Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-19 από 19
Είπεν ο γάαρος του πετεινού τζιεφάλα
(1951)
Είπε ο γάϊδαρος του πετεινού κεφάλα
Ο γάιδαρος ο κόντρης πριν να δή το σαμάρι κάθεται
(1951)
Λέγεται δι εκείνους οι οποίοι μόλις ευρεθούν προ υποχρεώσεων ή ευθυνών ζητούν με πάντα τρόπον την αποφυγήν των προτού να δοκιμάσουν τας δυνάμεις των
Απόν ημπορεί να δέρει τον γάαρον γέρνει το σάμαν
(1951)
Όποιος δεν μπορεί να δείρη τον γάϊδαρον δέρνει το σαμάρι
Αθ θέλη ο γείτος σου, παντρεύβκεις το παιδίσ σου
(1951)
Αν θέλη ο γείτονας σου παντρέβεις το παιδί σου
Πελλός τζ' άρκος κατά πον να του δόξει
(1951)
Ο μεν τρελλός μη λογαριάζοντας κανένα ένεκεν της μωρίας του ο δε άρχοντας δια των χρημάτων του
Τρελλός και άρχοντας όπως του έρθει κάμνει
(1951)
Ο μεν τρελλός μη λογαριάζοντας κανένα ένεκεν της μωρίας του ο δε άρχοντας δια των χρημάτων του
Ο γάαρος ο κόντρης πριν να δη το σάμαν κάθεται
(1951)
Λέγεται δι εκείνους οι οποίοι μόλις ευρεθούν προ υποχρεώσεων ή ευθυνών ζητούν με πάντα τρόπον την αποφυγήν των προτού να δοκιμάσουν τας δυνάμεις των
Τ' 'ασπρα κατεβάζουν τ' άστρα
(1951)
Ερμηνεία: Διά να δειχθή η μεγάλη δύναμις των χρημάτων διά των οποίων και αυτά τα άστρα δύνανται να κατέλθουν
Σαράντα μέρες βοσκός, σαράντα μέρες τρελλός
(1951)
Εξ ού και : πελλοβοσκός [τρελλοβοσκός]
Απού πίννει βερεσιέν μεθκ' α δκυό φορές
(1951)
Όποιος πίννει επί πιστώσει μεθά δυό φορές
Ντζίζεις μου με το βελόνιν, ντζίζω σου με το σακκοράφιν
(1951)
Μου εγγίζεις με το βελόνι σου εγγίζω με το σακκοράφι. Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι μεταχειρίζονται το ίδιον μέτρον
Πού τα πούτταρα ως τα μούνναρα
(1951)
Λέγεται δι' εκείνους οι οποίοι δεν καταλαβαίνουν τίποτα
Απόν είδεβ βούνα τζιαί καστρή είδεφ φούρνους τζ' εξιππάστην
(1951)
Όποιος δεν είδε βουνά κιαι κάστρα είδε τον φούρνον και εξιφνιαστη. Ερμηνεία: Η παροιμία λέγεται επί ενθουσιασμένων δια πράγματα ευτελή, επειδή δεν γνώριζαν ανώτερα και μεγαλύτερα
Αναφαντάρης τίτσιρος τσαγκάρης αλυπόλητος
(1951)
Υφαντής γυμνός, τσαγγάρης ξυπόλητος
Αμ' μέφ' φατσήσηςστ' ανώγλιον εθ' θωρείς το κατώφλιον
(1951)
Αν δεν κτυπήσης στ' ανώφλι δεν προσέχεις το κατώφλιο.
Ν' απλώνης τα πόδκια σου ως τζιεί που φτάννει το πάπλωμαν
(1951)
Να απλώνεις τα πόδια σου ως εκεί που φτάνει το πάπλωμα. Γνώριζε τας ίδιας σου δυνάμεις.
Χωρείς τοβ βούν τζι' ασπρίζει τζιαι χαρείς τζι εν σύλον μίλλαν
(1951)
Βλέπεις το βοϊδι κι ασπρίζει και θαρρείς πως όλο είναι πάχος
Μιάλον βούκκον βάλε τζιαι μιάλον λόον μεν πεις
(1951)
Μεγάλη μπουκιά βάλε στο στόμα σου μα μην πεις μεγάλο λόγο