Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1401-1500 από 5686
Λείψε με σάλ λείπουν τά ριάλια
(1940)
Τα χρήματα εξοδεύονται καί συνεπώς εκλείπουσι
Το μιτσίν μιτσίλ λιμπούριν, τζαί το μεάλον ξηλειφτούριν
(1940)
Τα μεγάλα ασπρόρουχα πλένονται πλέον γλήγορα παρά τα μικρά
Έκαμεν τήμ μουτσούναν μου ένα κομμάτιν κρήας
(1940)
Με εντρόπιασεν ώστε να μη δύναμαι να αντικρύσω τίμιους
Τζείνος που σε μισά, κάμνει σε τζαί γελάς
(1940)
Ο πράγματι αγαπών κακίζει αντί να κολακεύση την αδυναμίαν
Η μούλα στομ ποταμόγ κατουρά
(1940)
Όπου υγρασία και αναζωογονούσα οροσιά παρετηρήθη ότι εκεί και κατουρά. Και μικρά ευυτυχία ξεκουράζει
Το μοιράσιν έχ χαλάλιν
(1940)
Το αυτοδικαίως ανήκον εις ημάς είναι καλώς αποκτημένον
Όποιος το πάθη μιαβ βολάν, εθ θέλει ποιομ παρατζελιάν
(1940)
Ερμηνεία: Όταν πάθη κανείς αποκτά πείραν
Άλλος το πειν του τζ' άλλος το ξειν του
(1904)
Λέγεται δι' όσους χωρίς να προσκληθώσι δίδουσι ανευθύνους συμβουλάς δι' υποθέσεις άλλων, συσκοτιζούσας την ορθήν σκέψιν
Πελλός εποτζοιμήθην, τζαι πελλόν όρομαν είδεν
(1940)
Δια παραδοξολογήματα και διά παράξενα όνειρα
Πελλός παπάς σ' εβάφτισεν
(1940)
Κοινώς πιστεύεται ότι αν ο παπάς παραλείψη μερικάς ευχάς, το βαπτιζόμενον, ανδρωθέν, θα είναι παράλογον
Άθθρωπος τ' αθθρώπου μοιάζει
(1940)
Ερμηνεία: Είναι πολλάκις μεγάλη η ομοιότης μεταξύ δύο ανθρώπων
Μοιάζουσι σαδ δκυό κόμποι νερού
(1940)
Ερμηνεία: Παραστατική απεικόνισις ομοιότητος
Μμάθκια πούδαν είπασιν τζι΄ εβγκήκαν, οϊ μάθκια πον είδαν τζιαί είπαν
(1951)
Λέγεται δια τους συκοφαντούντας επί των οποίων η τιμωρία θα επέλθη αμείλικτος
Απ' αντραπή τζ' αγγαστρωθή κακόν αγγάστριν ένι
(1920)
Ερμηνεία: Λέγεται όταν τις από εντροπήν χαριζόμενος εις άλλον βλάπτει το συμφέρον του
Ο τζαιρός πουλεί τα ξύλα, τζ΄η φουρτούνα τ΄αγοράζει
(1940)
Ερμηνεία: Αι περιστάσεις δεν είναι πάντοτε ευνοϊκαί
Κάτσε πούττε αναμαλλιάρη, ναρτ' ο Μας να σε κουρέψω
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων εις επείγουσαν ανάγκην μας αντί βοηθείας συνιστώσιν υπομονήν
Αδ δεφ φορήσης παληά, τζηνούρκα εν έσεις
(1940)
Ερμηνεία: Αν δεν εργασθώμεν δεν θα κερδίσωμεν περιουσίαν ώστε να ζήσωμεν εν ανέσει
Έκατσεν τομ μύλον
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων εργάζονται αμελώς και μετά δυσαρεσκείας
Που τον τζαιρόν του Νώε
(1940)
Ερμηνεία: Η κιβωτός του Νώε αποτελεί ιστορικόν σταθμόν
Κατά που σου κάμνουν κάμνε τζαι κατζιάμ μεβ βαστάς
(1940)
Κατά το γραφικόν ρητό “οδόντα αντί οδόντος”
Ούλλα τα κακά τζ' ο λύκος
(1940)
Λέγεται ιδία επί αλλεπαλλήλων ατυχημάτων
Ασ' τον να κουρέβκεται με δεκαχτώ ψαλλίδκια
(1940)
Εικών ειλημμένη από την κουράν των κληρικών που υπέπεσαν εις σοβαρά σφάλματα. Σφραγίς ατιμίας ήτο η κουρά δι' άνδρας και γυναίκας ακόμη και δια πολιτικούς λόγους ιδία επί Λουζινιανών
Ούλλα τα πράμματ' ακριβά τζαί τα κρομμύδκια φόνος
(1940)
Τα κρεμμύδια είναι ευθηνά ως μη απαραίτητος τροφή
Οι Τζυπριώτες μόνοσ στο κατουρκόμ μονοβουλιάζουν
(1940)
Φέρονται ως δυσκόλως ομονοούντες
Όσα τραβά τό κορμίν, φταίει τα η τζεφαλή
(1940)
Ο νούς είναι υπαίτιος δι' ό,τι μας επισυμβή
Εγινήκασιν τζ' οι κότσιροι σινιόροι
(1940)
Δι' ανυπολήπτους που προβάλλουσι με αξιώσεις εξωφρενικάς
Ο κότσιρος τζ' αξ ξεράνη, πάλι κότσιρος ένι
(1940)
Ο πρόστυχος μένει πάντοτε ο ίδιος
Πέψε πελλόν, πήαιννε τζιαί σου ταπισόν του
(1954)
Στείλε τρελλόν και πήγαινε και συ από πίσω του
Δοσ' του πελλού λουκάνικον να σου λαλή πως εζ ζαβόν
(1953)
Πελλός = τρελλός, ζαβόν (το) = στραβόν
Τα κανάτζια πώσιει ο μύλος το νερόν τα κατεβάζει
(1953)
Κανάτζια = θωπείες
Στου κουφού τημ πόρταν όσοθ θέλεις χτύπα, βρόντα
(1940)
Του ηθικώς κωφού δεν κεντάται η φιλοτιμία από προσβολάς και εξευτελισμούς
Ας με κράζουσιγ Κατίνα, τζ' ας λαμπάζω που τημ πείναν
(1940)
Κατίνα αντί Κα(δ)ίνα, εκ του Καδής
Κοφτά τζαί τρικωμίτικα
(1940)
Οι του Τρικώμου (Αμμοχ) φέρονται ομιλούντες χωρίς περιστροφάς
Για πολλούς μαείρευκε, τζαι για λλίους στρώνε
(1940)
Είναι προτιμώτερον να έχομεν περισσότερον φαγητόν, που αν περισσεύση, τρώγεται την επαύριον
Βλέπου του φίλου σου ποττέ μεμ πης το μυστικόσ σου φίλος του φίλου θα το πη, τζ' είναι κακόδ δικόσ σου
(1940)
Την επιτυχίαν του επιδιωκομένου εξασφαλίζει η εχεμύθια
Είμαι η μούλα του Παπαντωνή;
(1940)
Τοπική της Αμμοχώστου κάποιος Παπαντωνης είχε μούλαν που από το αλακάτι ωδηγούσεν εις τον μύλον, κρίνων πως κατά το διάστημα της αλλαγής είχε το καιρόν να ξεκουρασθή. Επί αδιακόπου και επιπόνου εργασίας άνε αναπαύλας
Το μούχτιν ξίδιν έγ γλυτζίν
(1940)
Πάν ότι δεν μας επιβαρύνει είναι πολύ καλόν
Δώσε νερόν να τόβρης ψυσικόν
(1940)
Η αγαθοεργία ευχαριστεί ψυχικώς
Που να σε πάρ' η πουμπάρdα η κουτσοτζέφαλη
(1940)
Ιστορική
Μερ ροτσιάζεις, άνταν έσεις γυάλλινον σπίτιν
(1940)
Δια να υβρίσωμεν άλλους πρέπει να είμεθε άψογοι, άλλως θα προσβληθώμεν ημείς χειρότερα
Εβκήκεν το ροάτζινον, τζ' αρκίζει το νυχτέριν
(1940)
Συνήθως οριμάζει εις εποχήν καθ' ήν άλλοτε, οικουρούσαι αι γυναίκες, ηργάζοντο την νύκτα
Η μπογιά σου εβ βάφει πάνω μου
(1940)
Η επιτηδειότης σου να εξαπατάς τους άλλους δεν περνά σ' εμένα
Είπαν του να σέση, τζ' έβκαλεν τάντερά του
(1940)
Υποθέτομεν ότι έχει δημιουργηθή με κακήν διατύπωσιν και επί το συντομώτερον εξ άλλης παροιμίας. Λέγεται επί των αρεσκομένων να πράττωσιν, αλλά με υπερβολήν το καθετί.
Ποιός είδεν έναν τζαί να κρινίσκη δκυό
(1940)
Η αλήθεια συμφέρει να αποκρύπτεται
Ξύπνα τον άρρωστον, να τοβ βάλης να τζοιμηθή
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων ανοήτως επιμένουσι να κάμωσι ακαίρως ό,τι ήδη έχει γίνει
Όπου βκαίνει σήνα, το αβκόν ελ λυπάται
(1940)
Ο βέβαιος για πλουσίαν ανταπόδοσιν δεν λυπείται να δώση ασήμαντόν τι
Άδε μούτρα για σιδέρωμα
(1940)
Συνοφρυωμένα από πονηράς σκέψεις, όπως τα τσαλακωμένα φορέματα. Η λύπη και αι συμφοραί καταφαίνονται από το περίφροντι προσωπόν μας
Όποιος θωρεί τοβ βουν τσ' ασπρίζει, νομίζει πως εν ούλλος μήλλα
Ερμηνεία: Επί επιπολαιότητος παρατηρητού
Ο Νιόβρης έκλεισε, τα ζευγάρια μεσ' το στάβλο τζι' ούτε βοσκός εις τα βουνά ούτε ζευγάς στον κάμπο
(1958)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Μάρτης χτάρτης τζιαι κακός παλουκοκαύτης
(1958)
Διηγήθηκε μια γριά από το χωριό Άγιος Γεώργιος στην επαρχία Κυρηνείας
Λαός τηφ φτέριν έτριβε, κακόν της τζεφαλής του, τζαι πάλε τηξ ξανάτριβκε, κατζή του τζαι ψυχρή του
(1940)
Όταν κινείται το φτερίκιν, προδίδει την παρουσίαν του λαγού
Ο λαός κάμνει λαούδκια, τζαι το περdίτζιμ περτικούδκια
(1940)
Τα τέκνα συνήθως έχουσι τα αυτά και οι γονείς των προτερήματα και ελαττώματα
Πόθερα λαόν, τζαι πόσπορα περdίτζιν
(1940)
Μετά την σποράν το περτίκι έχει άφθονον τροφήν, και ο λαγός μετά το θέρος. Τότε είναι πλέον ευτραφείς
Όπου λείπει, λείπει τζ' η μοίρα του
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων προσκληθέντες που καθυστέρησαν
Η κουφή, σαμ πίννεις νερόν, εσ σε πειράζει
(1940)
Λέγεται προ πάντος προς μικρά παιδιά, των οποίων πείραγμα δύναται να επακολουθήση πνιγμονή
Ούτε τζαιρός τζαιρού, ούτε παιδίν τζυρού
(1940)
Ερμηνεία: Πολλάκις υπάρχει διαφορά μεταξύ των αισθημάτων
Εν τζείνος που τα εξέρανε τζ΄ έφαν τα
(1940)
Λέγεται επί των λίαν φιλαργύρων
Με τον νουσ σου κάμνεις μπαϊράμι
(1940)
Όχι κατά το ορθόν και νόμιμον
Είδαμεσ σπανούς πολλούς, μα είχαν τρίχαν τζαι μαλλίν
(1940)
Δι όσους άνευ αξίας τινός, υπερφρονούσι
Μεγάλα βούδκια, μεγάλον άλετρον, μεγάλη αυλατζιά, μεγάλοσ σιτάριν
(1940)
Με δυνατά ζώα η καλλιέργεια είναι καλυτέρα και η απόδοσις περισσότερον άφθονος
Ούλλους τους μαύρους Απτουλλάες τους ξεύρεις;
(1940)
Πέρα Πεδί Λεμεσού, Λευκόνοικον Αμμ. Οι άνθρωποι διαφέρουσιν. Ενταύθα μαύρος είναι ο σκλάβος, ως μαρτυρεί το “Απτουλάες”
Μεγλάογ καράβιμ, μεγάλη φουρτούναν
(1940)
Όσον πλουσιώτεροι και ισχυρότεροι είμεθα, τόσον περισσοτέρας τρικυμίας αντιμετωπίζομεν
Εν έβρασεν η πατούνα του μαύρου
(1940)
Δεν έκαμεν όρεξιν δι΄ εργασίαν
Εμάλλωσε με τομ μαύρον
(1940)
Ο μαύρος δηλαδή το κρασί, τον εκτύπησε στο κεφάλι, εμέθυσε
Είπαν του φρένιμου σαράντα φορές πελλέ, τζ' επέλλανεν
(1940)
Η επίμονος επανάληψις, βοηθουμένη υπό της υποβολής, καθιστά πιστευτόν ό,τι λέγομεν
Πάντα του πελλού ταμμάτι, στο μεγάλον το κομμάτιν
(1940)
Δια τους στερουμένους κρίσεως, που δεν είναι εκλεκτικοί μετά λόγου
Εν το πελλόχ χωρκόμ, που γαμούσιν οι καλοήροι
(1940)
Δια κουτούς, που τους εκμεταλλεύεται κατά τον χειρότερον τρόπον ο πρώτος τυχών
Ήβρεγ κουτάλιν ο πελλός, τζ' εδκιάβηκεν ο φρόνιμος
(1940)
Δι' όσους εκμεταλλεύονται τους αγαθούς και μη έχοντας πείραν
Σκότωνε πελλούς, τζαι πκέρωνε τον τζερεμέν τους
(1940)
Δια τους ματαιοπονούντας να διορθώσωσι τους αδιορθώτους με καλάς συμβουλάς
Ο άνθρωπος, άμα ξετυλίξη, εδ δύσκολα να τυλιχθή πκοιόν
(1940)
Όταν αι εργασίαι μας δεν πηγαίνουν καλά, δυσκόλως δυνάμεθα να τας επαναφέρομεν εις την προτέραν των θέσιν
Άμα φακκά το μερίτζιν, έχουμε νερά
(1940)
Προαναγγέλεται βροχή, όταν ακούγεται θαλασσοταραχή από την τοποθεσία Μερετζίν, τοποθεσία προς τον Λαμνίτην, που αντικρύζει την Μόρφου
Φάκκα την τζεφαλήσ σου στον τοϊχον
(1940)
Το κεφάλι, το μυαλό, πταίει και αυτό πρέπει να τιμωρηθή
Θέλεις θέριζε τζαι δίννε, θέλεις δίννε και κουάλε
Ερμηνεία : επί των ευρισκομένων εις δύσκολον λύσιν ή υποχρεωμένων να διεξάγουν το μεγαλύτερον ή δυσκολότερον έργον μιας εργασίας και επί των μη δυναμένων ν΄ αποφύγουν δυσκολίαν ή αμηχανίαν τινά