Αναζήτηση
Αποτελέσματα 201-300 από 5686
Αντάγ γιωρκάς μεν σαίρεσαι τζ' αντάν αστοχάς μεμ πλείσσης
Πλήσσω = λυπούμαι
Ο τελλάλης τσεύνα πόσχει τελλαλίζει
Ερμηνεία: Επί υβριστού
Αντάγ γιορκάς μεσ σαίρεσαι, αντ' αστοχάς μεμ πλείσσης
Πλήσσω = λυπούμαι
Η σπάστρα εν μικρή αρκοντκιά
Σπάστρα = πάστρα
Όποιος παρπατεί με τημ μέτραν, εσ σαν την πέτραν
Ο μετρών κάθε του βήμα δεν προοδεύει
Αβκόν-αβκόν τσακκίζει
(1951)
Λέγεται επί δυο αντιπάλων ίσης δυνάμεως. [Αυγόν-αυγό τσακίζει]
Ανήμερα του παναϋρκού χωρκάτης αλλαμένος
Εις της άκαιρως καλλωπιζομένης
Αν δεν μ' αγαπάς, προσγέλα μου
Ερμηνεία: Η πολιτική
Η πολλυσπορκά νικά την ανερκάν
Ερμηνεία: Όπου σπείρεις πολλά, πάντως κερδίζεις τι εν καιρώ σιτοδείας
Επήεν τζαι παντουρίζει μέσ'στα άργκ' όρη
Σημείωση: Παντουρίχω = παντού γυρίζει, περιπλανούμαι
Ξιφτώ, ξιφτίζω
Ερμηνεία: Χρεωκοπώ, γίνομαι πτωχός, κηρύττω πτώχευσιν : “(ο φίλος μας) εξίφτησεν” και “(ο φίλος μας) εξίφτησεν τα” δηλαδή επτώχευσεν
Τον αγαπάς ξητίμαζε τσαι τον μισάς σαιρέτα
Ξητιμάζω=( εξατιμάζω, ατιμάζω) ελέγχω, ψέγω
Ανήμερα του παναϋρκού χωρκάτης αλλαμένος
Ερμηνεία: Επί των ακαιρων τι ποιούντων
Κόφτει το ορμάνιν αν αγκρίστη ο λαός
(1931)
Όταν πρόκειται για δυο που συνδέονται κι ο ένας έχει μεγάλη δύναμη, ενώ ο άλλος είναι αφανής κοντά του και δυσαρεστείται ο δεύτερος με τον πρώτπ. Λοιπόν τον γνοιάζει τον πρώτο;
Αγάπη θέλει φρόνησιν, θέλει κουφερκιοσύνην θέλει λα(γ)ού παρπατησιάν, τζ' ατού γληοροσύνην
(1940)
Η λέξις [κουφερκιοσύνην] έχει εις την παροιμίαν την σημασίαν της υπομονής, μάλλον της επιδεξιότητος. Εκείνος δηλαδή που θέλει να ανταγαπηθή πρέπει να είναι επιτήδειος και υπομονετικός, να έχη χαρίσματα και να μη αποφεύγη ...
Με μισταρκός γρονίση με πετεινός δκνοτίση
(1953)
Να επιζητή κανείς διαρκώς την αλλαγήν
Αδκειασερός παπάς θάβγκει τζαι τους ζωντανούς
(1920)
Σημείωση: Αδκειασερός και αδκειανός = ο μη έχων εργασίαν, αργός
Άρ(γ)κα πωρνή, καλή μέρα
(1920)
Σημείωση: Άργκος = άγριος
Άμα η φτώσεια μπη που τημ πόρταν, η αγάπη φεύκει που το παραθύριν
(1940)
Οταν δεν ικανοποιούνται του βίου αι απαιτήσεις, και δεν πληρούνται αι ατομικαί μας επιθυμίαι και ανάγκαι η ένδεια, αμβλύνουσα την αγάπην και σύμπνοιαν, φέρει μεμψιμοιρίαν και δημιουργεί δυσαρεσκείας και εχθρότητας.
Η αγάπη θέλει φρόνησιν, θέλει ταπεινωσύνην θέλει λαού παρπατησιάν, τζ' ατού γληοροσύνην
(1940)
Ο ταπεινός, η ησύχου χαρακτήρος ευαρεστεί πάντοτε
Τον αγαπάς ξετίμαζε και τον μισάς σ αιρέτα
(1930)
Ξετίμαζε= ύβριζε
Η αγάπη εμ πάνω στα σκατά τζι' αλλοί τον πον να ππέση
(1951)
Λέγεται δια την αγάπην (δια τον τυφλόν έρωτα). Η αγάπη είναι απάνω στα σκατά κι αλοίμονο σε κείνον που θα πέση
Τον αγαπάς ξητίμαζε τζ'αι τομ μισάς σ'αιρέτα
(1948)
Ερμηνεία: Είναι καλύτερα κανείς να βρίζη τον φίλο του, παρά να μη χαιρετά τον εχρό του, ώστε να προκαλή
Αϊος που 'θ θαυματουρκά έν του ταιρκάζουν τά τζνερκά
(1948)
Ερμηνεία: Για όσους έχουν αποκτήσει μια φήμη, χωρίς όμως να δείχνουν κι ανάλογη δραστηριότητα ή δύναμη. Επομένως δεν τους ανήκει η τιμή
Επέρασεν άσπρην νύχταν
(1940)
Ιδίας δι' ὀσους είναι στενοχωρημένοθ ηθικώς
Έννοια πόπκιασεν τοκ κέλλην, πως ακρίβωσεν το χτένιν
Ερμηνεία: Επί των ουδόλως ενδιαφερομένων
Απόν κρόννεται του γονιού, παραγωνιάς τσοιμάται
Ερμηνεία: Επί των δυστυχούντων παρηκόων.
Σαν τα κόνναρα
Περί πραγμάτων αφθόνων και ευτελών
Εγ γλυτζύν σαν μέλιν
(1940)
Πωρνόν εις τήδ δουλλειάν τζ' ανώρας είς το σπίτιν
Πωρνόν = πρωϊ
Στηγ καλήγ γειτοννιάν λιμός εν γένεται
Επί των αλληλοβοηθουμένων
Με τα μηλλοσφόντζίσματα εν κάμνουσιν μηλλόπιττες
Μήλλα = λίπος, πάχος
Διαβάζει και λαίμαργα
(1889)
Ερμηνεία: Επί των δι' οκνηρίαν στερουμένων των προς το ζην
Εφερέμ μας καλόν γιούνιν
(1920)
Σημείωση: Γιούνιν = απάτη, δόλος
Έκαμεν με φάσσαν
(1940)
Εψήλωσε μούττην
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων μεγαλοφρονούσι πολύ ευνοηθέντες από την τύχην
Έκατσε κούππα άπαννη
(1940)
Κάγγαρος
Υψηλός, άσχημος ανήρ ή γυνή
Κότσινα νέφη, μαύρα νερά
(1940)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Οβραίϊκα παζαρλίκια
(1940)
Ερμηνεία: Δι' όσους είναι απαιτητικοί εις αγοραπωλησίας
Αλλού θωρεις τζ' αλλού φουρνίζεις
(1920)
Ερμηνεία: Επί των απροσέκτων
Τσουλλώνει τα φκιά του
(1930)
Δηλαδή κλείνει τα ωτά του δια να μη ακούση, δεν ακούει