Αναζήτηση
Αποτελέσματα 171-180 από 844
Φορεί του μαργιόλου τα ρούχα
(1892)
Masiκolo (ιταλική) = πονηρός
Εξεκούνησ' η μασσέλα του
(1892)
Ερμηνεία: Εις δήλωσιν φιλαργυρίας
Κουζουλός παπάς σ' εβάφτιζε και δε σ' εκουτσοκεφάλιζε
(1892)
Ερμηνεία: Ελεεινολογητική φράση επί των λεγόντων άτοπα
Πέρνει μυρωδιά σαν το γάτη
(1892)
Ερμηνεία: Εκ μεταφοράς από των γαλών, εχουσών οξυτάτην την όσφρησιν
Εβγήκι από τη μύτη μου
(1892)
Ερμηνεία: Φέρεται όταν διαδέχηται την ευνοϊκήν περίστασιν δυσμενής
Που ξυρίζεσαι;
(1892)
Ερμηνεία: Απευθύνεται προς τον απρεπής συμπεριφερόμενον. Είναι δ' άνθρωπος και ξυρίζεται εις το κουρείον, η ζώον και κείρεται υπό των βοσκών
Την έκαμε μπρίκι
(1892)
Ερμηνεία: Έκαμε την κοιλίαν του δοχείον οίνου – εμέθυσε
Πολλοί να σου ζηλέψουνε και λίγοι να σου μοιάσουνε
(1892)
Ερμηνεία: Ειρωνικώς προς τους στερουμένους επιζήλων προσόντων
Έπαθε των παθών του τον τάραχο
(1892)
Ερμηνεία: Φέρεται όταν υφίσταται τις πολλά προς ένα σκοπόν
Από την πείνα γυρεύει μαρεύτα
(1892)
Σημείωση: Merenda = δειλινόν, εκ του merendare = τρώγω το δειλινόν αλλ' η πείνα ετέθη αντί του πτωχός