Αναζήτηση
Αποτελέσματα 31-40 από 404
Σου λείπ' μάννα, δε σου λείπ' λαγγιόλ'
(1953)
Μάνα (η) = τεμάχιον υφάσματος, όπερ κατά τήν κατασκευήν των μαλλίνων εγχωρίων φορεμάτων χρησιμοποιείται εις τό μέρος τό προσαρμοζόμενον κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης. Τά εκατέρωθεν τής μάννας τμήματα τού φορέματος ...
Όπου κι αν πας η οκά τετρακόσια δράμια έχει
(1953)
Αι αυταί δυσκολίαι είναι παντού μόνον η συνεχής και κανονική εργασία απομακρύνει τας δυσκολίας της ζωής
Όχι όπως ήξερες νύφη, μόν' όπως ηύρες
(1953)
Ο άνθρωπος όταν ευρεθή προ νέου περιβάλλοντος πρέπει να αλλάζη τρόπους και συμπεριφοράν και να προσαρμόζεται με τας νέας κοινωνικάς απαιτήσεις
Όπθε νά τόν πιάκ'ς λερώνεσαι
(1953)
Την φράσιν αυτήν λέγουν δι' ένα πού γέμει ανομημάτων καί κακιών
Κάηκε το Κεράσοβο
(1953)
Ερμηνεία: Με αυτήν την φράσιν υπενθυμίζουν τον καρυφαίον της τραπέζης να πάρη την λάγηνον με το κρασί αφού πίη να την δώση και εις τους άλλους
Ξεπερδίκωσε
(1953)
Δια της αποκαταστάσεως των τέκνων του απηλλάγη των καθημερινών φροντίδων και αγώνων δια την διατροφήν των
Όποιος κρυφά παντρεύεται, φανερά πομπεύεται
(1953)
Λέγεται τότε, όταν τις κάμνη εν κρυπτώ μίαν πράξιν, ήτις λόγω της φύσεως αυτής, πρόκειται να γίνη γνωστή. Πολλάκις η πράξις αύτη έχει δυσμενή επακόλουθα και τότε λέγεται η παροιμία
Μας μπήκε στ'ς μύτες
(1953)
Μας ενοχλεί και μας ερεθίζει
Μ' έχ' καρφί
(1953)
Με θεωρεί εχθρόν επικίνδυνον
Πάει ο καιρός πόδεναν τα σλιά με τα λουκάν΄κα
(1953)
Ερμηνεία: Στην έλλειψη και στην ακρίβεια λέγουν αυτήν την παροιμίαν, ενθυμούμενοι μιά παλιότερη ζωή που όλα ήσαν άφθονα και φθηνά