
Α δεν ήτανε κι' ο Θεός!
(1876)
Α' δεν έχης γέρο, γόρασε
(1876)
Ο άρχων τσ' κόσμου τούτου
(1876)
Άρχος ένας, παει καλά
(1876)
Άσπρος σκύλος, μαύρος σκύλος
(1876)
Ασυναύλιαστος, λαγός καμπίσος
(1876)
Ερμηνεία: Μαγγούφης (δυστυχισμένος) άνθρωπος, άσμιχτος, αγριάνθρωπος
Κάνει σαν ασκί
(1876)
Δεν τον γράφω στην απαλάμη μου
(1873)
Ερμηνεία: εν ουδενί λόγω τίθημι
Δεν τον γράφω
(1873)
Ερμηνεία: εν ουδενί λόγω τίθημι
Αιτία και θάνατος
(1879)
Πριν πεινασης να ζυμώσης
(1873)
Λες λες και τίποτι δεν λες
(1876)
Αμάλαος κι' ασκόνιστος
(1876)
Άρχοντας λαού συνήχθησαν
(1876)
Αρχόντου χάϊδια αγγίστρια
(1876)
Τ' άσπρα πέρνουνε τα κάστρα
(1876)
Πέρνουνε = πολεμούνε
Άρχοντας, φωτιά αναμμένω
(1876)
Τ' άσπρα είν' που ζεστένανε
(1876)
Τ' άσπρα κατεβάζουν τ' άστρα
(1876)