Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-3 από 3
Στάζει στάζει, ίνεται λιμbλή.
(1951)
Στάζει, στάζει, γίνεται λίμνη
Οι νομάτοι ζένουν σάμου τρών dα σταφύλε, οι ναίτσες ζένουν σαμού 'θίζουν dα τζίτζιφα.
(1951)
Οι άντρες ανάβουν όταν τρώνε τα σταφύλια, οι γυναίκες ανάβουν όταν ανθίζουν τα τζίτζιφα.
Το σταφύλι, φότεζ εν' σταφύλι, γρεύει πενενdάβου τσαι φτάνει.
(1951)
Το σταφύλι που 'ναι σταφύλι, κοιτάζει το 'να τ' άλλο κι ωριμάζει.