Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1301-1400 από 5686
Δεντρόν πογ κάμνει καρπόν, κόψε το για το λαμπρόν
(1940)
Το γραφικόν ρητόν
Εσύ ρωτάς για τα ρούχα μου, τζαί τα δικά σου πούντα
(1940)
Δια τους στερουμένους προσόντων μεμφαμένους δε τους άλλους δι' έλλειψιν τάχα τοιούτων
Εν το κουτσόν της αγίας Ελένης
(1940)
Η παροιμία λέγεται επί προσώπων ανησύχων αεικινήτων
Εμ μπιντοπαυλής
(1940)
Έζη κάποτε εις Λάρνακα Παυλής τις φιλάργυρος που περισυνέλεγε το καθετί και το εζεμεταλλύετο. Εκφραστική ευτελέστάτης φιλαργυρίας
Το νερόν του Οχτώβρη, αμ μπορέσης βάρ' το μέσ' στημ πότσαν
(1940)
Η βροχή του Οκτωβρίου είναι γενικώς ωφέλιμος προ παντός διά την κτηνοτροφίαν
Ο καθένας ο νους του εμ πιδκιάβλιν, τζ' όπως θέλει παίζει το
(1940)
Έκαστος πράττει κατά την δικήν του κρίσιν
Όποιος έσει μούγιαν ας κάθεται στο σιός
(1940)
Αι μυίγες αρέσκονται εις το φως και την θερμότητα. Ο έχων λόγους να φοβείται μη αποκαλυφθή ας κρύπτεται
Νηστεύκω σε, Χριστέ μου. Μαμ πον έχω Θεέ μου
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων μάμνουσι κάτι, κατ' ανάγκην και ούχι αυτοβούλως
Ο λαός και το περτίκιν και ο καλό ο νοικοκύρις το Γεννάρι φαίνονται
(1924)
Ο εύπορος χωρικός, μη αναγκαζόμενος να πωλήση το καλοκαίρι τα προϊόντα του ένεκα χρεών ή δι' άλλας ανάγκας, περνά με αυτά εν ανέσει το χειμώνα
Απόσει τζαι πορέβκεται, ποττέ του εμ παντρέβκεται
(1940)
Ο ευρίσκων δωρεάν περιποίησιν δεν επιζητεί χρονιωτέραν τοιαύτην
Έτσι τζ' αλλοιώς επέθανεν ο Μιχαληός
(1940)
Το ουσιώδες δεν είναι η αφορμή και ο τρόπος με τον οποίον απέθανεν, αλλά ο θάνατός του, η απώλεια που υφιστάμεθα
Εσήκωσε τοσ σσύλλον τζ' εκατσεμ μας
(1940)
Ερμηνεία: Επί ψυχράς συμπεριφοράς ή υποδοχής
Ας με κράζουσισ σπασίναν, τζ' ας λαμπάζω που τημ πείναν
(1940)
Ερμηνεία: Επί των ματαιοδόξων που θυσιάζουσι τα πάντα χάριν εφημέρον δόξης
Ό,τι εν να μαειρέψης, έτσι εν να παραδενώσης
(1940)
Ανάλογος προς την διαγωγήν μας είναι η εκτίμησις των άλλων προς ημάς
Ο λύκος στην ανεμοτ αντάραν σαίρεται
(1940)
Διότι έχει ευκαιρίας προς απόκτησιν τροφής
Τα λλία βαρούσιν τα πολλά
(1940)
Τα πολλά λόγια χωρίς λογικήν δεν αξίζουσι ίσα με τα ολίγα αλλά γνωστικά
Τα λλία μυρίζουν λλιασιές
(1940)
Το προθύμως αλλ' εις μικράν δόσιν δεδόμενον μαρτυρεί ανέχειαν
Έκαμεν τον Μαρτίν
(1940)
Ερμηνεία: Δι' όσους είναι θρεπτάρια άλλων, ή εδιορθώθησαν τον χαρακτήρα
Τ έξοδο του γάμου μας η νύφφη εν τ' αξίζει
(1940)
Δι' έξοδα εις πράγματα που απεδείχθησαν υποδεέστερα παρ' ό,το εξετιμήθησαν
Η νύφφη πριν να γεννηθή της πεθθεράς της μοιάζει
(1940)
Διότι γενομένη κάποτε πενθερά θα βασανίση την νύμφη της
Ο νους σου εμ που πάνω που το φέσι
(1940)
Δεν ευρίσκεται όπου έπρεπε να είναι
Άδε νουγ για πίσκοπον
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων έχουσι αξιώσεις μεγαλητέρας από την ικανότητά των
Τάϊσ στόμ πελλόν, να σου σέση τζ' όλας
(1940)
Δι' ασυνειδήτους που, αντί ευγνωμοσύνης, μας υβρίζουσι
Οι παράδες εις τους πελλούς εγ γομάριν
(1940)
Δαπανά ασκόπως αγνοών την αξίαν του χρήματος
Ο πελλός τα κότσιν' αγαπά
(1940)
Δι' όσους ελκύονται τα κτυπητά χρώματα, τα φαντερά πράγματα
Τα ντέρτια τζαι τα βάσανα τρων το κορμίν, τζ' όι η πείνα
(1940)
Τα ψυχικά βάσανα είναι χειρότερα κακά από τα σωματικά
Εχαμέμ με ταούλλιν
(1940)
Από το πολύ ξύλισμα επαραφούσκωσεν όπως το ταούλιν
Απού 'σει γίδκια βλέπει τα τζ' απού τα βλέπει τρώει τα
(1920)
Βλέπω=φυλάττω, προσέχω, τρώ(γ)=επί της σημασίας του νέμομαι, καρπούμαι
Γενιάν γύρευκε τζ' έννοιαν μεν έσεις
(1920)
Σημ. Οι Κύπριοι δίδουν μεγάλην σημασίαν εις την οικογενειακήν υπόληψιν και τιμήν
Τ' αμμάδκια που είαν τζ' είπαν εβκήκαν, τζείνα που 'ν είαν τζ' είπαν πως εδκιαβήκαν;
(1948)
Τα μάτια πού 'δαν κ' είπαν βγήκανε ̇ κι αυτά που δεν [είδαν κ' είπαν πως διαβήκανε;
Όσομ μισώ τα κάρdαμα, στα γένεια μου βλαστούσιν!
(1948)
Όσο μισώ μερικές των ανθρώπων, τόσο κι αυτές παρουσιάζονται σε πρόσωπα του στενού μου κύκλον η και στα παιδιά μου
Περικκέτ βερσίν
(1930)
Τουρκική φράσις παροιμιώδης συνηθεστάτη και παρά τοις Έλλησι χωρικοίς
Καρτέρα ώσπου να βκάλουν οι λαοί τζέρρατα
(1940)
Ουδέποτε, διότι κέρατα δεν φυτρώνουν εις τους λαγούς
Θαρκέσαι όπου καπνίζει μαειρεύκουν
(1940)
Τα φαινόμενα απατώσι πολλάκις
Εν έσει καπνόν χωρίς φωδκιάν
(1940)
Ουδεμία φήμη τελείως ασύστατος
Με ο μισταρκός σου να χρονίση, με ο πετεινός σου να δκιετίση
(1940)
Ο μισταρκός ούτε σέβεται ούτε και εργάζεται, ο δε πετεινός καταντά σκληρός
Άθθρωπος μεθυσμένος, γάδαρος στρατουρκασμένος
(1940)
Ο εν μέθη αποβάλλει τον ανθρωπισμόν του και διαπράττει ανάρμοστα
Μεγάλοι παπάδες, θάβκουν μιτσιά παιδκιά
(1940)
Ο μεγάλος είναι δυνατόν να ζήση περισσότερον χρόνον από τον μικρόν
Τα μετρημένα πρόβατα, ο λύκος εν τα τρώει
(1940)
Όταν προσέχομεν την περιουσίαν μας, διασώζομεν συνήθως αυτήν
Ξυεί τζαί μπαίνει, τζαί τους ανέμους μαζεύκει
(1940)
Ερμηνεία: Επί όσων είναι αδύνατοι και οσημέραι εξασθενούσι
Έννοια που πκιασεν τοκ κέλην, πως ακρίβωσεν το κτένιν
(1920)
Σημείωση: Κκέλης = φαλακρός, στερούμενος τριχών κεφαλής
Γαμεί η αλιντζαύρα τον λα(γ)όν, γιατ' εν ο γέρακας ποπάνω
(1920)
Αλιντζαύρα=σαύρα
Εν να σε δέρω τζ' ας εν τζ' η βέρκα μου ζαβή
(1920)
Σημείωση: βέργκα=ράβδος
Αντάν ψωρηάση ο γείτος σου και σου βοτάνιν γύρευκε
(1920)
Σημαίνει: Ψωρκάζω = ψωριώ
Εί(δ)ες ρκάν τζ' αππή(δ)αν φούρνον;
(1920)
Ερμηνεία: Επί των ανίκανων
Απόσει δέντρα έσει σιός, τσ' απόσει σιός ισοιμάται
(1920)
Η υποστήριξη
Στες εννιά τζ' ο κουφός
(1940)
Δι' όσους απησχολημένοι ή αδιάφοροι, αγνοούσιν ό,τι περί αυτούς γίνεται
Τα νερά πάσισ στηθ θάλασσαν, εν τζαι πάσιν εις τα λαόνια
(1940)
Πιστεύεται ότι τα χρήματα έλκονται εκεί όπου άφθονα τοιαύτα υπάρχουσι
Όποιος πολεμά με τα νήματα, τ' άντερα του ελλύματα
(1940)
Η υφάντική έχει πολλάς δυσκολίας και πικρίας
Τα νέφη αμ παν τηλ Λεμεσόν, λάμνε τζ' εσού ταπισόν
(1940)
Καιρικαί παρατηρήσεις των χωρικών
Οξινιές τα λάχανα, για αλμυρά για ανάλατα, κουτσιά μαειρεμένα
(1940)
Δι' όσους συμπεριφέρονται κατά τρόπον προκαλούντα δυσαρέσκειαν
Οκνιάρην έσεις, τζαί προφήτηγ γυρέβκεις;
(1940)
Ο οκνηρός εφευρίσκει προφάσεις να μη εργασθή
Έκαμεν τήμ μουτσούναν μου, Οβραίϊκομ παζάριν
(1940)
Ερμηνεία: Επί ανθρώπων που προσεβλήθησαν
Πόσα έμαθες; Τα όσα έπαθα
(1940)
Κατά το: παθήματα μαθήματα
Βαρεί η οκά του
(1940)
Δι' όσους υπάρχει λόγος να χαρισθώμεν
Κατά μάναν, κατά κύριν κατά θκειόν καρα(β)οκύριν
(1924)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Πάμεν να πούμεν τα βάσανά μας, τζ' αλλού τα βρίσκουμεν
(1904)
Θλιψις και ατυχία κατά το μάλλον και ήττον δοκιμάζει όλους
Πίττα πόσ σου κάβκεται, άφησ' την να πιττοκάβκεται
(1940)
Ερμηνεία: Εκείνο που δεν μας θίγει ας μη μας απασχολεί
Ο κλέφτης τον ήμισον καιρόν πεινά τον
(1924)
Αδύνατον με τας κλοπάς του να είναι τις πάντοτε ευτυχής
Έπεσεν η μπογιά σου
(1940)
Δι' όσους δεν έχουσι πλέον ισχύν, επιβολήν
Οπώβρεις γέρομ κρέμμα τον, τζαι ρκάφφαράβτζιζε την, τζ' οπώβρεις τζαι την όμορφην κάτσε κολάτζεβκέ την
(1940)
Εις το νησι της Αφροδίτης δεν ξενίζει η τοιαύτη προς τα νειάτα και την ομορφιάν προτίμησις
Ο καδής γαμεί τημ μάνασ σου, τζ' εσού πουν να πας ν' αγκαλέσης
(1940)
Όταν το δίκαιόν μας εξαρτάται από ισχυρότερον μας έχοντα αντίθετον συμφέρον, πως θα τύχωμεν δικαιοσύνης
Ο λόος ο καλός, βκάλλει το θερκόμ που την τρύπαν
(1940)
Ενώ ο κακός τρόπος ερεθίζει, ο καλός αφοπλίζει, μαλακώνει
Κουφή μάνα, καλόμ μωρόν (παιδί)
(1940)
Είτε διότι είναι κωφή, είτε από συκατάβασιν δεν προσέχει τον θόρυβον και την αναστάτωσιν
Το καλομάλαον αρνίν φαίνεται που τημ μάνdραν
(1948)
Μα το καλόμαλλο αρνί φαίνεται από την μάντρα
Τα λλία στα πολλά βαρούσιν
(1948)
Ερμηνεία: Μου φέρνει στο νου εκείνο που είπεν ένας κοινωνιολόγος, ότι οι “φτωχοί γίνουνται φτωχότεροι κ' οι πλούσιοι πλουσιώτεροι”
Ο πελλός τα κότσ'ιν' αγαπά
(1948)
Ερμηνεία: Πείραγμα για κείνους που τους αρέσουν τα κόκκινα, γιατί το κόκκινο θεωρείται το κατ' εξοχήν αρεστό χρώμα στους τρελλούς
Πε, πε, εν να το πη τζ' ο κώλος σου
(1948)
Ερμηνεία: Για τη κατάχρηση, που κάνει κανείς, άμα λέη και ξαναλέη ένα ευχάριστο γι' αυτόν πράγμα
Κάμε την καρκίασ σου μέλιν, τζαι τα σείλη σου παστέλλιν
(1940)
Λέγεται ειρωνικώς δι όσους ορέγονται κάτι, το οποίον ενώ είναι ανώτερον των δυνάμεων των ελπίζουσι να το έχωσι
Τζ' η αγία Τζερκατζή καμάρα ένι τζαί γύρνει
(1940)
Όσον και αν είναι πολυσήμαντος έχει κατωφέρειαν όπως η καμάρα,κλίνει και παρέρχεται
Έκαμεν τογ κόκκον βώλον
(1940)
Ερμηνεία: Επί των εκείνων που μεγαλοποιούσι και τα ελάχιστα
Το μαγαζίθ θέλει πόδιγ κομμένον
(1940)
Δεν πρέπει, να αμελή κανείς την εργασίαν του. Κάποιος βρήκε αρχαίον γδοσέρι χρυσαφένιο και το επούλεησεν εις χρυσοχόν ο οποίος του εσύστησε να του φέρη και γdίν. Όταν το εύρε επήγε στον χρυσοχόν αλλά δεν τον εύρε και το ...
Λείψε με, τζ' άς τρώω κόνναρα
(1940)
Τα κόνναρα, καρπός τής παλλούρας, πτωχότατος ως τροφή
Τα παθήματα μαθήματα
(1940)
Ερμηνεία: Από κάθε κακόν ωφελούμεθα διδασκόμενα να είμεθα προσεκτικοί
Όσοι μήνες έχουν ρ το κρασίν χωρίς νερό. Όσοι δεν έχουσιν ρ το κρασί με το νερό
(1924)
Όσοι δεν έχουσιν ρ το κρασί με το νερό πρέπει να πίνεται
Εν το ζωμίν του ζωμιού του λαγού
(1940)
Κάποιου ο κουμπάρος εδώρησεν λαγόν. Προσκληθείς να φάγη έφερε και δύο άλλους, τον κουμπάρον του και τον κουμπάρον του κουμπάρου του. Επειδή εσέρβιραν μόνον ζουμί ερωτηθείς ο πειραχθείς οικοδεσπότης απήντησεν ότι ήτο “το ...
Λάϊν Τζυρκώτικον, μέλιν Αθηαινίτικον, σιτάριν Ακαθκιώτικον
(1940)
Τα είδη αυτά, με προέλευσιν ως ανωτέρω, θεωρούνται τα καλύτερα
Επάθαμεν σαν τα παιδκιά του λαού
(1940)
Δι' όσους μένουσιν άνευ οδηγού και παραστάτου
Η νουρά του αππάρου ποτέ έσει παμόν, τζ' η μισταρκά εν έσει
(1940)
Η δουλειά δεν απολείπει ποτέ, και ο υπηρέτης, αδιάθετος η υγι'ης, είναι υποχρεωμένος να εργάζεται
Όποιος μάσεται με μέτρα, στέκει πάντα εις τημ πέτρα
(1940)
Ο διεξάγων τας υποθέσεις του μετ' εποσταμένης μελέτης ευρίσκεται πάντοτε επί στερεού εδάφους
Έκαμες τα μούτρα μου, σαδ δκυό ώρες μεσάνυχτα
(1940)
Οι στιγματισθέντες ηθικώς δεν έχουσι το θάρρος να αντικρίσωσι τον κόσμον
Με το μήνυμα χατζής εγ γίνεται κανένας
(1940)
Αι σοβαραί υποθέσεις δεν διεκπεραιούνται με διατα γάς εκ του μακρόθεν
Εν η κουφή του Πεντασσίνου
(1940)
Κουφή = φίδι
Έφανα τ' αντρός μου πουκάμισον, τζαί λείπει τόμ πρός τζαί πίσω, τά πλευρά τζαί τά μανίτζια
(1940)
Δια συζύγους οκνηράς καί αδιαφόρους αλλά καί δι' όσους αμελούσι τάς υποχρεώσεις των