Αναζήτηση
Αποτελέσματα 5601-5700 από 5927
Ας είν' πολύ το γένος μου, κι' ας το μισάει ο κόσμος, πρώτα φυλάει ο Θεός και έπειτα ο νόμος
(1962)
Συλλογή Ι. Χρυσικοπούλου
Γυναίκα πότ' εζύμωσες τόσα καλά ψωμιά; Ετότες που δανείστηκα από τη γειτονιά
(1962)
Συλλογή Ι. Χρυσικοπούλου
Η καλή άτεκνη κάνει ή ένα ή καθόλου
(1963)
Δηλαδή, όταν έχη κανείς ένα παιδί, είναι σα να είναι άτεκνος
Άστραψε τσαί βρόντηξε τσαί δε βόρισε;
(1956)
Καθαρός νότος
Από το χέριν του χρουσό μήλον δεν παίρνεις
(1876)
Διότι βρωμάνθρωπος
Πήγα σπίτι της και δε μούδωσε πρόσωπο
(1956)
Με περιφρόνησε
Το στσυλί όσο να παχύνη, δεν τρώγεται
(1925)
Ερμηνεία: Επί παρεισάκτων
Τρέχα ΄ύρευγε και Νικολό καρτέρει
(1963)
Λέγεται, όταν η εκτέλεση μιας εργασίας, η πραγματοποίηση μιας υποσχέσεως μας φαίνεται πολύ μακρυνή
Της γειτόν'σσας η όρνιθα, κούρκα φαίνεται
Του άλλου τα πράγματα φαίνονται καλλίτερα από τα δικά του
Θα του φαν το στάρι
(1910)
Θα τον σκοτώσουν
Α στσυλλί το Δερμαν dου σερματίζει τα
(1951)
Ένα σκυλί το δέρμα του το σερνει
Νε σκόρδο έφαγε, νε σκορδίλα μρίζ
(1941)
Προσποιείται τελείαν άγνοιαν
Ο άdρας είν' αοραστής
(1963)
Απρίλης, Μάης, θέρος κοdεύγει
(1963)
Δηλαδή, πλησιάζει η ώρα ενός πράγματος
Άγουστε τραπεζοφόρε να 'σου δυό φορές το χρόνο
(1957)
ότι ο Αύγουστος φέρει πολλά εισοδήματα
Άσπρος πετεινός μαύρος νοικοκύρης
(1929)
Ερμηνεία: Λευκόν αλέκτορα δεν διατηρούν εν τη οικία από πρόληψιν
Αρρώστου μούρη φαίνεται και πινασμέν' αχείλη
(1938)
Η αρρώστεια και η πείνα είναι πράγματα που δεν κρύβονται. (Μεταφορ. για κάτι που προσπαθούμε άδικα να κρύψουμε)
Δε βγαίνει το πανί βρακί
(1938)
Όταν συλλογίζεται κανείς το αμφίβολλον αποτέλεσμα μιάς πράξεως
Άγιος Αντώνης
(1963)
Η μάνα μου ψωμιά πουλεί, η μάνα μου ψωμιά αοράζει
(1963)
Λέγεται για ανόητες και άσκοπες συναλλαγές
Μαύροι σκύλοι, άσπροι σκύλοι, όλοι οι σκύλοι μια ενιά
(1963)
Παραδείγματος χάρη: Αν ήτον οι βενιζελικοί στη gυβένησ' , ήθελε ναναι όλα καλύτερα
Αστραπές ακούς βροdες ακούς, στ' αβγά σου κάθου
(1963)
Λέγεται στην κλώσσα, όταν την καθίζουν να επωάση τ' αβγά. Ως παροιμία σήμαίνει ότι κι αν ακούς μηνα ανακατεύεσαι
Σε' άμο και σε ταξίδι μήτε λάδι μήτε ξείδι
(1963)
Δηλαδή, δεν πρέπει να δίνης συμβουλή σε ξένες υποθέσεις, συνηθέστερα χρησιμοποιείται κυριολεκτικώς
Σε' άμο και σε ταξίδι ούτε λάδι ούτε ξείδι
(1963)
Δηλαδή, δεν πρέπει να δίνης συμβουλή σε ξένες υποθέσεις, συνηθέστερα χρησιμοποιείται κυριολεκτικώς
Ο ράφτης χωρίς φόρεμα κι ο κτίστης δίχως σπίτι
(1959)
Οι επαγγελματίες κάμνωντας τις δουλειές των άλλων δεν τους μένει καιρός να κάμουν δια τον εαυτον τους
Απού τ' αγκάθι ρόδο βγαίνει, κι' από το ρόδ' αγκάθι
(1938)
Παιδιά καλών γονέων γίνονται κακά, και το αντίθετο
Το γράψιμο της Μοίρας
(1953)
Ερμηνεία: Στις 3 μέρες (από την γέννηση του παιδιού) θάρθουν οι Μοίρες να μοιράσουν το παιδί, σχετικώς λένε: “Ότι γράφει δεν ξεγράφει”
Ο Θεός άλλοι ηπλάσε gι' άλλοι ήκλασε
(1963)
Χαρακτηρίζει την μεταξύ των ανθρώπων ανισότητα
Παροιμία
(1963)
Η παληά κόττα έχει το ζουμί
(1937)
Να κουνώ το παιδί ναχω και κακιά gαρδιά;
(1963)
Λέγεται, όταν κάποιος προσφέρεται και μοχθή με προθυμία και όχι μόνο δεν αναγνωρίζεται η προσφορά του, αλλά και τον δυσαρεστουν
Αστραπές ακούς βροdες ακούς, στ' αβγά σου να κάθεσαι
(1963)
Λέγεται στην κλώσσα, όταν την καθίζουν να επωάση τ' αβγά. Ως παροιμία σήμαίνει ότι κι αν ακούς μηνα ανακατεύεσαι
Στον ατζαμή λαχαίνει το ψάρι
(1963)
Δηλαδή, τον αδέξιο ευνοεί η τύχη, αλλά δεν είναι ικανός να καρπωθή από αυτή
Που αδάρου κάμη χάρη, άδαρος λοάται πάλι
(1963)
Λέγεται σε περίπτωση αγνωμοσύνης δηλ. είναι ανόητος όποιος κάνει χάρη σε αγνώμονα
Άμα λείπ' ο κάτης α τη 'ωνιά, παίζουν οι ποdικοί τσ' αμάδες
(1963)
Αμάδες = παιχνίδι που παίζουν τα παιδιά και οι νέοι με στρογγυλές επίπεδες πέτρες
Όποιος δεν έχει 'έρο, ναοράζη
(1963)
Δηλαδή ο ηλικιωμένος είναι πολύτιμος για την πείρα του
Ήρτανε τα ταγούλια στη γειτονιά μας; Καρτέρα τα και στ γωνιά μας
(1941)
Επί γειτόνων στρατολογηθέντων, φορολογηθέντων ή νυμφευθέντων. Μετ' αυτούς έρχεται η σειρά μας
Άσπρος σκύλος στο παζάρι, είν' στο μπαμπακά ζαράρι
(1956)
Ερμηνεία: Η σύγκριση σε δύο όμοια πράγματα είναι ζημία
Άσωστο κ' απλέρωτο
(1956)
Όλο το ίδιο λέγει, και το ξαναλέγει
Αλλοί να τα πουλής αυτά (κι αλλού να μπαλουθής)
Ερμηνεία: Επί των αξαπατάν επί ζητουντων
Σαν πεινώ και δε νυστάζω όσο θέλεις σκέπασε με
(1902)
Ερμηνεία: Επί ανωφελούς προσπάθειας
Ανεκατωμένος ο ερχόμενος
(1949)
Κατά παρωδίαν του εγαγγελ. Ρητού: “Ευλογημένος ο ερχόμενος”
Αρρωστοφαγιά, κατεβασιά της πείνας
(1948)
Πείνα 111
Όποιος προσκυνα και κλάνει μόνο τσοι μετάνοιες χάνει
(1917)
Λέγεται επί των κολάκων, οίτινες κομπαστικώς εν τη Εκκλησία προσεύχονται
Πότε πίτα τσι λαδί πότε πίτα μοναχή
(1902)
Ερμηνεία: Επί των ολιγαρκών
Στου αρρώστου το προσκέφαλο πεθαμμένοι παραστέκουν
(1956)
Λέγουν όταν πέθνησκε ο γερός που περιποιούντανε τον άρρωστο κι ο άρρωστος γίνονταν καλά
Στου αρρώστου το κεφάλι πεθαμμένοι κάθουνταν
(1956)
Λίγες είναι οι ώρες του αρρώστου
Ο Θεός φτωχό ορφανό κάνει, άμοιρο δε κάνει
(1956)
Ο Θεός φροντίζει και για το ορφανό, θα το βοηθήση να μεγαλώση και γίνη καλός άνθρωπος
Δεν ρωτουν οι αγάδες τους γύφτους, όταν κάνουν το μπαϊράμη
(1889)
Ερμηνεία: Επί των εχόντων ελαχίστην αξίαν
Όποιος κάθηται στεριά και πέλαγα γυρεύγει, άνεμος 'ς τον κώλον του κουκκιά του μαγερεύγει
(1906)
Ερμηνεία: Διά τους μη ευχαριστημένους διά την θέσιν αυτών
Της Αγίας Μαρίνας τα σύκα, του Αη Λιά σταφύλι
(1910)
17 Ιουλίου.
Ερχόντανεν η λυγερή κι εγόρασε λανάρι
(1940)
Αρχόντηνε η λυγερή κι αγόρασε λανάρι (εργαλείο όπου ξαίνουν το μαλλί). Για τους φανταγμένους, που πάνε και παίρνουν πράματα άχρηστα, το λανάρι δεν το χρειάζεται κανείς κάθε μέρα – ο φανταγμένος νομίζει ότι αν το 'χει κι ...
Αγαπάει τα ξ'νόμ'λα
(1941)
Επί των φιλερώτων
Κατρήθκι απ' τα γέλια
(1941)
Επί ασυγκρατήτου γέλωτος
Λιγοθύμισ' απ' τα γέλια
(1941)
Είδα εγώ πολούς σπανούς, μα 'χανε που και τρίχα
(1892)
Ερμηνεία: Επί των μη εχόντων ούτε ιερόν ούτε όσιον
Είδα γω πολλούς σπανούς είχαν κάπου κάπου τρίχα
(1889)
Ερμηνεία: Επί των υπερβαινόντων το όριον και μέτρον επί των αδιακρίτων
Της πουτάνας ο κ ... δεν γερναει ποτέ
(1954)
Την αμεριμνησία της κοινής γυναικός την παρουσιάζουν με την [ανωτέρω] παροιμίαν
Το πονηρό πουλί πιάνεται από την μύτην
(1912)
Ερμηνεία: Δια τον νομίζοντα εαυτον ευφυή και εμπίπτοντα εις παγίδα τινα
Άσπρο είναι το χιόν' άμα το πατούνα ούλ'
(1936)
Ερμηνεία: Όλα τα καλά πράγματα δεν έχουν την αρμόζουσα σ' αυτά θέση
Ηβγήτσεν ασπροπρόσωπος
(1956)
Ερμηνεία : Απεδείχθη έντιμος
Κάθε αρχή έει τσαί τέλος
(1956)
Πέσ' αβγό να σπάης την πέτρα
(1957)
Αταίριαστο ζευγάρ', χέρσο χωράφ'
(1965)
Πόσο μεγάλο κακό κι ανώφελο είναι στο ανδρόγυνο η μη κατανόηση στον αγώνα της ζωής
Τ' άσπρα πρόβατα παντρεύουν κούτσουρα
(1965)
Για τη σημασία που έχει η προίκα
Η αρχοντιά μυρίζ' από μακρυά
(1965)
Στην ξερή πέτρα να πάη θα βγάλει νερό
(1889)
Ερμηνεία: Επί ικανοτάτων
Εξήντα στ' άλογο κι' ογδόντα ντο σαμάρι
(1889)
Ερμηνεία: Επί των διδόντων πλείονα εις τα μικρού λόγου άξια και τουναντίον
Ο Θεός πέμπει την αρρώστεια με το τσουβάλι, και με τη βελόνα τήνε παίρνει
(1938)
Η αρρώστεια έρχεται μαζεμένη, δηλ. απότομα, και σιγά-σιγά γίνεται ο άρρωστος καλά
Σαράντα τ' άλογο κ' εξήντα το σαμάρι
(1882)
Ερμηνεία: Επί δυσαναλόγων
Τα παλιά τα κονίσματα τα βάνουν 'ς τομ πάτο
(1893)
Ερμηνεία: Επί περιφρονουμένων γερόντων
Άσπρος σκύλλος μαύρος σκύλλος και όλ' οι σκύλλοι μια γενειά
(1896)
Ερμηνεία: Επί των εχόντων ομοίαν φύσιν