Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1311-1320 από 1441
Μη μας πολυψηλώνεσαι γιατί ψηλός δεν είσαι, και το χωριό σου 'ναι κοντά, κατέμε σε ποιός είσαι
(1920)
Πολυψηλώνεσαι = επαίρομαι, το παίρνω επάνω μου πολύ ψηλά
Απ' ακοής αλέθ' ο μύλος
(1920)
Η φήμη κάνει τον άνθρωπον ξακουσμένον. Έστω π.χ. Ότι είναι ένας καθηγητής σ' ένα σκολειό, εσωσένε μιά φορά να βγάλη όνομα καλό, ότι Δηλαδή: είναι καλός καθηγητής, έτσι πια θα πάη το βίος του, Δηλαδή: από τον ένα στον άλλο ...
Ο παπάς όποιον βλέπει, εκείνο θυμιάζει
(1920)
Παραδείγματος χάρη: θένε δύο μαθηταί να πάνε πεσκέσι σε ένα δάσκαλο και ντρεπούdενε και ο πατέρας των λέγει: Πάαινέ το, βρε Γιώργη, συ, μα ο παπάς όγοιο βλέπει, εκείνο θυμιάζει.
Το Σαββάτο είναι βοργιάς, Δευτέρα κερατάς
(1920)
Δηλαδή, ο σαββατιανός βοργιάς δεν βαστά πολύν καιρόν, παρά πέφτει (ή αλλοιώς μαϊνάρει) μέχρι της Δευτέρας, εάν όμως δεν μαϊνάρει τη Δευτέρα, τότε θα βαστάξη πολύν καιρό
Βασιλικιά διαταγή και τα σκυλιά δεμένα
(1920)
Δηλαδή, τι να κάνω αφού ο ανώτερος με διατάζει; και να μην είναι καλό εκείνο που με διατάζει είμαι υποχρεωμένος να το κάμω
Αγρόν ηγόρασα
(1920)
Δεν με μέλλει, π.χ. “Μωρέ με βρίζανε, με φοβερίζανε, χίλια – δύο μου κάνανε, άλλα εγώ αγρόν ηγόρασα” (Δηλαδή: Πεντάρα δεν έδινα, ήτοι δεν έδινα σημασία)
Τον αραbά μου κοιτάζω
(1920)
Τη δουλειά μου κοιτάζω. Κοίταξε τον αραbά σου και άφησέ μας ήσυχους. Τράβα τον αραbά σου = πήγαινε στη δουλειά σου