Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-40 από 40
Μακρέα μαλλιά και νους κουτός
(1896)
Ερμηνεία: Επί γυναικός άφρονος
Πάγ΄ η τσίμπλα με τ΄ ομμάτια
(1874)
Ερμηνεία: Επί των αδεξίων
Εσύ παιδίν κ' έσουν παίδεμα έσουν
(1874)
Ερμηνεία: Επί δύστροπων τέκνων
Τήγ χολή σ άπς ς σόμ πιρνόν και την δουλειά σ μή αφήνεις 'ς σόμ πιρνον
(1874)
Την μέν χολήν άφες ες αύριον το δ' έργον (;)
Το σημερινόν τηγ χολή σ άψ ς σόμ πιρνόν και το σημερνόν την δουλειά σ μή αφήνεις 'ς σόμ πέρνόν
(1874)
Του μέν σήμερον θυμόν υπέρθου ες αύριον, το δέ σημερινόν έργον μή αναβάλης αύριο. Ερμηνεία: Π. Παραινούσα επέχειν μέν τον θυμόν, μή προϊέναι δέ τον καιρόν. άψ = άφες
Το σήμερον τήγ χολή σ αφς ς σόμ πιρνόν και την δουλειά σ' μή αφίνης 'ς σόμ περνόν
(1874)
Το σήμερνον τήγ χολή σ αφς, προφ αψ, σόμ... και το σημερνον την δουλειά ... = Του μέν σήμερον θυμόν υπέρθου ες αύριον, το δέ σημερινόν έργον μή αναβάλης αύριο. Ερμηνεία: Π. Παραινούσα επέχειν μέν τον θυμόν, μή προϊέναι δέ ...
Ελιγώθα ας σογ γέλον
(1874)
Επέθανον εκ του γέλωτος
Ας σήμ πείναν εμαγκρανιασα
(1874)
Ερμηνεία: Εμαράνθην
Ασεραντάριστος εθαρρείς
(1877)
Ωσάν νήπιον προς τους ποιούντας έργα νηπιακά
Λογαριασμός αγγασμός
(1874)
Η διεκπεραίωσις (εκρεμών) λογαριασμών αγία
Μη κλαις κεφάλιν ντ έπαθες, κλάψον ντο θια παθάνης
(1874)
Μη κλαίε εξ' οις έπαθες, κλαίαι εφ' οις πείσει
Ας σο μυτίν κι πιάσκεται
(1874)
Ουκ αίν νίψατο τις αυτόν της ρινός
Εσήν τη γην εσήβα
(1874)
Κατά της γης κατέδυν
Αι σον Άδην κάκαλα γυρεύει
(1874)
Από του Άδου πόσθην αιτεί. Ερμ. Επί των αδυνάτους αιτήσεις ποιουμένων
Αντ είσεν κι ο φτειριαρίτους
(1874)
Δηλαδή τουτί και ο φθειριών τ.έ. ο πτωχός είχεν. Ερμηνεία: Παροιμίαν ην λέγει πένητας περί πράγματος αυτού, μάλιστα δ' όταν χρήται τις αυτώ κακώς
Όποιος ολιγωρεί ν' αρχοντύνη συγερά την εφτωσίαν
(1874)
Ο σπεύδων πλουτείν συγγκράσκει τη πενία (ή πτωχεία)
Ας σον ουρανόν ντ' εγύρευα s σηγ γην ευρέθην
(1874)
Ότι τον ουρανόν (ή θεόν) κ'τούμην, τούτο επί γης εύρον. Ερμ. Επί ευτυχίας ευκτής μεν αλλ' απροσδόκιτή του
Ας σον Θεόν ντ' εγύρευα s σηγ γην ευρέθην
(1874)
Ότι τον ουρανόν (ή θεόν) κ'τούμην, τούτο επί γης εύρον. Ερμ. Επί ευτυχίας ευκτής μεν αλλ' απροσδόκιτή του
Το χέρι σ' έβαλες ς σο μελοκούτιν
(1874)
Την χείραν ενέβαλον εις κυτίον μέλιτος
Ίντσαν τρέχ σσην αρχοντίαν, συερά την εφτωχίαν
(1886)
Επί ανθρώπου ριψοκινδύνως αναλαμβανόντος επικερδή επιχείρησιν και κινδυνεύοντος ν' απολέση παν ό,τι έχει
Ας σο σιγηλόν το ποτάμιν να φογάσαι
(1874)
Σιγηλόν ή σιγηρόν. Τον γαλήνιον ποταμόν φοβού
Ας σο μυτίμ μ έρθεν
(1874)
Εξήλθε των ρινών μου
Ας σο ράμμαν ς 'σο βελόνιν
(1874)
Από της κλωστής μέχρι της βελόνης. Ερμηνεία: Σημαίνουσα λεπτομερής επί λεπτού
Απάν ώτ με αστράφτ και μη βρόντος
(1896)
Ερμηνεία: Επί αντικειμένου λίαν προσφιλούς
Ο λεϊλεάκον το στούδ ξαμόν κ' επεκώ βουκούται άτο
(1896)
Ερμηνεία: Παντός επιχειρήματος δέον να προηγήται ωρίμος σκέψις
Τα γένεια τ' στη χαμελέτεν έσπρυσαν
(1896)
Ερμηνεία: Επί γέροντος ουδεμίαν ικανότητα και εμπειρία έχοντος
Οπόταν ποις με κι αρρωστώ, τ' αρρωστικά σ κι θέλω
(1874)
Όταν παραίτιος γένη της αρρωστίας μου, ουκ αποδέχομαι την νοσηλείαν σου.
Κι γαμώ και τημ μάνναν αχτί
(1874)
Τομ ποπάν ερώσεσαν “μωρόν ιξέρεις και φωτίζεις;” Κ' εκείνος είπεν “Κι γαμώ και τημ μάνναν αχτί = Ιερείς ερωτηθείς ει οίδε βαπτίζειν νήπιον, απεκρίνατο “ουκ αν αυτήν και διακροτήσαι μι”
Ας σον ουρανόν [Θεόν] ντ' εγύρευα σ' σηγ γήν ευρέθην
(1874)
Ερμηνεία: Ότι τον ουρανόν [ή Θεόν] ήβρημην, του το επί γής εύρον
Η μάννα εν γλυκίν κρασίν έμνοσιον παξιμάντιν που πίνει άτο ξα κι μεθά που τρώγει α κι χορτάζει
(1874)
Η μήτηρ γλυκή έστιν οίνος, ηδίς διπυρίτης άρτος ο πίνων ο πίνων αυτού ουδόλως μεθύει, ο τρώγων ου κορέννυται
Ας σο χαλκόν ατς αφκά μυμύιας διαβαίνουνε υπό την χύτραν αυτής μυίαι διέρχονται
(1874)
Ερμηνεία: Επί των αμελών και οκνηρών γυναικών, αίτινες τιθέμεναι την χύτραν εγκαταλείπουσι του δε πυρός σβυσθέντος μυίαι διέρχονται υπ' αυτήν
Το καλόν ντ' εποίκες με εις σο μυτίμ μ' έγκες ατό
(1874)
Το καλόν (την ευεργεσίαν) ην εποίησας με, των ρινών μου εξήνεγκες (εξέβαλες). Ερμηνεία: Επί των μικρά μεν ωφελησάντων μείζω δε βλαψάντων
Εγώ ντ΄είχα επούλησα και άλλα ΄κι αγοράζω
(1874)
Εγώ α είχον επώλησα και άλλα ουκ αγοράζω
Οπόταν ποις με κι αρρωστώ, τ' αρρωστικά σ κι θέλω
(1874)
Όταν παραίτιος γένη της αρρωστίας μου, ουκ αποδέχομαι την νοσηλείαν σου.
Ας σο στούδιμ μ'΄εν ντο κι' αγαπεύουμαι
(1874)
Εκ του οστού μου το μη αγαπάσθαί με
Ας σογ κοντόν τον άνθρωπον να φογάσαι, όσο εν απάν τη γης, άλλο τόσον εν κι αφ' κάτ' η γης
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο ...