Αναζήτηση
Αποτελέσματα 9801-9900 από 10037
Άπλωνε τα πόδια σου, όσο φτάν' το σκεπασμά σ'
(1965)
Μη ξοδεύεις περισσότερα από όσα έχεις
Άπιαστα π'λιά χίλια στον παρά
(1965)
Οτι δεν έχουμε, το δίνουμε φθηνά ή το δωρίζουμε
Απ' δήμαρχος κλητήρας
(1965)
Για όσους που ξεπέφτουν από μεγάλα αξιώματα σε μικρά ή από πλούτο σε φτώχεια
Από μυλωνάς δεσπότης
(1965)
Για αμόρφωτους που αποκτούν μεγάλα αξιώματα
Είνη – ν Ανάστα ο Θεός!
(1934)
Επί μεγάλης ταραχή και θορύβου, συνέπεια διασκεδάσεως ή άλλης παρομοίου περιπτώσεως
Θα 'αστάξ' απού τα σύκα ίσκια με τα σταφύλια
(1934)
Επί της συντομωτάτης διάρκειας ενός πράγματος
Ανύπαντρος προξενητής, για λόου του γυρεύβκει
(1940)
Ο ανύπαντρος παρεξηγείται ως δι εαυτόν ενεργών, όταν κάμνει προξενιά
Τί τα θέλεις τα σκουτιά αφού παιδιά δεν έχεις;
(1955)
Αυτή Λέγεται για ανθρώπους που σκοτώνονται διαφοροτρόπως να επιδείξουν τα παιδιά τους, ενώ στην ουσία δεν έχουν ουδεμίαν αξίαν, τα παιδιά τους
Από το στόμα σου και στου Θεού τ' αυτί
(1965)
Επιθυμία πραγματοποιήσεως δοθείσης ευκής
Απ' το ένα μπαίν' κια στ' άλλο βγαίν'
(1965)
Για αδιάφορον άνθρωπο
Αντί να τρίζη το αμάξι, τρίζ' ο αμαξάς
(1956)
Αντί να παραπονείται ο αδικούμενος, διαμαρτύρεται ο αδικών
Το παλιοπάπουτσο όσο το ξεφτάς, ξεφτιέται
(1915)
Όταν ένας άνθρωπος είναι αδυνατου θελήσεως παρασύρεται όπου τον τραβάς
Δεν είνα πράμα να πονή σαν την παντέρμη πείνω, π' ομπρός κτυπά στα γόνατα κ' ύστερα 'ς την κατίνα
(1917)
Κατίνα = ράχινΙΙΣυνοδεύεται από κείμενο...
Ο αποθαμένος φθόνο δε φοβούται
(1889)
Ερμηνεία: Του γαρ ουκ όντα πας είπθεν επαννείν, φθόνος γαρ τοις ζήσι προς το αντίπαλον, είπεν ο Περικλής εν τω επταφίου του. Δεινοί γαρ ανδρί πάντες εσμέν ευκλεαί ζώντι και θανόντα δ' αινέσαι
Παίρνει από την κάτω γης
(1889)
Ερμηνεία: Καταλαβαίνει με την παραμικρή αφορμή (νύξιν) που τον δώσης είναι πολύ έξυπνος
Παίρνω τα κάτω χέρια
(1889)
Ερμηνεία: Χειροτερεύω
Εκεί που 'ν' το σκνί φτενό εκεί κόβει
(1903)
Εν σερραις οι τουρκοι έχουν ομοίαν : νερdε ιντζέ ορdα κοιτάρ = όπου είναι λεπτό ελεό κόβει
Αν δεν κάτσεις να φάς, να πίης, άνθρωπο δεν καταλαβαίνεις
(1956)
Αν δεν συναναστραφής, δεν φάς και δε πίης με ένα, δεν τον καταλαβαίνεις τι άνθρωπος είναι
Αντρόγυνο μη χωρίσης, εκκλησία χαλνάς
(1956)
Τόσο κακό θεωρούσαν το να γίνουνταν ένας αιτία να χώριζε το αντρόγυνο που ήτο ως να χαλνούσε εκκλησία
Άνοιξαν οι καταρράκτες τ΄ουρανού
(1956)
Βρέχει πολύ δυνατά
Απ' τα κουκιά ως τα κεράσια
(1956)
Για μικρό διάστημα
Απού την Πόλιν έρκομαι, κι' εις την κορφήν κανέλλα
(1896)
Επί ασυναρτήτων
Στίβει την πέτρα και βγάνει ζουμί
(1963)
Η παροιμία Λέγεται για νέες γυναίκες που έχουν μακρυά τον άντρα τους στρατιώτην, ταξιδευμένο και ξεθυμένουν στην δουλειά. Πάντοτε η γυναίκα δια την οποίαν λέγεται πρέπει να είναι γεροδεμένη
Το παλιό λαγήνι κάνει καλό κρασί
(1906)
Ερμηνεία: Δια τους φρονίμους και πολυπείρους γέροντας προς ταύτα ότι και τα παλαιά είναι καλά και χρήσιμα
Ήκατσεν σαν την αποζυμώτρα
(1949)
Επί ατόμων τα οποία αδρανούν, ενώ έχουν πολλά να κάμουν
Θεέ μου, μη δώσης στην ψυχή του ανθρώπου τα όσα μπορεί να βαστάξη
(1936)
Εν άρθρω Ν. Καζαντζάκη, “Τι είδα, 40 ημέρες εις την Ισπανίαν”
Το στάρι κάνει νισεστέ και το κριθάρι πίττα
(1930)
Αναγυριστικά μιλώ κι΄αν έχεις νού το γροίκα
Άπιαστα πουλλιά
(1956)
Ας μη πιστεύωμεν εις υπόσχεσεις αβέβαιοτις
Ετούτος, παιδί μου, είναι αλυφάντης
(1939)
Σε τυλίγει σαν αράχνη
Άθθρωπομ που γενεάν, τζαί σσύλλον από μάντραν
(1940)
Αμφότεροι, λόγω μορφώσεως, έχουσι προτερήματα, ελαχίστας δε ελλείψεις
Χριστός ανέστη ή θάνατον πατήσας;
(1903)
Λέγεται εις δήλωσιν ευπορίας ή ανέχειας δια την εορτήν και σχετικήν περίστασιν
Μια δεκάρα δεν αξίζ'
(1965)
Λέγεται για ανθρώπους ασήμαντους
Αdρειγιωμένος έρχεται, ρούπες αρμαθιαστήτε
(1936)
Ρούπες=δρείς (sic)
Είναι κι άνθρωπος στο παρά, είναι και πέντε στ' άσπρο, είναι και άλλοι μερικοί, π' αξίζουν ένα κάστρο
(1937)
Με την παροιμία αυτή διατρανεύουνταν η διαφορά που υπάρχει μεταξύ των ανθρώπων (Κάστρο = Φρούριο, αλλά και πολιτεία)
Μας κάνει αντικάμαρη
(1956)
Δεν εισέρχεται εις αυτό το δωμάτιον όπου συνομιλούμεν, αλλά παραμένει εις άλλο δωμάτιον της οικίας
Άθρωπο από σπίτι τσαί στύλλ' από μανδρί
(1956)
Η ευγένεια της καταγωγής και η χρηστότης του ήθους εξασφαλίζουν ευτυχή γάμον
Ασσήν οργήν σσον κίντυνον
(1886)
Αμ' μεν άξιαζαν εν αγιάζαν. Αν δεν αξίζαν, δεν αγιάζαν
(1948)
Ερμηνεία: Για κείνους που απόκτησαν τιμές από την αξία τους
Αγάπ' είναι, δεν είναι ποd'κοκούρελο!
(1941)
Ειρωνικώς, επί των πασχόντων ένεκεν σφοδρού έρωτος
Από την Πόλιν έρχομαι και στην κορφή κανέλλα
(1941)
Επί ασυναρτήτων λόγων
Θα σε δείξω πόσ' απίδια βάζ' ο σάκκος
(1941)
Απειλή εις ζημιούντας άλλους
Από τα κ – κιά ως τα κεράσια
(1941)
Επί ενδυμάτων μικράς αντοχής. Δι' ολίγον μόνον καιρόν
Από μυλωνάς δεσπότς
(1941)
Επί αμορφώτων ανελθόντων εις αξιώματα
Άνοιξε η γη και τον κατάπιε
(1965)
Απου γαμεί κατσάρκην τζ' απου σπέρνει καυκάλλαν ή τα αρκάτσ'ια τζ'αι τες στράτες χάνει τον σπόρον του
(1965)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Παλιά πουτάνα καινούρια ρουφιάνα
(1889)
Ερμηνεία: Επί των μετερχομένων επάγγελμα αισχρόν μη δυναμένων δια γήρας να έχωσι το πρότερον κάκιστον επάγγελμα
Έμ' ποστράντζιν τους αθθρώπους
(1940)
Ο ουδεμίαν αξιάν έχων, όπως η λεμονόφλουδα
Το Πο(γ)ύριν έναμ μίλιν, τζαι το συντόμιδ δκυό
(1940)
Επί δρόμου ομαλού βαίνομεν ταχύτερον παρά επί ανωμάλου, έστω και βραχυτέρου
Όντας χωρίζει αντρόγυνο και τα βουνά ραΐζουν
Η διάζευξη των συζύγων λύουσα του οικογενειακού βίου την ιρεάν κοινωνίαν, λογίζεται μέγα δυστύχημα
Ηύρες άνθρωπο!
(1957)
Μειωτικός χαρακτηρισμός για κάποιον
Απού τες σέλλες σάματα, τζ' απού τα σάματα χαμαί
(1940)
Από την σέλλαν αλόγου ή το σαμάρι γαϊδάρου κατελήξαμεν να καθήμεθα χαμαί. Επί όσων περιέρχονται εις ένδειαν και ανυποληψίαν
Από τολ λάκκον εις τογ κρεμμόν
(1940)
Από την Σκύλλα εις την Χάρυβδιν
Που το φύλλιν ως το ριζίν
(1940)
Δεν τ' βαρεί τ' ανθρώπ' τι δίνει αλλά τι θα ντέση
(1903)
Σημ. Λέγεται υπό των ευκαταστάτων γυναικών όταν υπανδρεύουν τας θυγατέρας των
Το σίδερο λεν σίδιρο κι ο άνθρωπος γένεται σίδερο
(1903)
Ερμηνεία: Ου η υπομονή του ανθρώπου είανι σιδηρά
Αποκουράν επήρες άτο
(1939)
Ανάλογο με το “ Αποκοπή το πήρες;”
Έχω ένα κουτί κι έχει μέσα κάτιτί. Άμα χαθή το κάτιτί, τί το θέλω το κουτί;
(1925)
Άμα λείψη ο νουε, είναι άχρηστον το σώμα
Ξερά σκατά 'ς τον τοίχο δεν κολλάνε
(1916)
Ερμηνεία: Επί κακεντρεχών κατηγορούντων άλλους ων η ηθική μόρφωσις και τα πλεονεκτήματά των εν γένει είναι πασιφανή
Είμαστην συγγενείς που τα πούτταρα ως τα μούνναρα, τζ' εμείς καλώς σας ήβραμεν
(1940)
Εις περίπτωσιν εξεζητημενης ομοιότητος
Που την νεβκάβ βολίτζιν, τζ' από βολίτζιμ μαντάλιν
(1940)
Ξυλουργός ανεπιτήδειος εργαζόμενος κορμόν δένδρου από νεβκάν ή τουλάχιστον βολίτζιν κατέληξε να κάμη μόνον ένα μαντάλιν . Δι' όσους από μεγάλα και θαυμαστά καταλήγουσι μόλις μικρά και ασήμαντα να πραξώσι
Από τημ Πάφου έρχουμαι, τζαί στηγ κορφήν κανέλλα
(1940)
Επί όσων λέγουσιν ασυναρτησίας
Από τον Άνναν εις τον Καϊάφαν
(1940)
Το ευγγελικόν. Επί των περιπτόντων από ένα δυσάρεστον εις το άλλο, από κακού εις χειρότερον
Αμ' μεν αξιάζαν, εν αγιάζαν
(1940)
Έχουσιν υπόληψιν συνήθως οι κεκτημένοι άξιαν τινά
Άπιαστα περδίκια, πέντε στον παρά
(1953)
Εις υποσχέσεις μη πραγματοποιήσιμους
Γυαλίζει τ' αdί – χαρά τ' αλ'φαdή
(1943)
Γιατί τελειώνει το φασερό, την εργασία του και θα ξεκουρασθεί
Β' νο με β' νο δε σμί'ει
(1943)