Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1201-1300 από 3101
Που δε bαινα το σπίτι dου, πέφτει και το bλακώνει
(1963)
Λέγεται και όταν επαινή κανείς κάτι δικό του και όταν το κατηγορεί
Παίζ' ο λύκος με τ' αρνί;
(1963)
Δηλαδή ο αδύνατος, ο φτωχός, ο μικρός δεν πρέπει να αντιτάσσεται στον δυνατό, τον πλούσιο, τον μεγαλύτερο, γιατί θα βγη νικημένος
Εθέλησε gι ο Βριός να καβαλλικέψη κι ευρέθηκε μέρα Σάββατο
(1963)
Ο Βριός = ο Εβραίος
Επά νερό κι' εκεί νερό και που να πέσω να πνϊώ;
(1963)
Λέγεται, όταν ένας άνθρωπος βρίσκεται δε δυσχέρεια, σε αδιέξοδο και δεν ξέρει τί να κάμη, τί να αποφασίση
Να 'δα η πολλοιάdρα...
(1963)
Που έχει πολλούς άντρες
Ο σορόκος, λέει, ταράζει σαράdα οργυιές τη θάλασσα κάτω
(1963)
Δηλαδή είναι άθλιος καιρός
Ξεραίνει το σκατό dου
(1963)
Λέγεται για να χαρακτηρίση τον τσιγκούνη
Κατά το πέσιμο, επά θάμαι κι' αύριο, πουλεε gι' ο Στρατηχότζας
(1963)
Λέγεται, όταν προβλέπεται αργοπορία
Ο παπάς μας ο καλός κι΄Αρβανιτονικολός
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται ειρωνικά για άνθρωπο, που θεωρείται καλός, ενώ πράγματι δεν είναι
Παστρικό, σα τζη κόττας τα ποδάρια
(1963)
Λέγεται ειρωνικώς για κάτι που δεν είναι καθαρό
Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή ο άνθρωπος πρέπει να ασχολείται με ένα μόνο επάγγελμα για να το ασκή επιτυχώς
Ο παπάς και το ραβδί του
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται για τον άνθρωπο, που δεν έχει υποχρεώσεις, που είναι μόνος και ανεξάρτητος
Μόνου το bαπά και το διάκο βάνει μέσα
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται για το μικρό σπίτι
Τα παιδιά, α δεν είχανε παιδείες, δεν ήθελε να τα λένε παιδιά
(1963)
Παιδείες = Βάσανα, παιδεμούς, κόπους, φροντίδες
Ευτό παλιό κι' άλλο καινούργιο
(1963)
Δηλαδή κάτι που έγινε δεν πρέπει να μας απασχολή πια
Όποιο νερό μέ πνίξη, θάλασσα λοάται
(1963)
Δηλαδή, δεν ενδιαφέρει η αιτίας μιάς συμφοράς, ενός κακού
Το παιδί μο' πάdρεψα κι' ήκαμα το 'είτονα κι' όχι κοdοείτονα, μόνου μακρυοείτονα
(1963)
Δηλαδή όταν το παιδί παντρευτή, απομακρύνεται από τους γονείς του
Η παπαδιά τόφερεν εφέτι τ' αλάτσι, δε dόφερεν ο παπάς
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή ο καθένας αποδίδει αξία σε ότι έκαμε ο ίδιος, λυπάται τον κόπο του
Το gακόν άθρωπο τονε σημαδεύγει ο Θεός
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Και μες στο σάκκο σεχα!
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Καλός σασμός στον αύλακα και μη μαΛλιά στ' αλώνι
(1934)
Πρόσεχε να λαμβάνης όλα τα αναγκαια μέτρα προς ευόδωσιν ενός έργου αποφεύγων τας περιπλοκάς
Βάνει κι η κοσκινού τον άdρα τζη με τσι πραματευτάδες
(1934)
Ομοία τη: Μπαίνει κι ο καλαθοβεργοδότης μαζί με τσι τενχίτες
Ο παπάς και το ραβδί dου
(1934)
Ερμηνεία: Είναι νοικοκύρης, ανεξάρτητος
Μέσ' στα νύχια μ' ακλουθά
(1930)
Έρχεται κοντά μου. Δεν πάω πολύ πιό εμπρός. Με παρακολουθεί. Μ' αγαπά κι έρχεται πάντα εκεί που 'μαι
Α δε βρέξης κώλο, ψάρι δεν dρως
(1963)
Δηλαδή, αν δεν κοπιάση κανείς, δεν απολαμβάνει
Δε δα (ιδές δα) το σκύλο στη στάχτη κι αμ' έλα μου στ' αλεύρι
(1930)
Παροιμία που λέγεται για τους ανθρώπους που κατραδέχονται να ζητάνε ή να κλέφτουν παραμικρά, τιποτένια πράματα
Το παχύ με τ' αχαμνό να παχύνου gαι τα δυό
(1930)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Από που βαστά η σκούφια dου;
(1930)
Από ποιό τόπο είναι; Από ποιά οικογένεια κατάγεται;
Όποιο νερό μέ πνίξη, θάλασσα λοάται
(1930)
Λοάται = λογίζεται
Ήgιξε dο μαχαίρι στο κόκκαλο
(1963)
Δηλαδή το πράγμα στο απροχώρητο
Σημάδια χωργιανένα, μου ίνουνται, 'υναίκα!
(1925)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Όλα dα πουλιά μισεύγου κι΄ο τουρλίτης απομείνει
(1934)
Επί του διαρκώς παραμένοντας εις τινά τόπον
Πιάσ' να πιης!
(1928)
Δηλαδή, ούτε λόγος μπορεί να γίνη γι' αυτή τη δουλειά
Δε ντα βγάνω σε κεφάλι
(1928)
Δεν αντεπεξέρχομαι
Ο κλέφτης το εβέdισμα 'ια παναΰρι τόχει
(1963)
Λέγεται, για άνθρωπο, που δεν θίγεται για πράξεις του άξιες μομφής
Χίλια λόια κι έναν άσπρο κι εκείνο κρίμας είναι
(1963)
Λέγεται, όταν ενδιαφερώμεθα δήθεν για το συμφέρον ενός άλλου, ενώ αποβλλέπομε στο δικό μας
Κάνεις το λοαριασμό χωρίς το dαβερνιάρη
(1963)
Λέγεται, όταν υπολογίζης κάτι χωρίς να λαμβάνης υπ' όψη όλους τους παράγοντες γνωστούς ή απροόπτους
Καλά 'dα λόια σου, μα βρωμού dα χνώτα σου
(1963)
Λέγεται, όταν μας κάνουν μια υπόδειξη ορθή αλλά δύσκολα πραγματοποιήσιμη
Που δε ξοδιάση, δε σοδειάζει
(1930)
Λΐα σου λέω, μα πολλά κατάλαβε
(1963)
Λΐα = λίγα
Ο λωλός με τόνειρό dου ήβλεπε dο ριζικό dου
(1963)
Λέγεται, όταν κάποιος κάνη αισιόδοξα, αλλά ανώτερα των δυνάμεών του σχέδια για το μέλλον του
Όνομα και μη χωριό
(1963)
Λέγεται, όταν σχολιάζοντας μια πράξη, μια απρέπεια ενός προσώπου, αποφεύγωμε να αποκαλύψωμε το όνομά του
Άλλος κάνει κι' άλλος βρίσκει
(1963)
Η Άλλοι κάνουν gι' άλλοι βρίσκουσι. Λέγεται όταν φορτώνουν την ευθύνη σε κάποιον ανεύθυνο
Εκάην εδά το πάπλωμα, μα κι΄οι ψύλλοι, οι διαόλοι τσ' επήρανε
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Η δουλειά κάνει τα φύλλα και η κοπρϊά σταφύλια
(1963)
Δηλαδή χρειάζεται δουλειά και κοπρϊά γιά να αποδόση η γή
Τη δουλειά πόχεις να τή gάμης αύριο, ά bορής, κάμε την απόψε
(1963)
Δηλαδή όσο εγκαίρως μπορείς, να κάνης τή δουλειά σου
Το dριμύ ξείδι σπά τ' αγειό dου
(1963)
Λέγεται για τον ευερέθιστο, τον πεισματάρη.Αγειό = το δοχείο που το περιέχει
Δυό κεφαλές σε μιά περεττίνα δε χωρούνε
(1963)
Δηλ. Δυό αφεντικά δε χωρούνε σ' ένα νοικοκυριό. Μπερέττα = είδος καπέλου ανδρικού πλεκτού από λευκό βαμβακερό υφάδι, σαν σκουφί
Κι οι δυό πέτρες το βγάνου d' αλεύρι
(1963)
Δηλ. Σε μια οικογένεια πρέπει όλοι νσ βοηθούν, να εργάζωνται για να μπορούν νσ ζήσουν
Αbρός να περάσ' η νύφη κι' ο 'αbρός
(1963)
Abρός = μπρός, αbρός = γαμπρός. Λέγεται, σαν αστείο, όταν θέλη κανείς να περάση και υπάρχουν εμπόδια
Οπού θέλει να ζυμώση πέdε μέρες κοσκινίζει
(1934)
Ο θέλων να επιτύχη τι λαμβάνει τα μέτρα του εκ των προτέρων εγκαίρως
Όμορφέ μου, “είdα θα φάμε”; Κί άσκημέ μου, “κάτσε να φάμε”
(1934)
Ερμηνεία: Επί συζύγου, ωραίου μεν αλλά πτωχού, ασχήμου δε αλλά πλουσίου
Όποιος σκάβγει το λάκκο d' αλλονού, ανοίει τον εδικό dou
(1963)
Δηλ. όποιος επιχειρεί να κάμη κακό σε άλλον, το παθαίνει ο ίδιος
Άλλοτες εψωμοπούλου gαί τώρα ψωμοζητώ
(1963)
Ψωμοζητώ = ψωμαοράζω. Λέγεται όταν ένας ευκατάστατος φτωχέψη, πχ. Άλλοτες ήτονε πρωτοζευγάδισσα και τώρα ζητά 'έννημα να ρίξη των ορνιθιώ τζη. Επά 'δα ταιριάζει το λακριδί, πως άλλοτες εψωμοπούλου. Πρωτοζευγάδισσα = γυναίκα ...
Δουλειά καμωμένη παράδες αναμένει
(1963)
Δηλαδή όταν δουλέψης, είσαι ήσυχος γιά την πληρωμή σου, έστω κι' άν δεν την πάρης αμέσως
Κάθα bόδιο 'ιά καλό
(1963)
Λέγεται σάν παρηγοριά, όταν μάς τύχη εμπόδιο. Επίσης, όταν από κάποιο εμπόδιο προκύψη ωφέλεια ή αποτραπή κακό
Που προλάβει και στο μύλο
(1928)
Όποιος προφτάξει θ' αλέση. Όποιος είναι πιο άξιος θα γεμίση τη στάμνα του, και κει που τη βάζει στην κάνουλα μπορεί να πη την παροιμία
Στο καλάθι δεν χωρεί και στη γκούφα περισσεύγει
(1928)
Δηλαδή δεν είναι καλός
Ήπηρα στα ποδάρια
(1929)
Κυνηγούσα. Έλα να σε πάρω στα ποδάρια να δούμε, να σε πιάσω θέλω
Φτωχός αξεχρέωτος μεγάλος άρχος είναι
(1934)
Ο μη οφείλων πτωχός είναι μέγας άρχων
Κι η πολλή gαλωσύνη ναι μισή ζαβάγρα
(1928)
Ζαγάβρα = κουταμάρα
Νά 'τον η ζήλεια κασίδα θε να κασιδιάζαν όλοι
(1934)
Η δύναμις της ζηλοτυπίας
Τέθοια ώρα τέθοια λόϊα
(1930)
Για το ξαφνικό
Αλοίς τον πού λείπ' α τό άμο dου
(1928)
Άμο = Γάμο
Στη dρυπανιά ξίζει το καρφί
(1934)
Εις την κατάλληλον dιγμήν πρέπει να ενεργήσης
Όπου 'ναι 'να gοπελάκι είν' ένα αγιάκι όπου 'ναι δυο κοπελάκια 'ναι δυο διαολάκια
(1930)
Δηλαδή όταν ένα παιδί είναι μονάχο, είναι ήσυχο, ενώ δυο μαζί κάνουνε φασαρία
Αέρας είναι πού φυσά, μα θά σιανεμέψη καί θα 'ρθη κι η σιανεμιά στά χέρια μου να πέση
(1928)
Ο ερωτευμένος δηλαδή πάντα ελπίζει. Η σιανεμιά = μπουνάτσα, χωρίς αέρα
Του αbανά πολεμά και φτός
(1928)
Του αbανά = Του κακού, στου αγέρα
Σημερνός κι αυριονός
(1928)
Έχει λίγες μέρες ζωής
Στο dόπο σου πουλείς τη Βενεθιά
(1934)
Τα εις την ιδιαιτέραν πατρίδα δυνατά είναι αδύνατα εις την ξένην
Ο άdρας είν' αοραστής
(1930)
Για τους λεύτερους που παίρνουν δηλαδή όποια θένε. Είναι πιο εύκολο
Άλλα λόϊα ν' αγαπιόμεστα
(1928)
Όταν δε με συμφέρει ν' ακούω κάτι που αλλάζω τα λόγια λέγεται η παροιμία
(Ω καμένη!) μεγάλη 'ν' η καταπίρθα ντου λαιμού σου και κατηπίνεις ό,τι κι αν ακούσης
(1928)
Όταν λένε κακά λόγια και δεν στρέφη απόκριση
Δε θα σου βγάλουν το κεφαλομάντηλο!
(1928)
Μωρή, πάαινε σα και μπέρκι μου να σου βγάλουνε το κεφαλομάντηλο, δηλαδή δεν πιστεύω να σε προσβάλλουνε, να σε κατηγορήσουνε
Α τη γκεφαλή ντο 'ξέβηκε ντώρα φτος
(1928)
Έφταιγεν ο ίδιος κι εχάθηκε
Θα τονε βγάλης το κεφαλομάντηλο
(1928)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Στο καυκί ντου ουρανού
(1928)
Πολύ ψηλά