Αναζήτηση
Αποτελέσματα 861-870 από 995
Κουρκούτιασε το μυαλό του
(1938)
Κουρκούτιασε = κουρκούτι
Ποπόνι δεν είναι να μυριστής τον κώλο του
(1938)
Δηλαδή δεν μπορείς να καταλάβης έναν άνθρωπο, έτσι που τον βλέπεις
Ζυγιάζει τοις μύγιας το κνισάρι
(1938)
Είναι πολύ τσιγκούνης
Απόψε με τον κυρ βορριά στο δώμα κι αύριο με τον άγγουρο στο στρώμα
(1938)
Βλ. διηγ. 1161
Κάμανε καματεροί για τον ακαμάτευτο
(1938)
Δούλεψαν οι εργατικοί και τα κληρονόμησεν ο τεμπέλης, καματεροί=εργατικοί, ακαμάτευτο=τεμπέλης
Κριθάρι γερό θέριζε και στάρι παλληκάρι και την ταγή μελίχλωρη να σου γνωρίζη χάρη
(1938)
Μελίχλωρος = όχι πολύ ξηρός, νάη και λίγη χλωράδα
Η όρνιθα σκαλίζοντας, βγάζει τα μάτια της
(1938)
Όταν λεη κάποιος σε άλλο κάτι κι αυτός για εκδίκηση του βγάζει τ' άπλυτα στη φόρα
Ξένο βιός σε χαροκόπου χέρια
(1938)
Το λεν όταν σπαταλά κάποιος ξένη περιουσία, που βρήκε από κληρονομιά