Αναζήτηση
Αποτελέσματα 71-80 από 133
Τον κάνω Θεό
(1950)
Δι' άνθρωπον δύστροπον και άκαμπτον, όστις δεν εισακούει παρακλήσεις, λεγόμεν τον κάνω Θεό = τον παρακαλώ θερμά και ταπεινά, όσον ταπεινά θα ικέτευα αυτόν τον Θεό. Συνώνυμος φράσις του ανάβω καντήλι ή του ανάβω κερί
Βάζω ευλογητό
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Του τοις βρέχω
(1950)
Η φράσις λέγεται κατά παράλειψιν του αντικειμένου τοίς ξυλιές και σημαίνει τον δέρνω καταφέρνω αλλεπάλληλα τα χτυπήματα, τα οποία ούτε παρομοιάζουν προς ραγδαίαν βροχήν
Βαστώ τα γκέμια καλά
(1950)
Κατά μεταφοράν από τον δαμαζόμενον δια του χαλινού ίππον ελέχθη και επί γυναικός της βαστάει τα γκέμια καλά ο σύζυτγος, όταν δεν της επιτρέπει να παρεκκλίνη κατ' ελάχιστον από την συζυγικήν αφοσίωσιν και τα καθήκοντα της ...
Σπάω πλάκα
(1950)
Κατά μεταφοράν από τό γραμμόφωνον, που παίζει όσον χρόνον θέλομεν τήν ιδίαν πλάκαν και άν ακόμη κινδυνεύει να διαρραγή, λέγεται “σπάμε πλάκα” δι' άνθρωπον, τον οποίον διαρκώς κουρδίζουμε ειρωνευόμενοι και εμπαίζοντες
Σπαθί, κόβει το σπαθί, με το σπαθί
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τα βρίσκω σκούρα
(1950)
Λέγεται κοινώς τα βλέπω σκούρα τα πράγματα. Όπου το σκούρα σημαίνει μεταφορικώς, όχι ευχάριστα, αλλά ζοφερά, δυσάρεστα. Περαιτέρω δε ελέχθη και τα βρίσκω σκούρα. Συνώνυμον προς το τα βρίσκω μπαστουνια, αναλογικώς προς το ...
Άνοιξαν τα σκόρδα του
(1950)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τα κάνω θάλασσα, τα θαλασσώνω
(1950)
Εις πολλα ιδιώματα της Ελληνικής η λέξις θάλασσα λαμβάνεται ως μέτρον δηλβτικόν του πολλού, του αφθόνου.Ούτω εις την Αιτωλίαν, Εύβοιαν, Λέσβον και Πελοπόννησον λέγεται ο δείνα ξέρει τραγούδια θάλασσα αντί σαν τη θάλασσα, ...
Τα μετρώ, τα ξέρω 'ς τα δάχτυλα
(1950)
Ο μετρών επί των δακτύλων δεν κάμνει λάθος αριθμητικόν, όθεν τα μετρώ 'ς τα δάχτυλα=τα μετρώ καλά, άρα και τα ξέρω καλά. Αφού δε το 'ς τα δάχτυλα έγινε συνώνυμον του καλά, ελέχθη και τα ξέρω 'ς τα δάχτυλα, έπειτα δε ...