Αναζήτηση
Αποτελέσματα 601-700 από 1012
Το φταίξιμον πάντα τη νύφες έν
(1874)
Αεί του σφάλματος η νύμφη υπαίτιος είναι
Με τα κοκκινόκωλα τα κεριά θέλ' να λαλούμ' άτον
(1877)
Επί των προσκαλουμένων και βραδυνόντων να προσέλθωσιν
Έξωθεν ο χορός θω μιγξ δοκεί
(1874)
Ερμηνεία: Εύκολος ως πλοκή θώμιγγος. Π. Δηλούσα ότι οι έξω των πραγμάτων όντες ευκόλος προς παραινέσεις είσιν. Σημ. Και ο Αισχ. Εν Προμ. 263-5. Ελαφρόν 'οστις πνευμάτων έξω πόδα έχει παρακινείν νουθετείν τους κακώς πράσσοντας
Ας σ' εσόν το στόμα και 'ς ση Θεού τ'ωτἰν
(1874)
Από το στόμα σου και 'ς του Θεού τ' αφτί. Επί ευχαρίστου λόγου η ευχής
Ο Χριστόν π΄ρωτα τ' εκεινού τα γένεια ευλόγησεν και π' εκεί τα ξένα
(1874)
Ο Χριστός πρώτον τα εαυτού ευλόγησε γένεια είτα τα ξένα
Απ΄έξου πρόγατον κι από μέσ' λύκος
(1874)
Ερμηνεία: Επί των υποκρινιμένων πραότητα, εσωτερικώς δολίων και πονηρών όντων
Ας έτον κι ας εγίνετου ο Γαλατάς ληβάδιν
(1874)
Εικ μοι, γένοιτο μοι ο Γαλατάς λειμών
Ακόμαν πολλά μαμάϊα θέλεις
(1874)
Πολλών έτι άρτον χρήζεις, [ωριμωτέρας ηλικίας ώστε ποιήσαι]
Εδώκαν άτον πρόσωπον και θέλει και τ' αστάριν
(1874)
Το επιραπτόμενον ύφασμα δόντος μου αιτεί και το υποραπτόμενον. Ερμηνεία: Επί των δι' επιδειχθείσαν αυτοίς συγκατάβασιν και ευμένειςν θρασέων και απαιτητικών αποβάντων
Έδακεν και έχπασεν = Έδακε τε και απέσπασεν
(1874)
Ερμηνεία: Επί των διαπραττομένων εφ α ώρμησαν
Η πορδή έσπασεν ας σο γέλος
(1874)
Η πορδή εξερράγη εκ του γέλωτος
Στουδιν και πετσίν επόμενα
(1874)
Οστά και δέρμα έμεινα
Διαβαίνει το ποτάμιν
(1874)
Διαβαίνει τον ποταμόν
Παίρ τ' εννέα βάφτ και πουλεί τα δέκα
(1896)
Ερμηνεία: Επί ζημιούντων εξ απειρίας
Κώλον δι και παρά κι δι
(1874)
Πρωκτον παρέχει, λεπτου δ'ου παρέχει
Σκυλευλόγιστος ο υπό σκύλου ευλογηθείς όθεν άθλιος
(1874)
Λ. Κωμ.
Μακρύν σκοινίν εδώκανε σε
(1874)
Μακρόν σχοινίον εδωκάν σοι
Κ' η καλομάννα μ' ποίει ατο
(1874)
Και η τήθη μου πράξειεν αν τουτο
Ίσα με το πάπλωμα σ' άπλωσον τα ποδάρια σ'
(1874)
Ερμηνεία: Παροιμ. Διδάσκοντα μη υπερτείνων τα καθ' ημάς αυτούς Παράλληλος ή των αρχαίων παροιμία : Μη υπέρ τον πόδα έσω το υπόδημα
Ακλοθώ το γ γάιγδαρον, ώστα ευρήκω τ' άλιγον
(1874)
Ερμηνεία: Δεν στέργειν τοις παρούσι ζητείν σε τα βελτίω
Ως τα να μαθάνης άτο πολλά καμίσια γράνεις
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Εσύ παιδίν κ' έσουν παίδεμα έσουν
(1874)
Ερμηνεία: Επί δύστροπων τέκνων
Πόνον κ ειδεν κ' η καρδιά τ' ολόϊον εν
(1874)
Πόνον ουχ επρακως (ου γευσάμενος) ακέραιος (ασινής) εστί την καρδίαν
Ο πεινασμένον 'ς σ' ονερόν ατ' κοτέρια ελέπει
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Η μάπα και τ΄αλώνιν επόμεναν άτου
(1874)
Άπά
Τον άρκον έστειλαν κ' σόρος (για ξύλα) κ' εφορτώθεν όλον τ' όρος
(1874)
Η άρκτος εις το δάσος πεμφθείσα προς ξυλείαν εφορτώθη όλον το δάσος
Ο σκύλον μέ τημ βίαν 'ς σο κυνήγιν κι πάγει
(1874)
Ο κύων αναγκαζόμενος ου θηρά. Ερμηνεία: εμφαίνουσα ότι ουδέν αν καλώς γένοιτο ανάγκη
Τ' ομματί μ με το σκωλεκιν ετσκώθεν
(1874)
Ερμηνεία: Επί των ένεκα προγενεστέρου παθήματος δειλοτέρων καθεστώτων
Έναν να έτον τσ' έκλαιεν δυο τσ' εμοιρολόγανεν εφτά ζευγάρια κάκκαλα καθκά και μοιρολόγα
(1896)
Ερμηνεία: Επί αλλεπαλήλων συμφορών
Ευλογημένα ντ' έκαμα και εύκολα ντ' εφήκα (άφηκα)
(1874)
Ευλογημένα μας είεν τα ειργασμένα μας, ευχερή δε τα απολελειμένα
Πάει κ' έρται, το σαλβαρίν ατ γράν
(1896)
Ερμηνεία: Επί ανικάνων δικαστικών συμπαρέδρων
Ας ατόναν κορώνα κι γκαστρούται
(1874)
Παρ αυτού κορώνη ου συλλαμβάνει (εν γαστρί)
Ατά κοιλίαν κι γομώνουν
(1874)
Ταύτ ου πληρούσι την γαστερά
Του Μαρτί ο ήλιον σην νύφεμ μ απούν και μη σηγ κόρημ μ
(1874)
Ερμηνεία: Παροιμία σημαίνουσα το άσπλαγχνον των πευθερών, έτι δε και την επί των υγείαν βλαβεράν ενέργειαν του κατά τον Μάρτιον ηλίου
Άϊος να εν κι πιστεύ άτον
(1896)
Ερμηνεία: Επί του πολλάκις επί ψευδολογία φωραθέντος
Τα πρόβατα και τ' αρνιά να κλαίουν
(1874)
Τα πρόβατα και τ' αρνιά κλαιέτωσαν
Λόγος εν και λέγει άτο
(1874)
Λόγος (παροιμία) εστίν ο λέγων τούτο
Οτς κι αν κλάν [και] κι πονή όσον θέλη σύρει άτο
(1874)
Όστις αν αποπερδόμενος μη αλγή, υποφέρει τούτο όσον και να θέλη
Ο πεινασμένον 'ς σ' ονερόν ατ' κοτέρια ελέπει
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Η κορώνα πάντα κι φτειάγει (χέζει) το μαύρον το χαβγιάριν
(1874)
Ουκ αεί το μέλαν χαυγιάριον η κορώνη ποιεί
Εσήβεν 'ς ση σειράμ
(1874)
Εγένετο ήδη ικανός ζων αυτός εργαζόμενος, ή εγένετο εκ των σημαινόντων τι
Τογ καλόγερον ερώτεσαν “Καλόγερε γυναίκαν θέλεις;” Εκείνος είπεν “οντάν ρωτατέμε, πάγω να σκάνω”
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Η γλώσσα στούδια κ' έχει και στούδια τσακώνει
(1874)
Η γλώσσα οντά μεν ουκ έχεο, οστά δε συντρίβει
Πολλά μη λεγνύντς τσακούνταν τα μέσα σ'
(1877)
Λεγνύω = λιγνεύομαι, κομψεύομαι, ακκίζομαι
Εφύσεσα σ σημ πίστιν ατ' απέσ'
(1874)
Εφύσησα κατά την μέσην την πίστιν
Τα λόγια μ' επήγον στον αέραν
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο ....
Τιάτια ους πότε 'θια σύρουμ αβούτο τ' εφτωσίας; Ους τ' εφτά χρόνια. Κ' απ' εκείς Μαθάνουμ άτο
(1874)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τώρα πλέον 'ς τα γεράματα μάθε, γέρον, γράμματα
(1874)
Νυνήση εν τω γήραντι μάθε, γέρον, γράμματα
Άντραν κι άλλον ποι κ έσ' ς σνίμ παρεγβαν τν έργον έσ'
(1896)
Ερμηνεία: Επί των βαλομένων λαβείν μέρος εις έργα ή υποθέσεις μη προσηκούσας αυτούς
Όποιος καβαλλικεύει ξένον άλεγον ολίγορα αποκαβαλλικεύει
(1874)
Ολλότριον ιππεύων ίππον ταχέως αφιππεύει
Καθείς τομ Παύλον ατ' κλαίει
(1874)
Έκαστος τον εαυτού Παύλον θρηνεί
Καλός λόγος του γατή αν κρατή
(1874)
Καλός (ο) λόγος του (ιερό) δικαστού ει κρατωτέος
Με τα ξένα τα φτερά μη πετάς
(1874)
Μη αλλοτρίαις πτέρυξι πέτου
Ερούξεν το ζινίσν αυτ
(1877)
Ερμηνεία: Επί του εις μελαγχολίαν περιπέσοντος
Τον αγά άγκεζο, το σκαμνί έτοιμο ποίσο
(1886)
Επί του παρουσταζομένου καθ΄ην στιγμήν περί αυτού γίνεται λόγος. Στη φωνή κι΄ο Λάζαρος
Μακρά αδελφός και σιμά ο γειτονάς
(1874)
Μακράν μεν ο αδελφός, εγγύς δ' ο γείτων
Με την πορδήν ωβγά κι βάφκουνταν
(1874)
Δια της πορδής ου χρωμαντίζονται ωά
Ο σκύλον μέ τημ βίαν 'ς σο κυνήγιν κι πάγει
(1874)
Ο κύων αναγκαζόμενος ου θηρά. Ερμηνεία: εμφαίνουσα ότι ουδέν αν καλώς γένοιτο ανάγκη
Τη Κουκουλίτ' ο γάμον
(1874)
Ερμηνεία: Επί μεγάλων ταραχών και διαπληκτισμών
Ανάμνον κόρ' ανάμμον
(1874)
Ανάμενε κόρη ανάμενε. Εμηνεία: Επί των δι' αναβολάς προϊεμένων τους καιρούς
Πολυτεχνίτης κ' ερημοσπίτης
(1886)
Γνωστή εκ των παροιμιών εκ της αλλοδαπής
Τη λογ ατς νύφε γίνεται, τη λογ ατς καμαρούται
(1874)
Αφ' εαυτού μύμφη γίνεται, αφ' εαυτής το νυμφικόν κάλυμμα καλύπτεται|Συνοδεύεται από κείμενο ...
Το κάστανον εξήβεν ας σο τσέπλουν αχτί και είπε τιού κι απόθεν εξήβα
(1874)
Το κάστανον εξήλθεν του φλοιού είπεν εμπνεύσαν ω πόθεν εξήλθον. Ερμήνια : επί των μη αναγνωριζόντων μηδέ σεβόντων εκείνους, οίτινες συντέλεσαν προς προαγωγών αυτών, μάλιστα δε και περιφρονούντωντρόπον τινά αυτούς.
Άψι καυλία τημ ψωλήσ σ και κράτ τ' εμόν
(1874)
Εαί, ω εστυκείς, την στην ψωλήν και κράτει την εμήν
Ας εσ κι ο φίλον προσωπον
(1874)
Εχέτω και ο φίλος αιδώ
Ο σκύλον 'ς σην άνοιξιν εβγαίνει αμι ντο σύρει εκείνος εξέρει
(1874)
Ο κύων φθάνει μεν εις το έας 'αλλ' αυτός οίδεν ότι υφίσταται
Σ σα δύο κι πώλει άτο
(1874)
Ουκ αντί δύο πωλεί
Τον άρκον εδώκαν πετσίν να χασουρλαεύη, κι εκράτεσεν άτο οσογ κόπον ατ
(1874)
Επί των καταχρωμένων τη ανατεθείση αυτοίς εργασία
Ακαμάτες γειτονάς δεξιόν σερ τη μαχαλάς
(1874)
Άεργος γείτων δεξιαί χείρ της συνοικίας
Πρώτα φουρνίν καί π' εκεί εγκλησία
(1874)
Πρώτα κλίβανος καί έπειτα ναός. Ερμηνεία: π. Διδάσκουσα πρώτον περί τ' απολύτως αναγκαία δαπανάν
Τ έξου μήλον κόκκινον και τ' απέσ εν σκωληκιάριν
(1874)
Ερμηνεία: Επί των έξωθεν μεν δοκούντων ευεκτείν έσψθεν δε πασχόντων χρονίαν νόσον
Τα σπαθιά σταιν και διαβαίν
(1874)
Ξίφη ιστάς (δια των ξιφών) διέρχεται
Σ σ εχθροίς περίχερα εγένουμουν
(1874)
Ηδονή τοις εχθροίς εγενόμην
Ο Θεός χαμαιλετάρης κ' ἐν
(1874)
Αλλού γέγουσι “Ο Θεός δεν είναι Αρβανίτης”
Ήντσαν εβγαίν και πορπατεί για κάτ' ευρήκ και τρώει άτον για κάτ' ευρήκ τρώει
(1877)
Ερμηνεία: Παροιμιώδης συμβουλή προς τους μένοντας εν τη οικία
Έκαψε με το μαλέζ, να ωμοίαζεν και φαγείν
(1874)
Ερμηνεία: Επί των εν μικροίς μεγάλα απολεσάντων
Καλανταρί εχτριάσματα σ' έρας ομνύσματα
(1877)
Καλανταρής = Ιανουάριος
Ότι θτύφτης 's σ' τσανάκι σ θεά ευρήκης 's σο χουλιάρισισ σ
(1874)
Ότι αν θρύψης εν τω λοπάδι ευρήσκης εν τω κοχλιαρίω
Πάντα μη γυρεύεις του γάμου τα καθαρά
(1874)
Μη αεί τον του γάμου οίτινον επιτάττεις αρτον
Το προζύμι μ μ' έκοψες
(1874)
Ερμηνεία: Την ευπορίαν μου άρδην αφείλου με
Έμαθεν η γραία τα σύκα
(1877)
Ερμηνεία: Επί των εθισθέντων είς τι και πάντοτε ζητούντων αυτό
Καλομάννα το μύτι σ' υλίζει, Γιέ μ' χειμωγκοζεν, Καλομάννα είδα σε και τογ καλοκαίρην
(1874)
Μάμμη (ή τίτθη) εκ των ρινών σου μύξα εκρέει, Τέκνον μου χειμών εστί, Μάμμη και θέρος ειδόν σε
Άντραν κι άλογον ποι κ έσ; ς σήμ παρέβγαν ντ έργον έσ'
(1874)
Η άνδρα και ίδιον ίπον ουκ έχουσα κ τι εις περίπατου εξέρχεται διότι δια μή των έλλειψιν του ανδρός στερείται ασφαλεία, δια δε των του ίππου υφίσταται κακουχίας
Το ποτάμ' απάν κες παέι
(1874)
Ο ποταμός προς τ' άνω χωρεί
Ο σκύλον τον σκύλον κι τρώει
(1896)
Παρεμφερής κόρακας 25
Τομ ποπάν γράμματα θια μαθίγνις
(1874)
Ερμηνεία: Τον ιερέα γράμματα διδάξεις
Πόσα πρόβατα οργιάγεις
(1874)
Πόσα πρόβατα φυλάττεις (ως κύων)
Το γεροντιάρικον το βούδ εγάλ τ' αυλάκ'
(1896)
Ερμηνεία: Οι γεροντότεροι εμπειρότεροι
Σ' ση σκοτίαν σερ δι
(1874)
Εν του σκότει ικανόν