Αναζήτηση
Αποτελέσματα 2201-2300 από 10037
Ας σον Θεόν ντ' εγύρευα s σηγ γην ευρέθην
(1874)
Ότι τον ουρανόν (ή θεόν) κ'τούμην, τούτο επί γης εύρον. Ερμ. Επί ευτυχίας ευκτής μεν αλλ' απροσδόκιτή του
Αντί να μας βάλουν κέρατα, μας έκοψαν και τ' αυτιά
(1879)
Ερμηνεία: Επί των περιττά αιτούντων
Έπεσε ο λύκος ςτή κοπή κι' αλί πού χε τόνα
(1889)
Κοπή = κοπάδι
Σ' ένα καζάν' βράζουμι
(1939)
Προς ομοιπαθείς
Αν τον ματαϊδής, φτύσε τον
Ερμηνεία: Δια τον ένοχον απάτης ή άλλης ατίμου πράξεως και υποχρεωθεί τα να δραπετεύση διέργοντα δε να υποστή εκείνην την ύβριν αν ποτέ ήθελε κάμει την ανοησίαν να επανέλθη
Η νύχτα δράκοντα 'εννα τσαί λιόντα καταστένει
(1934)
Ερμηνεία: Επί των ταχέως και μυστηριωδώς (μέσα εις μίαν νύχτα) αναλαμβανόντων δύναμιν και επιβολήν
Ο ένας κερνά και ο άλλος πίνει
(1885)
Ερμηνεία: Όταν το συμφέρον περιστρέφεται μεταξύ δυο μόνον
Μείνε ρκά ξησκούφωτη, ώστι νάρτ' ο Μάς να σκουφωθής
(1940)
Το σκούφωμα συνηθίζεται από τους χωρικούς τον χειμώνα διότι θερμαίνει. Εν τούτοις χρησιμοποιείται ως προφυλακτικόν δια τον ήλιον και το καλοκαίρι
Μήτε αρκοντιά κληρονομιά, μήτε τ' οφφίτσιον πάντα
(1956)
Τα πράγματα πάντοτε μεταβάλλονται, ουδέποτε μένουν σταθερά
Πως πάν οι στραβοί στον Άδη; Βλέποντας ένας τον άλλον
(1894)
Γλέποντας
Επασλάεψεν τη σχωρεμέντσας
(1881)
Ερμηνεία: Επί των εις τους εδίους πάντοτι λόγους επανερχομένων
Άσραψ μον με τον άστρον ' του κ' εταίριαζεν
(1902)
Επί αντιθέτων χαρακτήρων
Το χέρι σ' έβαλες ς σο μελοκούτιν
(1874)
Την χείραν ενέβαλον εις κυτίον μέλιτος
Τοσούτον χρόνον μεθ' υμών και ουκ έγνωκας με Φίλιππε;
(1889)
Ερμηνεία: Επί ευήθων και υπό της πείρας μη διδασκομένων
Αν άκουε ο Θεός τον κόρακα, γαϊδούρι δεν θα υπήρχε
(1954)
Λέγεται συνήθως επί τω ακούσματι ευχών προς τιμωρίαν και εκδίκησιν εχθρών
Άθθρωπουν από γεινιάν κή σκύλλουν από μάντραν
(1941)
Προκειμένου να εκλέξης άνθρωπον ή ζώον μη αρκείσαι εις την εξέτασιν μονόν του ατόμου, αλλ' ερεύνησον και την προέλευσιν αυτού
Θέκ΄τον gώ σου, κάτσε σε ΄νgκάθε πάνου
(1951)
Υπόμενε όπως είσαι, γιατί μπορεί να πέσεις στα χειρότερα
Τ' άσπρα κατεβάζουν d' άστρα
(1951)
Τα λεφτά κατεβάζουν τ' άστρα
Κάθε αρχή δύσκολη
(1956)
Ανέθρεψε το μποντικό να φάη το σακκί σου
Λέγεται επί ανθρώπων ευεργετηθέντων, οι οποίοι κατόπιν παρεγνώρισαν και έβλαψαν τον ευεργετήσαντα
Και τα φτωχά τρανεύουνε και τ' αρφανά βαστιούνται, και τάρημα παντρεύονται κι' οι χήρες 'κονομιούνται
(1953)
Φράση παρηγορητική – λεγόμενη πολλάκις και ως μοιρολόγι – καταδεικνύουσα την πρόνοιαν του Παντοδυνάμου Θεού προς τα πλάσματά του, και ιδία τους αναξιοπαθούντας
Και του αράπη ως και εκεινού του μοιάζουν τ' άσπρα
(1876)
Του μοιάζουν = τ' αρέσουν
Δεν απόμεινε ποδάρι
(1926)
Ουδείς ή ουδέν απέμεινε
Λείπει μας τζι' ο γάδαρος λείπει μας τζι' η ταή του
(1953)
Ταη = τροφή
Κουκκούλιν να μεν κάμης, πουκάμισον εν κάμνεις
(1956)
Κουκκούλιν = το βαμνίκιον του μεταξωσκόληκος
Αρχοντικά πορεύομαι και σκύλινα περνάου
(1910)
Πτωχαλαζών
Κάνω, δεν κάνω τ' αρφανό, μου σέρνουν τ' όνομά μου
(1910)
Κακολογούν
Η αλεπού την ουράτης δε σήκωνε και τραβούσε και νεροκολοκύθι ακόμη
(1954)
Ερμηνεία: Δια τους επιχειρούντας ανώτερα των δυνάμεων των, χωρίς να έχουν και τα προσόντα δια την επιτυχίαν του σκοπού που επιδιώκουν
Γύφτος παπάς δε γίνεται κι αν γίνη δεν βγαλάει
(1889)
Ερμηνεία : Επί ανθρώπων αναξίων προς αξιώματα
Ου κόσμους το χει άργανου κι' ημείς λιαντί κουβέντα
Ερμηνεία: Επί των κρύφα λεγόντων τι όπερ είναι πασίγνωστον
Για το κορωνίν εμείναμεν άσποροι
Μεγάλα πράγματα δεν εκτελούνται ελλείψη μκρών κ' ευτελών. Μικροί πάσσαλοι εν ο εκ εις το άκρον του αρότρου διά να μην εξέρχεται το ακάϊν (δηλ, σιδηρούς κρίκος), διά απαραίτητος
Π ελιγωρεί ν' αρχονύν συερά την εφτωσείαν
(1881)
Ερμηνεία: Επί των θελόντων δια μιάς να πουλτήσωσι και αποβαλλόντων όσα έχουσιν
Έπεσα τ' άστρα τσαί 'φάα τα οι χοίροι
(1935)
Επί αριστοκρατικών ποτε οικογενειών, νυν περριελθουσών εις εκπτώσιν της θέσεως των
Κι αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πας
(1953)
Απέναντι της τάξεως όλα πρέπει να υποχωρούν
Μεγάλωσ' η κολοκυθιά και μάκρυν' ο λαιμός της
(1888)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου!
(1910)
Χρηστομάθεια
Αρχή άνδρα δείκνυσιν
(1910)
Εν χρήσει
Ασπρογένης, αλλά κοντογένης
(1910)
Λέει κουταμάρες
Έχω τον άσσο μου
(1893)
Έχω τον σκοπόν μου
Σαν εσένα βρε κασσίδη χίλιους έχω μέσ' το ξίδι
Ερμηνεία: Επι εκείνων όπου θεωρούσαν πολύ κατωτέρους των
Δεκαχτώ ν' σι Βεσσιανοί κι' έχουν είκοσι Θεούς
(1889)
Ερμηνεία: επι του δυσκόλως συνεννοημένου
Δέν δίνει ούτε τή θέρμη του
(1889)
Ερμηνεία: Επί των λίαν φυλαργύρων
Κει που βρέξ, μαυρίζ', κεί που χειμάσ' ασπρίζ'
(1893)
Ερμηνεία: Εκ των εξωτερικών σημείων δύναται να συμπεράνη περί της εσωτερικής καταστάσεως
Δένε μ' εδώ και λύσε μ' εκεί
(1889)
Ερμηνεία: Επί των καταλλήλων γιγνομένων
Δικό μας το παιδί, δικό μας και το παπούτσι
(1889)
Ερμηνεία: Επί των θεωρούντων τα ελαττώματα των ανάξια λόγου
Βρουμάει απ' οθι να τουμ πιάης αυτόν
(1923)
Δηλαδή, είναι ανηθικότατος
Τ' άσπρισε τα γένεια τ'
Ερμηνεία: Επί των πεσεών χιόνια κατά των εορτών του αγίου Νικολάου
Η αρρώστια μπαίν' με το σακκί και βγαίν' με το βελόν'
(1882)
Ερμηνεία: Ορθοτάτη παρατήρησις γενομένη προς ασυνέτους και απειθείς νέους (βλ. και βγαίνω αρ. 21)
Τα αγαπημένα τ' άσπρα κάνουσιν τα πάντα πάστρα
(1876)
Ξολοθρεύγουσιν και κάστρα
Τρώεις σούππαν άρρωστε;
(1951)
Όταν προσφέρεις κάτι σε κάποιον και τον ερωτάς αν το θέλη, παρ' όλον που γνωρίζεις ότι του αρέσει πολύ
Άσπρος ήλιος μαύρη μέρα
(1958)
Ερμηνεία: υπονοεί ότι θα συνεφιάση ο ουρανός και θα αρχίση να βρέχη, διότι συνήθως το πρωί που βγαίνει ο ήλιος άσπρος ή το βράδυ που πλησιάζει να βασιλέψη και είναι άσπρος υπάρχουν διακεκομμένα μάυρα σύννεφα που εμποδίζουν ...
Δική μας η κρεββαταριά, δικό μας και το χτένι, δικό μας είν' και το παννί κι η κόρη που το 'φαίνει
Άνευ ουδεμίας δηλώσεως εν παροιμία ή διστίχω
Τα πρόματα νοικουκυρός εν έχουσι
Ερμηνεία: Τα πάντα ματαιότης
Άκρις – λύπις
Ερμηνεία: Παραμικρά πράγματα απο την κληρονομιάν του πατρός του τω έδωκαν άκρης-λύπης[Η παροιμία ταυτοσήμαντος τη “ότι έπεσαν από τα δάκτυλα την”.