Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-60 από 67
Ο κάλτς τον κάλ καραπέτ εκούυζεν
(1918)
Ο σκλεπέας τον σκλεπέαν καρκαπούτς λέει. Ο κασσίδης τον κασσίδη κασσιδιάρι εφώναζε, κούζω εκ του αρχαίου κοκκύζω, φωνάζω, λαλώ, προσκαλώ και επί του αλέκτορος φωνώ. Λάλτς αντί κάλης, περσ. ψωραλέος, φαλακρός, καρκαπέτ ...
Ο 'κοχλόν εξέβεν ασσό τσεπλν ατ' κ' είπεν “φτού! Και μέρ έμνε!
(1918)
Το σαλιγκάρι βγήκε από το καβούκι του και είπε “ φτου! Που ήμουν!” Επί των περιφρονούντων τους οικείους η την πατρίδα, διότι ανήλον εις υψηλοτέραν περιωπήν
Σσή γεράν απάν φου' σκαλίδαν
(1918)
Απάνω 'ς την πληγήν φούσκα. Γερά ή, τουρκ. Φου' σκαλίδα ή, ή εκ του εγκαύματος φλύκταινα του δέρματος. Κακόν επί κακού
Κι θέλω να φιλώ σε κ' ερωτώ σε, το μάγλο σ' μέρκαινα εν;
(1918)
Δεν θέλω να σε φιλώ και σε ερωτώ που κοντά ακριβώς (μέρκαινα) είναι το μάγουλό σου
Έδωκα σε πρόσωπον, θέλτς και τ' αστάρ
(1918)
Σου δωσα πρόσωπο, θέλεις και τ'αστάρι
Τα καφούλα πα έχνε ωτία
(1916)
Και οι θάμνοι έχουν αφτιά. Ότι και η κοινή: Και οι τοίχοι έχουν αφτιά.
Δουλειάν εύρες; άφς και φύγον. Φαείν εύρες; κάθκα και φά
(1918)
Βρήκες δουλειά; άφησε και φύγε. Βρήκες φαγεί; κάθησε και φάγε
Ασσ' ωβόν μαλλίν αχπάν
(1916)
Από το αβγό βγάζει μαλλί.Αχπάνω, ξεριζώνω, εκ του εκ σπώ.
Άμον την κάταν εφτά 'χία 'ε'χ
(1918)
Σαν τη γάτα εφτά ψυχές έχει. Ψία τα, εξ. ονομ. εν 'ψη η. Επί του δυσκόλως υποκύπτοντος εις τα εξωτερικάς επηρείας