Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 434
I pudda Kanni t' aguo, ce o alestora karkarai
(1939)
Η κόττα κάνει το αυγό και ο πετεινός κακαρίζει
Sti mmastza ce sto plima annoriddjete tin gjineka
(1939)
Στή σκάφη και στό πλήσιμο [sic] γνωρίζετε τή γυναίκα
Χόrtο άjje potamό, ligo tiri, ce poddi orό
(1939)
Άjje = έξι. Χορτάρι του ποταμιού, λίγο τυρί και πολύ τυρόγαλα
Τάγζι d' στραβή d' κουρούνα ν' ανοίξει τα μάτια τς, να βγάλ' τα θκά σ'
(1930)
Λέγεται περί αχάριστων, οι οποίοι εκακοποίησαν τους ευεργέτας των.
Το καρφί βγκάλλ(d)ει άλλ(d)ον γκαρφί
(1932)
Ο ασυμβίβαστος διορθώνεται με τη βία
Κατά κορμίμ μανίτζιν
(1931)
Ανάλογο δηλαδή προς ένα πράμα θάναι και το σχετικό του
Έσ΄ ο Θεός
(1930)
Δουλεμένο, ζηλεμένο
(1938)
Εκεί πού d' όνα πάει καί τάλλο
(1930)
D' όνα = είναι τό ένα...
Ένα μουζούρι αλάτσι έχουνε μαζί φαωμένο
(1938)
Είναι πολυ σχετικοί και φίλοι
Πε, πε, εν να το πη τζι ο κώλος σου
(1931)
Άμα ένα ευχάριστο για σένα πράμα, το λες και το ξαναλές απ' την χαρά σου
Μηάλην εμποτσά φάε και μηάλο λο μημ πης
(1930)
Ερμηνεία: Επί των υπερφρονούντων και εαυτούς βλαπτόντων
Μοναχός σου χόρευγε τσ' όσο θέλεις ππήα
(1934)
Μακράν των φθονερών ομμάτων των άλλων είναι τις ελεύθερος να συμπεριφέρεται ως θέλει
Αλεσματικά φουρνιάτικα του μυλώνα 'ν' η πίττα
(1938)
Το λέν όταν θέλουν να δείξουν πως πληρώσ' εδώ, πληρώσε εκεί, δε μένει στο νοικοκύρη τίποτα
Εδέβασεν α κά
(1939)
Το κατέβασε κάτω. Κατάντησε αδιάντροπος, ανυπόφορος, ασυμμάζευτος ̇ ή χρεωκόπησε
Μεγάλη μπουκιά να φάς, μα μεγάλο λόγο να μην πης
(1939)
Κάτι που το κατηγοράς μπορεί να το κάμης κι εσύ
Κείνους που θέλει του καλό μ', μι κάμιν' κι κλαίω, κι κείνους π' θέλ' το κακό μ', μι κάμιν΄και γελώ
(1938)
Συμβουλή των μεγαλυτέρων προς τους μικροτέρους
Ώσπου στέκει το πλάσμαν στέκει τζαι το κκισμέττιν του
(1931)
Δηλαδή όσο βαστάει ο άνθρωπος πρέπει να ελπίζη στην τύχη του
Κάμνει ο κλέφτης ταρασήν να φοηθή που χάση
(1931)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Άμον καμελί' ουράδ'
(1931)
Σαν γκαμήλας ουρά
Εύκου του ξένου κήπου ν΄ανθή ο δικός σου
(1938)
Ερμηνεία: Ότι θέλεις στον άλλον, θα βρης
Καλοφάωτα, μα κακοχώνευτα
(1938)
Το λεν όταν δανείζεται κάποιος, μα δε μπορεί να πληρώση
Γονικόν το παπαδίκι, σόϊ μ πάει το βασιλίκι
(1932)
Όταν ένας ακολουθή την εργασίαν του πατέρα του
Λύκος ξερόν παστηρμάδια με
(1938)
Λέγεται επί των λαιμάργων οίτινες καταβροχθίζουν παν αγαθόν που αποκτούς ημερησίως χωρίς να λογαριάσουν και την αύριον
Στο γέρικο άλογο όλες οι μύγες μονο μυρίζουνε
(1938)
Στο φτωχό και δυστυχισμένο τυχαίνουνε όλες οι δυστυχίες
Δέν βγαίνει απού τή μιά μυλόπετρα τ' αλεύρι
(1938)
Τ' ανδρόγυνο πρέπει νά είναι ομονημένο, γιά νά προοδέψη τό σπίτι
Να τ'ν ιθ'κη σ'τ' ν πηχ' δε μιτρούν
(1939)
Οι άλλοι διαφορετικά σε κρίνουν και όχι όπως εσύ κρίνεις τον εαυτό σου
Ο κώλος ο ξεβράκωτος είδε το βρακί και εχέστη
(1931)
Δηλαδή, ενώ προτύτερα δεν είχες τίποτα, τώρα που κάτι απόκτησες, νομίζεις πως έχεις του κόσμου τα βασίλεια
Χέμα φτύμμαν, χέμα κώλον;
(1931)
Μαζί καί φτύμα, μαζί καί κώλο; Γιά κείνους πού θέλουν νά τούς τά κάνης όλα έτοιμα, χωρίς νά κοπιάσουν τό παραμικρό αυτοί
Το αίμα νερό δε γίνεται κι ανέ γενή, δεν πίνεται
(1938)
Όσο και να μαλώσουν οι συγγενείς πάλι συγγενείς είναι
Μέγα μόνη φα' μέγα λόγος με λες
(1938)
Μέγα τεμάχιον φάγε, μεγάλο λόγο μη λέγης
Τρανόν βούκαν φα, και τρανόν λόγον μη λες
(1939)
Μεγάλη μπουκιά φάγε, και μεγάλο λόγο μη λες
Πήρενα λαγός το μπαΐρ
(1938)
Μπαΐρ = ύψωμα, λόφος
Να ΄ρκεσαι τσαί να μυρίζης
(1934)
Ερμηνεία: Προς τους καθιστώντας οχληράν την παρουσίαν των εις μίαν συναναστροφήν λόγω της συχνής και φορτικής επισκέψεώς των
Σέρνει ο Γιάννης τον Γιάννη κι η Γιάννενα το Γιάννη
(1938)
Οι όμοιοι κάνουν παρέα
Πετουν οι πέρτκες
(1938)
Δηλαδή, φεύγουν τα φελιά (το ψωμί)
Θάμασμα, μωρέ Μανώλ', δυό σταφύλια σ' ένα κλήμα!
(1937)
Η παροιμία αυτή λέγοταν ή με προσποιητό θαυμασμό ή ερωτηματικά, και αφορούσε τοις ανθρώποις οι οποίοι εκπλήττονταν με σύνηθη πράγματα
Θα d' ακούσ' και κουφός βασιλές
(1938)
Αυτό που έκαμες θα γίνη πασίγνωστον
Σαν d' γάτα με του σκύλου
(1938)
Όταν δυό άνθρωποι αλληλοϋποβλέποντο. Το περισσότερον ελέγετο δια τα παιδιά της αυτής οικογενείας
Όποιους θέλ' να κάν' dου καμ'λάρ' σύdκινου, πρέπ' ν' αψ'λώσ' d' πόρτα τ'
(1930)
Κάθε εργασία συνεπάγεται και υποχρεώσεις
Του γουρτζέλ' κι d' μύτη τ' να του κόψης, πάλι θα γουρνίξ'
(1938)
Γουρούνι
Τ' αγαπά καρδιά d' αθρώπου, το καλύτερο dου κόσμου
(1930)
Εκείνο που αγαπά η καρδιά του ανθρώπου είναι το καλύτερο
Άλλα d' άλλα κι η χαρβάλα με το 'άλα
(1934)
επί πλήρους ασυνεννοησίας
Dη ξέρου σα να d' γέννσα
(1930)
Την γνωρίζω τόσον καλά, όπως, εάν την είχα γεννήσει εγώ και αναθρέψει
Μικρό μικρό d' αλώνι σου, κι ας εί' μοναχικό σου
(1934)
Προτιμάται τι να είναι ατομικόν έστω και ολίγον
Τ'ν έχ' σ' κ'κιού d' gρέgα
(1937)
Δηλαδή δεν την εκτιμάει καθόλου
Άδειαζέ μ' d' γουνιά
(1936)
Την έλεγαν συνήθως στα παιδιά, όταν ήθελαν να τα διώξουν. Όταν επρόκειτο για μεγάλους, δεν το έλεγαν κατά πρόσωπο, αλλά σε τρίτους
Άστραψε και βρόντηξε
(1937)
Τα 'ικά σ' αμπέλια φράτσε τσ' απού τ' άλλα τι σε μέλλει;
(1935)
Λέγεται δια τους πολυπραγμονούντας περί των ξένων υποθέσεων
Ας αϊ Γιώργη το σουγκάτο (σφουγγάτο) παλαλού γιένεν (εκόστισε ακριβά)
(1937)
Επί των δαπανούντων πολλά ευτελή πράγματα
Παλαιά λόγια, Θεού λόγια
(1938)
Πάσα αρκή, δυσκολία
(1931)
Κάθε αρχή 'ναι δύσκολη
Πορδομηνύματα σκατομαντάτα
(1938)
Λείπει που τα ρούχα του
(1937)
Πατώ ποδάρι
(1930)
Επιμένω
Του πήρ' αρτσιβούρτσι
(1939)
Κάθ' αρχή κι δύσκουλ'
(1939)
Το αίμα νερό δε γίνεται
(1930)
Η συγγένεια δεν λησμονείται
Έχεις γρόσα έχεις γλώσσα
(1939)
Λογαριασμός αγιασμός
(1938)
Όταν γίνη ο λογαριασμός είσαι ήσυχος
Δανεικά τα παξιμάδια
(1937)
Ασκημοφόργιε και μην εργάς
(1930)
Εργώ = κρυώνω
Τ' άσπρα κατεβάζουν τ' άστρα
(1937)
Λογαριασμός είν' αγιασμός
(1937)
Γιέναν ταλάς μελίς
(1938)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Αργεί ο Θεός, σκάει ο φτωχός
(1930)
Αγέρα κοπανίζει
(1937)
Θέλεις άρρωστε, τσουβρά;
(1932)
Για εκείνους που ερωτούν άλλους αν θέλουν κάτι ενώ ξέρουν ότι το ποθούν
Πολλά μεγάλες τσι κόβγεις
(1937)
Ερμηνεία: Λες μεγάλα ψέματα
Κάθε πρώτο και δύσκολο
(1939)