Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-60 από 150
Τον παίρνω μονοκόμματο
(1950)
Προς πράγμα μονοκόμματο = απλούν, όχι συνηρμοσμένον από δύο ή περισσότερα κομμάτια (πβ. Ξυλο, ύφασμα μονοκόμματο) παρωμοιάσθη ο συνεχής και αδιάκοπος ύπνος, όθεν η φράσις τον παίρνω μονοκόμματο εννοεί τον ύπνο = κοιμάμαι συνεχώς
Pedia ce ampela kratesotta essu
(1950)
Νεοελληνική: Παιδιά και κλήματα θέλουν φύλαγμα στο σπίτι
Τον παίρνω 'ς το ψηλό
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Έχει ο Θεός
(1950)
Ευχή του ευρισκόμενου εις αμηχανίαν προ πάντων οικονομικήν, δηλαδή έχει ο Θεός πολλά αγαθά ώστε ελπίς να δώση και εις ημάς. Ότι ούτε νοείται το συμπλήρωμα της φράσεως μαρτυρεί η χαριτολόγος φράσις του Μακεδονικού ιδιώματος ...
Μύρισε κυρά, μύρισε αφέντη
(1950)
Η φράσις λέγεται επί ελαχίστης ποσότητος φαγητού, το οποίον είναι διά να το οσφρανθή τις μόνον
Πέφτω, ρίχνομαι με τα μούτρα
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Βρήκε το μάστορή του
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Βρομάει μπαρούτι
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Του άλλαξα τον αδόξαστο κτλ.
(1950)
Ερμηνεία: Διά να δλώσωμεν ότι εδείραμεν τινά ανηλέως λέγομεν του άλλαξα την πίστι, το σταυρό, το Χριστό, την Παναγία, όπου σταυρός, Παναγία, Χριστός είναι ταυτόσημα προς την πίστι. Αι φράσεις νοούνται μεταφορικώς εκ του ...
Όστις επρόλαβε τον Κύριον είδε
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο...