Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1691-1700 από 1885
Εσύ όντεν επέγ΄νες εγώ έρχουμουν
(1929)
Ερμηνεία: Όταν πήγαινες εσύ, εγώ ερχόμουν
Η γλώσσα ζογρό γερτέ τσείται, δεν κλαδία κ' έχ'
(1929)
Καθόλου κλαδιά δεν έχει
Είνας πεντικός έφαεν τ' αλεύρα, κι όνταν ερωτούνε σε λές οι πεντικοί έφαγαν ατα!
(1929)
Ένας ποντικός έφαγε τ' αλεύρια κι όταν σέ ρωτάν λές “οι ποντικοί τά έφαγαν. Επί ενοχοποιήσεως πολλών διά τό πτάισμα ενός
Ο Θεόν δί' τα φάβατα 'ς εκείντς πη 'κ' επορούν να τρών άτα
(1931)
Ο Θεός δίνει τα κουκιά σ' εκέινους που δεν μπορούν να τα φάγουν
Έμ τ' ωβού τ' απέσ' έμ τ' ελαιάς τ' έξ' κανείς 'κί δί' σε
(1929)
Δέ σου δίνει. Μιά εργασία δέν ημπορεί νά είναι ωφ' όλας τάς απόψεις επικερδής
Ξύλ΄ αλεύρα ΄κ΄ έχομε, τ΄ άλλα όλα έχομε
(1931)
Ξύλα, άλευρα, δεν έχομε, όλα τ΄ άλλα έχομε
Ο Θεόν δί' το τέρτ', δί' και το τερμάν'
(1931)
Ο Θεός δίνει το ντέρτι δίνει και το γιατρικό
Έντεκα και το παρχάτσ' δώδεκα
(1929)
Ένδεκα και το μπακράτσι δώδεκα
Πού φάης βρομούν ναί πού δώκης μυρίουν
(1931)
Όσα τρώς βρομάν κι όσα δίνεις μυρίζουν. Ινεπ. Τά τρωγόμενα χάνονται, τα διδόμενα δι αγαθοεργούς σκοπούς μένουν
Πού θωρεί λέειν το, πού 'κε θωρεί μενά τον
(1931)
Όποιος βλέπει του το λέγει, όποιος δε βλέπει του το μηνά