Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 416
Χόrtο άjje potamό, ligo tiri, ce poddi orό
(1950)
Άjje = από, εξ
Pedia ce climata θeluci kanunimena sto spiti
(1950)
Νεοελληνική: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Tes krambe te nnee fitate, ce tes pale mi ttes sizi
(1950)
Νεοελληνική: Φύτεψε τα λάχανα τα καινούρια, τα παλιά μην τα ξεριζώσης
Sti mmattza ce sto plini annozijete i jineka
(1950)
Νεοελλ. Στη σκάφη και στο πλύσιμο γνωρίζεται η γυναίκα. Ιταλικ. Alla madia e al lavare si conosce la donna
Pedia ce ampela kratesotta essu
(1950)
Νεοελληνική: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Sti mmastra ce sto plima annorizete i jineka
(1950)
Νεοελλ. Στη σκάφη και στο πλύσιμο γνωρίζεται η γυναίκα. Ιταλικ. Alla madia e al lavare si conosce la donna
Afse jineka ce χαlαζi en ercete kalo
(1950)
Νεοελλ. Απ΄ τη γυναίκα και το χαλάζι δεν σου ΄ρχεται καλό. Ιταλ. Dalla donna e dalla grandine mai bene ti arriva
I pudda kάnni t' αguό ce o alestora karkaraϊ
(1950)
Από τους ελληνοφώνους της Bova Καλαβρίας. Αlestora=Αλέκτορας. Νεοελλ.: Η κόττα κάνει το αυγό και πετεινός κακαρίζει. Ιταλ.: La gallina da l' uovo e il gallo chioccia.
I όrnisa kάnni t' aguό ce o kaddo ikantali
(1950)
Από τους ελληνοφώνους του Zollino της Απουλίας. Kaddo= από το gallus. Νεοελλ.: Η κόττα κάνει το αυγό και πετεινός κακαρίζει. Ιταλ.: La gallina da l' uovo e il gallo chioccia.
Kαli jinekα 'em blevi ce 'e kkui
(1950)
Νεοελλ. Η καλή γυναίκα δεν έχει ούτε μάτια ούτε αυτιά. Ιταλ. La buona moglie non ha ne occhi ne orecchi
I glossa stea den exi ce stea klanni = Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει = La linqua ossa non ha e ossa rompe
(1950)
Από τους ελληνόφωνους της Βόνα Καλαβρίας
An din jineka ce αn do kykyddo δe ss΄ orkete mai kαlo
(1950)
Νεοελλ. Απ΄ τη γυναίκα και το χαλάζι δεν σου ΄ρχεται καλό. Ιταλ. Dalla donna e dalla grandine mai bene ti arriva. kykyddo=κούκουλλο
I glossa en exi steata ce stea iklanni = Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει = La linqua ossa non ha e ossa rompe
(1950)
Από τους ελληνόφωνους του Ζολλινο της Απουλίας
Peδία ce κλίmαtα θέlune filaksi sto spiti
(1952)
Ερμηνεία: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Sti skafiδa ce to pλisimo gnorijete i jineka
(1952)
Στή σκάφη και στό πλύσιμο γνωρίζεται η γυναίκα
Apo ζinekα ce apo χαlαζι δε s-orscete καlo
(1952)
Απ΄ τη γυναίκα και το χαλάζι δεν σούρχεται καλό
Xortαri tu Ραγαδiu, λίγο tiri ce poλί tiroγαla
(1952)
Χορτάρι του ποταμού, λίγο τυρί και πολύ τυρόγαλα
Τ' άσπρα κατεβάζουν d' άστρα
(1951)
Τα λεφτά κατεβάζουν τ' άστρα
Πιθαμός, γλιτουμός
(1959)
Τρώει τα σίδερα
(1957)
Είναι ασυγκράτητος
Με τρώει η ράχη μου!
(1957)
Θα φάω ξύλο
Τρώεται με τα ρούχα του
(1957)
Είναι μεμψίμοιρος
Μου φάενε τ' αφτιά μου
(1957)
Μετά φορτικότητος απαιτεί
Όποιος την έχει, δεν την χάνει, κι όποιος δεν την έχει, δεν την βρίσκει
(1953)
Εννοεί την ευγένειαν
Από Θεό και γείτονα δεν κρύβεσαι
(1952)
Πύλαρος, από τη συλλογή Μακρή
Τζιείνον πούσσιεν η 'ρκά στον νούν της, εθώρεν το όρομαν
(1954)
Κείνο πούχε η γρηά στο μυαλό της τόβλεπε στ΄όνειρό της. Ερμηνία : Δια τους αδημονούντας να εκτελέσουν κάτι
Δεν τρώει άχυουρα!
(1957)
Ερμηνεία: δεν είναι αμβλύνους
Κομ' είσαι μο του κού σου το χαπάχι
(1951)
Ακόμα είσαι με του κώλου σου το καπάκι. Είσαι μικρός ακόμα. Σαν να έχει σκέπασμα ο κώλος σου, προτού λειτουργήσει φυσιολογικά
Σ' Τσερετσής όϋπνος σως το μισημέρι βgαίνει
(1951)
Της Κυριακής ο ύπνος τ' όνειρο ως το μεσημέρι ξεδιαλύνει
Ήφαένε τα νύχια του να ...
(1957)
Κατέβαλε πολλάς προσπαθείας
Με τ' αρνιά κουρεύεται
(1959)
Κάνει συναναστροφή με ανθρώπους μικρότερούς του, που δεν του ταιριάζουν
Το κάμι η 'ναίκα καμναίνει την Τζερετσή
(1951)
Η κακιά γυναίκα δουλεύει την Κυριακή. Η κακή, η απρόκοφτη νοικοκυρά δουλεύει την Κυριακή, την ημέρα δηλαδή που είναι αμαρτία να δουλέψεις
Βίνεψεν gως
(1951)
Πέταξε κώλο. Έγινε αδιάντροπος, πήρε τον κατήφορο, έπεσε στη διαφθορά
Σου κου το κατζί 'τιν gρούς;
(1951)
Στου κώλου το λόγο βάνεις αυτί; Όταν κανείς δίνει σημασία σε λόγια ή σε βρισιές από πρόστυχους
Έχε καθάριο πρόσωπο για τσου καλούς γειτόνους
(1952)
Να είσαι ειλικρινής κ' ευγενικός στους καλούς σου γειτόνους
Ήφαένε τη τσεφαλή του
(1957)
Υπέστη ανεπανόρθωτον ζημίαν
Ένας κακός χρόνος περνάει, μα έναν κακό γείτονα δεν τονε ξεφορτώνεσαι
(1952)
Ιδιαίτερα στα σωριά, που τα σπίτια είναι πατρογωνικά
Αν έχ' η νύφη μας βήχα, ρωτάτε τσου γειτόνους
(1952)
Παλική, από τη συλλογή Λιβιεράτου
Πέ μου τόν φίλον σου νά σού πώ ποιός είσαι
(1954)
Ερμηνεία: διά τήν σημασίαν πού έχει η συναναστροφή επί τόν χαρακτήρα τού ανθρώπου
Ηύρ' από γόνους γόνατα
(1953)
Λέγεται επ' εκείνων, οίτινες κληρονομούν εκ συγγενών των μεγάλην περιουσίαν.
Τον έγδαρε με το στουρνάρι!
(1953)
Η παρομοιώδης φράσις έχει και μεταφορική σημασία, π. χ. Αν μου πέση στα χέρια μου ο αχάριστος, θα τον γδάρω με το στουνάρι. Εννοεί ότι θα τον πλέον σκληρόν τρόπον!
Κάλλι αργά παρά ποτέ
(1957)
Λέ τι δανdάρε τζό 'χω, χωρίζει μό τα ξεράδε τσαί τρώ' τα
(1951)
Λέει, δόντια δεν έχω, χωρίζει όμως τα ξερά και τα τρώει. Για κείνους που καμώνονται τον ανήμπορο, καταφέρνουν όμως μιά χαρά αυτό πού θέλουν. Πόντ. Δ.Π. 85: Δόντα 'κ' έχ' άμα κερέτζα μασά...
"Δείξε μου την συντροφιάν σου να σου πω την αδρωπιάν σου." "Δείξε μου τη συντροφιά σου να σου πω την ανθρωπιά σου."
(1954)
Διά την σημασίαν που έχει η συναναστροφή επί τον χαρακτήρα του ανθρώπου.
Πασχά εν' d' αμbέλι, πασχά εν' ο παχτσάς
(1951)
Πάσχα = αλλού
Σα dου bόϊ μ' βρήκα σα d gαρδιά μ' δε βρήκα
(1952)
Λέγεται για κείνους, οι οποίοι κρίνουν τα πράγματα υποκειμενικώς, δεν ευχαριστούνται είς την εργασίαν των άλλων
Κάθα άγιους κ' χάρη d' έχ'
(1959)
Ατσεί που τσύλιστης, 'γω τσυλίστα τσάφ 'bρό 'ς τ' εσένα 'φήκα τσαί ψύλλοι
(1951)
Εκεί που κυλίστηκες, εγώ κυλίστηκα πιο μπροστά από σένα, άφησα και ψύλλους
Το Γαλά 'ς τα πίσου τη μερά τα παίρνουνε
(1951)
Ερμηνεία: Το κάστρο από το πίσω μέρος το παίρνουν
Είσ' άν(d)ι Ακρούτ' , 'ς το κατζί τζο παίρεις
(1951)
Είσαι σαν Ακρούτης ' από λόγια δεν παίρνεις
Είπεν d' ο Μάρτης: 'γω το σόνι 'α νdα βgάω σου καμηλού το βράδι. Είπεν dι τσ' ο Απρίλ': 'γω πάλι 'α νdα λύσω σου τεγανού τ' άβι
(1951)
Ερμηνεία: Είπε ο Μάρτης: εγώ το χιόνι θα το βγάλω ως της καμήλας την ουρά. Είπε κι ο Απρίλης: εγώ πάλι θα το λιώσω στου τηγανιού το χερούλι, δηλαδή όσα χιόνια κι αν πέσουν το Μάρτη, ο Απρίλης, που φέρνει την άνοιξη, τα λιώνει
Το κόστσινό μου κοστσινίστη, κρέμασαν d' ατζά
(1951)
Το κόσκινό μου αποκοσκίνισε, το κρέμασαν εκεί πάνου. Όταν ένας γεράσει ή χάσει τη δύναμή του, οι άλλοι τον περιφρονούν. Πόντ. Α.Π. αρ. 767: Καινούργο μ' κοσκίν', που κρεμάνω σε; και σαν παλώντς παπού σύρω σε;
Κως του τζό ΄σει το σοικίκι μbαίνει σό π΄εζόν d΄ αμbάρι
(1951)
Το χοινίκι που δεν έχει πάτο, μπαίνει στ΄ αδιανό τ΄ αμπάρι. Τόλεγαν για τους γέρους ή για κείνους που έχαναν τη δύναμή τους και δεν λογαριάζονταν. Σοινίκι ήταν το ξύλινο δοχείο που μετρούσαν το στάρι. Έπαιρνε ως 6 οκάδες. ...
Θωρούν d' άσπρο το πρόβατο, λεν τι: η τσοιλία του 'έμει άλειμμα
(1951)
Βλέπουν τ' άσπρο το πρόβατο, λένε: η κοιλιά του είναι γεμάτη πάχος
Άσχημε, χρυσέ μου άντρα τι καλό θα πρωτοφάμε ...
(1958)
Οι άσχημοι συνήθως προσπαθούν να σαγηνεύσουν δια του πλούτου, της νοικοκυρωσύνης και της εργατικότητος
Ερκώθης που τον άρκονταν δήννει σε που την γλώσσαν
(1954)
Εχρεώθης απ' τον πλούσιο, σε δένει από την γλώσσα
Παίναε τον καλό, να γίνη καλύτερος παίναε τον κακό, να γίνη χειρότερος
(1952)
Επηρεασμένος από τη Βίβλο...
Παροιμ. 9, 8...
Παροιμ. 9, 8...
Τσ' εννιά του Μαρτιού, είτε σκύλος κούντουρος στ' αμπέλι
(1952)
Ερμηνεία: Στις 9 του Μάρτη είναι πια αναπτυγμένα τα μπουμπούκια τ' αμπελιού, και το παραμικρό πέρασμα τα βλάφτει, είτε= ούτε (πολύ συχνό στα κεφαλονίτικα), κούντουρος= με κομμένη ουρά...
Ευρήκες τον άγιον σου νάψης το τζερίν σου
(1956)
Δηλοί ότι πολλάκις καταφεύγομεν εις τα πλέον αναρμόδια πρόσωπα δια να επιτύχωμεν κάτι που επιθυμούμεν...
Ν. Γ. Κυριαζής, Κυπρ. Παροιμ., σελ. 11, λήμμα αγία, αρ. 9...
Ν. Γ. Κυριαζής, Κυπρ. Παροιμ., σελ. 11, λήμμα αγία, αρ. 9...
Ένα καί στόν αγκαθό καμένο
(1958)
Ο αγκαθός = γωνιά ψωμί, αγκωνή. Σάν τό ψωμί, πού καίεται στήν αγκωνή του. Μιά γυναίκα έψησε, έκανε 9-10 ψωμιά. Μιά γειτόνισσα έρριξε 1 δικό της ψωμί στό φούρνο. Εκείνη μέ τά 10 τά 'βγαλε εν τάξει. Εκείνη μέ τό 1 είπε: “Ένα καί στόν αγκαθό καμένο...
Εν τω ναώ εργάζεστε, εν τω ναώ τραφήσεστε
(1952)
Αργοστόλι. Φράση από τις επιστολές του Παύλου (Α' Κορινθ. 9, 13). Ερμηνεία: Όπου δουλεύει κανείς, εκεί έχει και το δικαίωμα να ζητή τη συντήρηση του...
Από τσ' Αγίας Άννας, αξαιν' η μέρα νιά γατοπατησιά
(1952)
Δηλαδή, από τις 9 Δεκεμβρ....
Αξαίνω (αυξάνω), μεγαλώνω...
Νιά = μιά (πολύ συνηθισμένο στην κεφαλονίτικη γλώσσα)...
Αξαίνω (αυξάνω), μεγαλώνω...
Νιά = μιά (πολύ συνηθισμένο στην κεφαλονίτικη γλώσσα)...
Σαράντα αγίοι ήτανε, κι' ο καθένας έκλαιε τον πόνο του
(1952)
Ίσως από τους αγίους Σαράντα (9 Μαρτίου)...
Ο ασόϊλος σοϊλης δεν γίνεται
(1959)
Λάθος γιατρού, θέλημα Θεού
(1956)
Μάρτης παλουκοκάφτης, Απρίλης τιναχτοκαλαθίτης
(1954)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Άπου έσσιει, έσσιει
(1951)
Δηλαδή νουν
Έφρασε στ' άστρο του
(1952)
Τ΄αγώγι ξυπνάει τον αγωγιάτη
(1954)
Εβγήκε ασπροπρόσωπος
(1955)
Ο Μάρτης να μη βρέξη κι' ο Απρίλης να μη ξεκουρασθή
(1956)
Ερμηνεία: Του Απρίλη η βροχή είναι ωφελιμώτατη στη γεωργία, και ο γεωργός θέλει όλος ο Απρίλης να βρέχη
Τ' 'ασπρα κατεβάζουν τ' άστρα
(1958)
Άπρα=τα χρήματα
Για το κορωνίν εμείναμεν άσποροι
(1953)
Διά μίαν μηδαμινήν λεπτομέρειαν, αποτυγχάνομεν. Να προσέχωμεν και τα ασήμαντα ακόμη σφάλματα
Αν δεν αστράψη δεν βροντά κι αν δεν βροντά δεν βρέχει
(1954)
Η παροιμία σημαίνει ότι πρέπει να προηγηθούν γεγονότα τινά ενδεικτικά του αναμενόμενου αποτελέσματος
Όποιος καή στο κουρκούτι φυσάει και το γιαούρτι
(1954)
Ερμηνεία: Η παροιμία δηλωτική των υπερβολικών προφυλάξεων και εκ των πλέον ακινδύνων μετά τι πάθημα
Ήβγ' ασπροπρόσωπος
(1957)
Ερμηνεία: Για κείνους που μ' εντιμότητα, αλλά και με επιτυχία διεκπεραιώνουν μια δουλειά
Είπεν ο γάαρος του πετεινού τζιεφάλα
(1951)
Είπε ο γάϊδαρος του πετεινού κεφάλα