Αναζήτηση
Αποτελέσματα 241-250 από 3731
Λέει, μουνούχος είμαι, λέει πόσα παιδιά έχεις;
(1963)
Λέγεται, όταν κάποιος δεν πιστεύη ή δεν προσεχη τη δικαιολογία αρνήσεως ενός άλλου, παρά επιμένει στο αίτημά του//μουνούχος = ευνούχος
Μικρό bαιδί, μικρός καμός
(1963)
Λέγεται σε θάνατο μωρού
Όdεν ήπρεπε ('δα, λέει), δεν ήβρεχε gαι το Μά' εdροσολόα
(1963)
Λέγεται για κάτι, που γίνεται παράκερα
Βάνει κι' η αλεπου τον άdρα τζη με τσι πραματευτάδες
(1963)
Λέγεται, όταν συγκρίνη κανείς πρόσωπα ή πράγματα, που απέχουν πολύ μεταξύ των
Η πουτανιά, λέ', είν' εφτά λοιώ (ή: πολλώ λοιώ)
(1963)
Δηλαδή, πρόστυχη δεν είναι μόνο εκείνη, που έχει φίλους, αλλά και η σπάταλη, η γλωσσού, η ακατάστατη, η τεμπέλα κ.τ.λ.
Από σϊανό bοταμό μακρυά τα ρούχα σου
(1963)
Δηλαδή η εμφάνιση του ανθρώπου δεν είναι ασφαλές κριτήριο του χαρακτήρος του, συνεπώς πρέπει να είναι κανείς επιφυλακτικός. Σϊανό = σιγανό
Να τρώμε gαι να πίνωμε gαι τα bουκάκια μας να μάχουdαι
(1963)
Μάχουdαι = να μαλώνουν
Όπου πόρτα, πόρτα dου, κι' όπ' αυλή, δικιά dου
(1963)
Δικιά dου ή δική dου
Τω φρενίμω dα παιδιά πρι πεινασου μαερεύγου
(1963)
Λέγεται και για τους προμηθείς και για τους επιμηθείς, κυρίως δε συμβουλευτικώς