Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-100 από 140
Ζυμαρωμένος
(1877)
Ερμηνεία: Ο εν καλή καταστάσι ευρισκόμενος ο πλούσιος
Τουν έλουσα
(1893)
Ερμηνεία: Δηλαδή τον διόρθωσα, τον επέπληξα
Τουν έπιασ' η πουλια
(1893)
Ερμηνεία: Επί των εχόντων κατεστιγμένον το πρόσωπον
Γέλα με να σε γελώ, να περνούμε τον καιρό
(1879)
Ερμηνεία: Επί των συναπατωμένων
Το ολίγο μαραζώνει, το πολύ φουσκώνει, το δίκιο θεραπεύει
(1879)
Ερμηνεία: Παν μέτρον άριστον
Εσύ τα ξέρς, ιγώ τα ξέρου, τι θέλουμι να τα ειπούμι;
(1893)
Ερμηνεία: Λέγεται όταν συνδιαλεγόμενοι περί ανθρώπου ή πράγματος παύωνται λέγοντες και ταύτα του λόγου ουκ όντος ηδέος
Επήρε το κεφάλι του αέρα
(1877)
Ερμηνεία: Επί παρεκτραπέντος των καθηκόντων του
Τον έπιασ' η πουλια
(1893)
Ερμηνεία: Επί των κατεστιγμένον εχόντων το πρόσωπον
Αυτά τα λεν στο μύλο
(1879)
Ερμηνεία: Επί των ανωφελώς λεγόντων
Γερός (είναι) σαν τ' άλογο τ' Αλεξάνδρου
(1877)
Ερμηνεία: Απάντησις επί ερωτήσεως περί της υγείας ακούντος προσώπου, διαισθάνουσας ότι έχει καλής, ως τον περιοώνυμων Βουκέφαλον
Σαράντα φάει, σαράντα πιε, σαράντα δώσε για την ψυχή σου
(1877)
Ερμηνεία: Λέγεται εις τας 9 Μαρτίου, εορτήν των Τεσσαράκοντα μαρτύρων...
Άσκοπος ο νους διπλός ο κόπος
(1879)
Ερμηνεία: Επί των ανοήτως πραττόντων
Άδαρτος κλαίει
(1879)
Ερμηνεία: Επί των αδίκως παραπονουμένων
Κατόπιν εορτής
(1880)
Τουν άρρουστουν ρουτούν
(1893)
Ερμηνεία: Του δεόμενου δεν πρέπει να ερωτήση τις, ει δείται
Αέρα κοπανίζει
(1885)
Αέρα κοπανίζεις = αέρα δέρειν
Αιτία και θάνατος
(1879)
Αρχήσαμε τα σάλτα νάτα
(1880)
Επίδειξες είς βαθμόν τρέλλας
Άσπρος κάμπος μαύρ γίδια
(1880)
Δεν αξίζει ο κόπος
(1880)
Έπαθε του λιναριού τα πάθη
(1880)
Άσπρα γρόσια για μαύρες μέρες
(1879)
Ερμηνεία : Επί των δαπανούντων αφειδώς προς απαλλαγής κινδύνου
Μεροδούλι, μεροφάϊ
(1875)
Κακήν κακώς εχάθη
(1880)
Ερμηνεία: Κακό κακώς απώλετο, φράσις ισοδύναμος εις αρχαία
Το βιό στό βιό πάν'
(1882)
Καίει και δεν καπνίζει
(1880)
Ερμηνεία: Επί των πραττόντων ή ενεργούντων λεληθότης, ανεπαισθήτως
Σαν ορθή δαγκώνα αστακού
(1880)
Πάσα αρχή έχει και τέλος
(1880)
Βάλ' του ρίγανη να μη μυρίση
(1882)
Σαν η μύγα μες στο μέλι
(1875)
Από το κεφάλι βρωμάει
(1879)
Ερμηνεία: Επί προϊσταμένων διαγόντων
Μυαλό δεν έχει κουκούτσι
(1880)
Σκοινί και παλούκι
(1885)
Ερμηνεία: Εξώλης
Τον έκαμε απ' άσπρου
(1880)
Μωρέ μας έκαμαν ρόϊδο
(1880)
Φράση
Είνε νύχι καί κρέας
(1880)
Ένας Θεός το ξέρει
(1880)
Τον έφκιασε απ' άσπρου
(1880)
Ερμηνεία: ήγουν μηδαμηνόν, τιποτένιον
Σπαρταρώ από τα γέλοια
(1880)
Φράσις
Θα δώσουν και θα πάρουν
(1880)
Θα το ρίξω όξω
(1880)
Ως εδώ και μη παρέκει
(1880)
Φράσις
Σε γελάει το μάτι
(1884)
Ερμηνεία: Επί οπτικής απάτης
Θα ρήξω στ' αστρί
(1875)
Θα μαντέψω ως ο μάγος της Περσίας
Δαγκώνα ορθή σαν τ' αστακού
(1880)
Θα ρήξω στ' άστρι
(1879)
Αγιέρας τα πυρόνιασε
(1880)
Φράση
Παιδί πατρός
(1885)
Ερμηνεία: Του πατρός το παιδίον, φράσις παρομοιώδης δηλαδή εν τελώς όμοιον τω πατρί
Για έβγα, ήλιε, για να βγής
(1877)
Ερμηνεία: Ειρωνική κατά ασχήμων και δύο ειδών γυναικών, αίτινες νομιζωσιν εαυτάς ωραίας, έχει σε των αρχών εξ' άσματος, όπερ έχει ούτος: Για έβγα ήλιε για να βγώ, για λάμψε για να λάμψω, πολλές καρδιές να κάψω. Εσύ κι αν ...
Αυτά τα λέγουν στο μύλο
(1877)
Ερμηνεία: Επί λόγων μη αρεσκούντων και αναξίων προσοχής
Άλλοι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε Θεός κελεύει
(1893)
Ερμηνεία: Επί των παρά γνωμών γιγνομένων
Ου Θιός να σε φυλάη απού κενούργιουν άρχουντα και πλούσιον διακονάρη
(1893)
Ερμηνεία: Ότι οι νεόπλουτοι είναι σκληροί
Άσπαρτο κι αγέννητο, τ' όνομά του Γιάννης
(1879)
Εκ αννεάρητων
Για ζούμε για πεθαίνομε για σ' άλλον τόπο πούμε
(1877)
Ερμηνεία: Επί υποθέσεων μακροποροθέσμων, έχει την πηγή της εξ' άσματος, ου η αρχή: για φάτε, πιείτε, βρε παιδιά, χαρήτε να χαρούμε, τούτον τον χρόνον τον καλόν, τ' άλλον ο Θεός το ξέρει για ζούμε
Γιάννινα χωριό, Λάρ(ι)σσα κουτσοχώρι, Κόν – τσα κασαπάς
(1876)
Ερμηνεία: Λέγουσιν οι Κονιτσιώται κομπάζοντες ότι εισί κάτοικοι πόλεως
Πάσχα δω, Πάσχα κει, Πάσχα και στα Λέλοβα
(1876)
Ερμηνεία: Έλεγέ τις ανόητος, νομίζων ότι το Πάσχα εορτάζεται, έπειτα απορών λέγει, και εις τας Λέλοβα
Αντί να μας βάλουν κέρατα, μας έκοψαν και τ' αυτιά
(1879)
Ερμηνεία: Επί των περιττά αιτούντων
Η αρρώστια μπαίν' με το σακκί και βγαίν' με το βελόν'
(1882)
Ερμηνεία: Ορθοτάτη παρατήρησις γενομένη προς ασυνέτους και απειθείς νέους (βλ. και βγαίνω αρ. 21)
Αρχοντιά κ' η λάμπαις άδειαις
(1880)
Για τους φτωχοπερήφανους πυ θέλουν μεγαλεία και στερούνται το καθημερούσιο
Ας αστράφτει κι ας μη κόφτει
(1880)
Οι ζωντανοί με τους ζωντανούς, κ' οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους
(1877)
Ερμηνεία: Παρηγορητικώνς λεγομένη προς τους λυπουμένους διά τον θάνατον οικειακού ή συγγενούς
Απ' του βουβό του πουτάμι να φουβάσι
(1893)
Ερμηνεία: Πρέπει να φοβήται τις μάλλον τον σιγώντα ή τον βοώντα. Διότι ως ο μεν κροτών ποταμός ποιεί τινα προσεκτικόν, ο δ' ήσυχος απατην παρασύρει, ούτω ο βοών άνθρωπος ποιεί τινα να προφυλάσσηται, ο δε σιγών δύναται να βλάψη
Τρώγονται σαν τα κακά προγόνια
(1882)
Ερμηνεία: Εννοείται οίκοθεν ως ετεροπάτρια η ετερομήτρια εισίν ασυμβίβαστα...
Καλά νιάτα και κακά γηράματα
(1882)
Ερμηνεία: Επ' εκείνων, οίτινες νέοι όντες δεν φροτίζουνε δια το γήρας, αλλά την νεανικήν μόνον ευφυΐαν
Τα νερά κοιμούνται, οι οχτροί δεν κοιμούνται
(1882)
Ερμηνεία: Εννοείται ο εχθρός σκέπτεται, αγρυπνεί, πως να βλάψη
Πόθεν, που, πως και πόσα;
(1876)
Αχ τη Λειβαδιά, στη Θήσα, Θόδωρος, πεντακόσια
Το σημερινό μην αφήνεις για αύριο
(1882)
Ερμηνεία: Ου γάρ οίδα τι λέγεται η έπτουσα.
Απ' ένα αρνί θά βγάλης δυό τομάρια;
(1880)
Τό αδύνατον, τό ακατόρθωτον. Διά τούς απλείστους, πλεονέκτας
Βάλε κλειδί στη γλώσσα σου και χιόνι στην καρδιά σου και χαλεινό στο πείσμα
(1880)
Ομοία και του Λουκιανού τον δίστιχον
Απ' ένα αρνί θά βγάλης δυό προβιαίς;
(1880)
Τό αδύνατον, τό ακατόρθωτον. Διά τούς απλείστους, πλεονέκτας
Απ' του Νώι τουν κιρό κουβεντιάζς
(1893)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Έκαμε κ' η νοσσίδα φτερά
(1880)
Νοσσίδα = νεοσσίς, πολάκι, μικρό κοττόπουλο
Ου κόσμους τόχει άργανου κ' ημείς λιανή κουβέντα
(1893)
Ερμηνεία: Επί των κρύφα λεγόντων τι, ενώ είναι πασίγνωστον