Αναζήτηση
Αποτελέσματα 431-440 από 506
Άς είχα τον άντρα μ' κι ας έμνεκαι ση κυρού μ
(1939)
Ειρωνικά για τις γυναίκες κυρίως, που τα θέλουν όλα δικά τους και γυρεύουν ολοένα πλεονεκτήματα και δικαιώματα, χωρίς καμμιάν υποχρέωση
Η κόρ' εγάπανεν τον χορόν και ηύρεν λιριτζήν άντραν
(1939)
Ανάλογο με την παροιμία: Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι του
Εθέλναν και τα λάχαν “πάτερ ημών”
(1939)
Για περιττή αταίριαστη πολυτέλεια σε πρόσωπα ή ζητήματα που δεν αξίζουν τον κόπο
Σπυρί – σπυρί (από στάρι) γεμίζει το σακκί
(1939)
Ανάλογο με το : Φασούλι με φασούλι, γεμίζει το σακκούλι
Μέ τ' έναν τσουπούχ' λαλεί όλες
(1939)
Μ' ένα ραβδί σαλαγάει όλους. Είναι αμερόληπτος καί δίκαιος
Νύχια 'κ' έχ' να τσαφίεται
(1939)
Δεν έχει νύχια να ξυστεί.-Δεν έχει από δικά του τα μέσα να τα βγάλει πέρα
Αμόν σαλλάχ αγγούρ
(1939)
Σα σποριασμένο χοντρό αγγούρι. Χοντρός μα χωρίς γερούς μυώνες και δύναμη. Σάπιος κι΄ασουλούπωτος
Εγώ ντο είχα επούλτσα – το και άλλο κι΄αγοράζω
(1939)
Εγώ ό,τι είχα το πούλησα και δεν αγοράζω πια τίποτε. Λέγεται με κάποια μελαγχολική διάθεση από ηλικιωμένους, που είδαν κι΄επέρασαν πολλά και δεν τους έμεινε πια περιθώριο για απολαύσεις στη ζωή. Επίσης και ειρωνικά στους ...
Ασ' σόν γιό μ' τον Γιάννεν ενεράστα και τον Α-Γιάννεν
(1939)
Ενεράστα = συχάθηκα
Εθέλεσεν κ' επέθανεν την γην χαράν εποίκεν
(1939)
Θέλησε και πέθανε, έκανε χαρά του τη γη