Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-4 από 4
Κόβκει αγκούρες
Σημείωση: Αγκούρα = μεγενθυτικόν του αγκούριν
Ήρτεννά μας κόψη κάμποσες λουβάνες
Λουβανιτσής = ο καυχηματίας
Ούτ' ακρονκιά κλερονομιά, ούτε το φίτσ'ομ πάντα
Λέγεται διά το ευμετάβολον των ανθρωπίνων
Ο άρκος έφαεν τζ έβρασεν, ο φτωχός έφαεν τζ' ερίασεν, άρκος εποταξάρωσεν τζ' ο φτωχός έβρασεν
Ερμηνεία: Ο πλούσιος φαγών τα πολυποίκιλα φαγητά και πιών οινοπνευματώδες και άλλα θερμαντικά ποτά, εθερμάνθη. Ο πτωχός όμως φαγών το λιτόν φαγητόν του και μη πιών άλλο ειμήν ύδωρ μόνον, εκρύωσεν, αλλά κατόπιν που ήρχισε ...