Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1-10 από 23
Ασσό ποτάμ' εδεάβα, κι ασσό γιρμάκ μη συ πορώ να δεαβαίνω;
(1886)
Ερμηνεία: Επί μικρών δυσχερειών, ας πρόκειται να υπερνικήση, τις κατά τινα επιχείρησιν, αφού τας μεγαλυτέρας δυσχερείας υπερνίκησε;
Η γλώσσα ζωγρό γερτέ τσείται κλαδία ουτσ' 'εσ
(1881)
Ερμηνεία: Επί φλυάρων και φιλοκατηγόρων
Σ ση γλώσσα μ' απάν [τσ]είται
(1881)
Ερμηνεία: Επιλέξεως ην ενθυμείται τις, αλλ' ήτις δεν τω επέρχεται αμέσως εις την γλώσσαν, ίνα την είπη
Άλλοιν σσόν ήλεο έκαμανε κι' άλλοιν σσήν ηυώρα τρώγουνε
(1886)
Επί περιστάσεως καθ' ήν άλλοι μεν καπιάζουσιν, άλλοι δε ωφελούνται εκ των κόπων αυτών. Ευώρα = σκιερόν μέρος
Άλλα ζά σπάουνταν, κι άλλα μαρουκούντανε
(1886)
Επί περιστάσεως, καθ' ήν άλλος μέν υποφέρουσιν, άλλος δέ ευθυμούσιν
Αΐτικο κατάρα 'ς σου σκυλί 'ς τη μαντάρα
(1881)
Ερμηνεία: Επί αδίκου κατάρας
Νοικοκύρτσ απραεμένος δέκσον σερ τση γειτονιάς
(1886)
Ερμηνεία: Επί οικοδεσπότου φροντίζοντος μάλλον περί άλλων, ή περί του ιδίου οίκου
Νοικοκύρτσ απραεμένος δέξον χερ τση μαχαλάς
(1886)
Ερμηνεία: Επί οικοδεσπότου φροντίζοντος μάλλον περί άλλων, ή περί του ιδίου οίκου
Ο τσεπρέας τον τσεπρέαν καρκαπούτσ' λέει
(1886)
Τσεπρέας = λεπρός, ψωραλέος
Τ' αλεύρεα ξένα κ' οι πεντικοί τα βίζνε
(1881)
Ταβίζνε = τονουσεύνε