Αναζήτηση
Αποτελέσματα 501-600 από 135781
Η καλορίζικια μάννα κάμνει πρώτα κόρη
(1958)
Όταν πρωτογεννηθή κορίτσι λέγουν την ανωτέρω
Ο λύκος στην αναμπαμπούλα χαίρεται
(1922)
Ερμηνεία: Επί των ωφελουμένων εν αναμάλοις καιροίς
Εσείς και μεσ' στο τσουκάλιν αν σας βάλουν μαζί, θα πεταχθή ο ένας όξω
(1876)
Τόσον αδιάλλακτοι και ασυμβίβαστοι είσθε
Το να τ' του χέρ' ήτνταν μέσ' του μέλ' τσι τ' άλλου μέσ' 'ςτου γάλα
(1901)
Από παραμύθι
Μ' έχει στο μάτι του παλούκι
(1909)
Με φθονεί
Ο λύκος στην ανεμοζάλη κάνει τη πρέα του
(1893)
Πρέα του = ζημίαν, καταστροφίν
Ένα παιδί, παιδί είναι;
(1937)
Δηλαδή ένα παιδί δέν είναι παιδί
(Εσύ μωρέ) γαμείς και δέρνεις και τον παρά τον παίρνεις
(1938)
Λέγεται επί παμπονήρου
Έχασε τα μάτια και γυρεύει τα φρύδια
(1888)
Ερμηνεία: Επί εκείνων οίτινες την μέν σημαντικήν ζημίαν παρορώσι επί την μικράν δε και ανάξιαν λόγου την προσοχήν αυτών εφιστώσι
Δεν έχουμι ψουμί να φάμι κι' θέλουμι κι ριπανάκια για τν όριξ
Ερμηνεία: Επί των ενδεών των επιθυμούντων επουσιωδών πραγμάτων
Το καθέσιμο τσαι τ' εσκώσιμον αυτ όποιος ου ξέρ, το χρόνο δυο σαλβάρα γραν
(1881)
Ερμηνεία: Επί των απερισκέπτως δαπανώντων και διά τούτο πλείονα του δέοντος ζημιουμένων
Άμα εν νοδκιές τα μηναλλάγια ο γρόνος εμ πίσω
(1945)
Αν ο καιρός κατά τα μερομήνια είναι με υγρασία η χρονιά προβλέπεται άσχημη
Εχ 'να κιφάλ, ένα Ερμεινιού αγάμος σαν
(1938)
Λέγεται δια τους χονδροκέφαλους
Τ' εκεινόν το κεφάλ να δεν κ' εξέρ και πάει η σογ γάμον να δεν τσι νύφες
(1896)
Ερμηνεία: Επί των αναρμοδίως επεμβαινόντων που
Έχασι κι τ' αυγά κι του καλάθ'
(1891)
Ερμηνεία: Φράσις λεγομένη επί των δειλών, οίτινες εν τη πρώτη προσβολή πτοούνται και δεν δύνανται ουδεμίαν ν' αρθρώσωσι λέξιν.
Μια φορά γελειέται η γριά στα σύκα
(1891)
Ερμηνεία: Οτι άπαξ απατηθέντες εις τι του λοίπου προφυλάττονται
Τα μυαλά σ' κι μια λίρα κι τ' μπουγιατζή η κουπανίδα
Για κείνους που μιλούν ανόητα ή ασύμφορα
Τα παλιά μπαλώνς, τ' ράματα χαλνάς
Όταν κανείς μάταια προσπαθή να διορθώσει τ' αδιόρθωτα και ξοδεύει άδικο κόπο
Ότ' πάρ' η νύφ' απ΄ τουν μπαστό
Ό,τι προλάβει και κάνει κανείς εγκαίρως του μένει
Εβανάνα τουν τρελλό να βγάλ' του φίδ' απού τ' τρύπα
Για τους ανοήτους, που καταπιάνονται με δουλιές ανώτερες από την ικανότητά τους
Δανείσετε χηράδες τω νιόπαντρω φιλί
(1928)
Να πούμε εγώ είμαι φτωχιά και σεις που είστε κάπως καλλίτεροι από μένα θέτε να σας βοηθώ, να σας οικονομώ κ.λ.π.
Αλί που το χ΄ η κούτρα του και κατεβάζ΄ ψείρες
(1894)
Ερμηνεία : Ο φύσει πουκρός άνθρωπος ανεπίδεκτος εστίν ορθής αγωγής. Οι αρχαίοι έλεγαν : φύσιν πουκράν μεταβαλείν ουράδεον
Ανεστεναζει ποντικός να περάσ' α' το μαντζέ τζη
(1928)
Αυτή τη φράση τη λένε για τους φτωχούς πως δηλαδή το κελάρι τους δεν έχει μέσα τίποτα να φάη αντί ένας ποντικός
Ο Θεός αργεί, αμά δεν λησμονεί
(1888)
Ερμηνεία: επί των αδίκων και κακών τιμωρουμένων διά τα έργα αυτών
Αν και καθήμενος, ορθά μίλησες
(1963)
Ερμηνεία: Αναγνώρισις ορθότητος λόγου
Βαρέα μη λεγνόντς, τζακούνταν τα μέσα σ
(1929)
Προς τον επιδεικνύοντα επιτετηδευμένους τρόπους λεπτότητος και πολιτισμού
Λιά, να έλεγεν η επόρεσεν
(1911)
Λαΐζνε με και λαΐσκουμαι
(1911)
Λαΐζω = κινώ
Άμα βρες hη τζιαί φυσά βορκάς πούλε σιτάριν τζιαί γόραζε βούδκια (ή ταρκά)
(1945)
Σπάνια βρέχει όταν φυσά βόρειος άνεμος. Αν συμβή το αντίθετο προβλέπεται πως ο χρόνος θα είναι ευνοϊκός για τη γεωργία και την κτηνοτροφία
Ο κλέφτης με τους όρκους και η πουτάνα με τα κλάυματα
(1959)
Χρησιμοποιούν ως μέσο για να αθωωθούν
Ο ξένος αναπεύει, μα δε θεραπεύει
(1952)
Ο ξένος βοηθάει λίγο, μα όχι ριζικά
Εσέν, κορτσόπο μ' λέγ ατο, εσύ νυφίτσ' άκουν α
(1874)
Σοι κόρη λέγω τούτο, συ δε νύμφη άκουσον
Ας με λένα σουμπασίνα κι' ας ψοφώ κι' απέ την πείνα
(1894)
Σημείωση: Σου - μπασής = τουρκική ο επί των υδάτων, ος ην άλλοτε μέγας και πολύς. Σουμπασίνα = η σύζυγός του
Θα κλαίη μάννα για παιδί και το παιδί για μάννα
(1894)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Βούλγαρος έρθεν κ' εδέβεν και σελαμετλίχ' κ' έδωκεν
(1929)
Βούλγαρος ήρθε και πέρασε και χαιρετισμό δεν έδωσε, δηλαδή δεν είπε “καλημέρα”
Βούκα και τούρκισμα
(1929)
Μπούκιά και αλλαξοπιστία.
Το καλό το πουλί από το βο μέσα κελαηδεί
(1938)
Κείνος που θα γίνει καλός, θα προκόψει, του φαίνεται από μικρός
Βερεσιάν κρασίν πού πίν' δύο φοράς μεθύ'
(1929)
Όποιος πίνει κρασί βερεσέ μεθά δύο φορές, δηλαδή μίαν φοράν όταν πίνη καί δευτέραν όταν πληρώση. Τραπεζούντα: ειρωνικώς επί της στενοχωρίας τού πίνοντος καί ευθυμούντος, όταν πρόκειται νά πληρώση τόν λογαριασμόν
Βασίλ', 'ς σα ξύλα, 'ς σό νερόν, Βασίλ', 'ς σή χαμαιλέτεν
(1929)
Βασίλη, 'ς τα ξύλα, 'ς το νερό, Βασίλη, 'ς το μύλο
Βολόν' να σόρτς αφκά 'κι ρούζ
(1929)
Βελόνα να ρίξης κάτω δεν πέφτει, Τραπ. Επί συρροής πολλών
Ο κοντός, γη φωνή γη ψωμί = Vir picolus, (plosus) aut fortis, aut bibidinosus
(1876)
Ο λάσιος ή ισχυρός ή λάγνος
Το κέρδος κι η ζημιά πάν' μαζί
(1876)
Συνοδοιπορούν, συγκατοικούν, συναυλίζονται
Ηύρες φαεί, φάε, ηύρες ξύλο, φύε
(1895)
Αποφευκτέα η κακή ομήγυρις και συνοδιά
Σε μία πάχνη δυό άτια δεν κάνε
Βλέπε αυτόθι Ομοίας: Σερβικήν
Ο λύκος στην ανεμοζάλη χαίρεται
(1937)
Οι κακοί παρουσιάζονται κι απολαμβάνουν μέσα στις αναμπουμπούλες
Όλοι ξέρουν ράβουν γούνες, μα τα μαλλιά μποδίζουν
(1884)
Συνοδεύεται από κείμενο......
Το καλόν πουλλίν απού τ' αβγόν κελαδεί'
(1881)
Ερμηνεία: Επί παιδίων παρεχόντων και εν αυτή τη μικρά ηλικία των δείγματα του ότι άνδρες ικανοί μέλλουσι να γίνωσι
Κάμε το καλό και ρίξε το στο γιαλό
(1958)
Λέγεται οσάκις νουθετούμεν τινά προς το καλόν έστω και αν δεν προβλέπει ανταπόδοσιν
Μια φορά γελειέται η γριά στα σύκα
(1894)
Ερμηνεία: Οτι άπαξ απατηθέντες εις τι του λοίπου προφυλάττονται
Θα το δής στην συκιά
(1963)
Τον παληότερο καιρό, κάπου κάπου δε ακόμη και σήμερα, οι γυναίκες μικρές – μεγάλες, δεν φορούσαν βρακί. Το καλοκαίρι που γίνονται τα σύκα και ανέβαιναν γυναίκες για να φάνε, όποιος τύχαινε από κάτω, έβλεπε ενδιαφέροντα ...
Πέρασα κοκκάνι
(1920)
Ερμηνεία: Ευχάριστα, λαμπρά
Λείπ' η κορφή κι' ο γύρος και τα τέσσερα λαγκιόλια
(1929)
Πρός τούς επιχειρούντας τών κατασκευών έργου τινός, χωρίς νά έχωσι τά απαιτούμενα υλικά
Εις αυτό κρέμεται ο Γαλατάς και η Πόλη
(1912)
Ερμηνεία: Δια πράγμα ή άνθρωπον εις τον οποίον έχει τις πάσαν την ελπίδα αυτού
Ένας νους τουν χειμώνα, (ή) για του καλουκαίρ;
Δικαιολογία για τη λησμοσύνη μας
Στις 'κοσιπέντε του Μαρτίου μηδέ σκύλος κούντουρος
(1876)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Έβαλαν του λύκου να φυλάξ' τα πρόβατα
(1893)
Ερμηνεία: Προς του διορίζοντας προς τήρησιν της τάξεως ανθρώπους κακούς
Και για το γινάτι dου ήβγαλε το μάτι dου
(1920)
Γινάτι=πείσμα
Βάλλει ο λύκος τη φωνή να φοβηθή που χάση
(1929)
Ερμηνεία: Επί της μεγαλοφώνου διαμαρτυρίας του ενόχου προς εκφοβισμόν του αδικηθέντος
Τά πουδουπάνια βιρισέ κί τά τσιρβούλια ξένα
Λέγεται για ανθρώπους πού δέν έχουν τίποτα δικό τους καί όλο μέ δάνεια περνούν. Το ίδιο: Με ξένα κόλβα μνημονεύισαι (Π.Π.)
Εκείνος πούσσει τα γένια, έσει και τα χτένια
(1930)
Επί των δια τας οικογενειακάς των ανάγκας μερμνώντων
Ο μάντης ρήας τζαν γενή, πάλε μαντιές μυρίζει
(1925)
Μάντης = ο αθίγγανος, ο εξασκών την μαντικήν