Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1101-1200 από 3101
Εφίλησα τα ποδάρια ντου
(1929)
Τον παρεκάλεσα πάρα πολύ
Όποιος κάθεται τρώει τα ρούχα dου
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται κυριολεκτικώς για ένα, που κατά σύμπτωση κάθεται άεργος, και για τον τεμπέλη
Κάλλια σα bου λένε, παρά σα bου θένε
(1963)
Λέγεται σαν έμμεση διάψευση ευνοϊκής, αλλά όχι αληθινής φήμης, που διαδίδουν άνθρωποι, που μάλλον θένε το κακό μας
Καθαρή gαρδιά (ή gαρδία) κι όπου θέλης πάτα
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Φωνή λαού, οργή Θεού
(1963)
Δηλαδή η λαϊκή αγανάκτηση κατά των αδίκων ισχυρών προκαλεί την τιμωρία τους από τον Θεόν
Βαρειά 'ν' η καλοερική
(1963)
Λέγεται για μαι δύσκολη δουλειά
Το μοναστήρι να' gαλά και καλοέροι όσοι θές
(1963)
Δηλαδή όταν υπάρχουν τα μέσα, όλα είναι εύκολα, όλοι είναι πρόθυμοι να υπηρετήσουν
Ω και κρίμας τα μνημόρια ναν' αδειανά!
(1963)
Λέγεται αντί πη κανείς τι καλά που θα ήτανε, αν είμαστε πεθαμένοι!
Μοναχοιός κι' αφέdης
(1963)
Δηλαδή κάνει ότι θέλει, ότι του καπνίσει,είναι αφεντικό
Bρος στα κάλλη τ' είν' ο πόνος;
(1963)
Λέγεται όταν κάποιος αψηφά τον πόνο, προκειμένου να φανή όμορφος
Το κακό σκυλί ψόφος δε dο πιάνει
(1963)
Π. χ. “Αρρωστημένος ήτονε κι' ήλεια πως θα απεθάνη, μα 'γλύτωσε dη bάλι. Το κακό σκυλί, λέει, ψόφος δε dο πιάνει. Αν ήτονε κανένας χρήσιμος άθρωπος, ήθελε ναναι δέκα βολές απεθαμένος
Από Μαρτιού καλοκαιριού κι' απ' Άουστο(ς) χειμώνας
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή το καλοκαίρι αρχίζει από τον Μάρτη και ο χειμώνας από τον Αύγουστο
Κάθα Μάρτη και Σοdέbρη ίσα το μερόνυχτο
(1963)
Ερμηνεία: Είναι ισημερία
Δε νοά να μοιράση δυο αδάρ άχερα
(1963)
Λέγεται για το άπειρο, τον ανίκανο
Θα μου κόψης το νερό να ψηού dα λάχανα
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τση νύχτας τα καμώματα τα θωρεί (ή τα βλέπ') η μέρα και 'ελά
(1963)
Δηλαδή η δουλειά, που γίνεται νύχτα, δεν είναι ποτέ καλή
Όξω νους και πέρα βρέχει
(1963)
Λέγονται για τον αμέριμνο, τον αδιάφορο
Η ούλα κάστρα πολεμά και χώρες διαομίζει
(1930)
Λέγεται για το φαϊ. Δηλαδή όλα για το πλούτος, για το φαϊ γίνονται και οι πόλεμοι και οι καταστροφές.
Δε gάνουν dα λεφτά τόν άθρωπο, ο άθρωπος κάνει τα λεφτά
(1963)
Δηλαδή τα χρήματα δεν δίνουν αξία στον άνθρωπο
Νάλειπες εσύ κάλλια 'πάαινα 'ώ
(1963)
Λέγεται όταν ένας άνθρωπος γίνεται εμπόδιο σέ άλλον
Πότ' ο Ιάννης δε bορεί, πότ' ο κώλος του πονεί
(1963)
Λέγεται για άνθρωπο, που είναι διαρκώς αδιάθετος, τραυματισμένος
Να ξυπνήσ΄ η κουρεμένη και να δη το πάπλωμά τζη
(1963)
Λέγεται όταν ένας υπερήφανος άνθρωπος υφίσταται μείωση, που ποτέ δεν θα μπορούσε να την φαντασθή
Το ξύλο 'βγεν α' τη bαράδεισο
(1963)
Δηλαδή ο δαρμός είναι ωφέλιμος
Σαν τα εφτάμενα πουλλιά να 'ρθης
(1924)
Πολύ γρήγορα
Όποιος παρα κάθεται ακούει τσοι bοbές του
(1928)
Ερμηνεία: Παρακάθεται = πάει σε ξένει πόρτα κρυφά κι ακούει τι λένε μέσα
Σαν πεινώ και δε νυστάζω όσο θέλεις σκέπαζέ μου
(1928)
Όσο και να με σκεπάζεις δεν θα κοιμηθώ αφού πεινώ και δε νυστάζω
Πέρισ' εκάην το μουνί κι' εφέτι τσίκνα τ' όβρε
(1928)
Τσίκνα = βρώμα του καμένου
Ο κόρακας δε gάνει περιστέρι, πάλι κόρακα θα κάμη
(1963)
Λέγεται για την ομοιότητα των παιδιών προς τους γονείς στα ελαττώματα
Τέθοιες κεφαλές τέθοια θένε
(1963)
Λέγεται σε άνθρωπο, που έπαθε κάτι, ενώ θα μπορούσε να το αποφύγη, αν ήτανε περισσότερο προσεκτικός
Κανείς δε κάνει σα bου πρέπει
(1963)
Δηλαδή κανείς δεν είναι τόσο εν τάξει όσο έπρεπε να είναι
Αν ήτονε καλή η κουdουβερνιά, ήθελε νάχουνε δυό άdρες μιά 'υναίκα
(1963)
Δηλαδή το καλύτερο είναι να κάνης μόνος τις δουλειές σου
Ό,τι νάχη ο κόσμος, έχει κι' ο Κοσμάς
(1963)
Δηλαδή όταν υπάρχει αφθονία, ζει και ο φτωχός
Όλες οι καμινάδες, που καπνίζουνε, δε μαερεύγουνε
(1963)
Λέγεται κυριολεκτικώς καιμεταφορικώς
Μαdηλαριά βάλε στο πατητήρι σου να τρέχη σα dη βρύση
(1963)
Μαντηλαριά= είδος σταφυλιού, διάφορα είδη σταφυλιών, όλα τα είδη κάνουν πολύ κρασί
Αλίς του, πού λείπ' απού τό άμο dου
(1963)
Δηλαδή όταν δέν παρακολουθής αυτοπροσώπως τις υποθέσεις σου, ζημιώνεσαι
Κάποιο λάκκο κρύβγει η φάβα
(1963)
Δηλαδή κάτι υποκρύπτεται
Ας το πω, κι' ας κοπώ
(1963)
Δηλαδή θα πω εκείνο, που θέλω, αδιαφορώντας για τις συνέπειες
Είπα 'ώ, ας πη κι' άλλος
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Που μέλλει να πνιή, πότε δεν απεθαίνει
(1963)
Δηλαδή δεν μπορεί κανείς να ξεφύγει το γραφτό του
Οπόχει κόρην ακριβή, του Μάρτ' ο νήλιος μη dη δη
(1963)
Ερμηνεία: Ο ήλιος του Μάρτη καίει πολύ
Παίζ' ο λύκος με τ' αρνί ύσπου να 'βρη τη βολή
(1934)
Ερμηνεία: Επί του καλώς συμπεριφερομένου μέχρις ου κατορθώση τον δόλιον σκοπόν του ήτοι την καταστροφήν του αδυνατου θύματος αυτου
Σκαμνί ποδάριν ήσπασεν άλλο στο dόπο bαίνει
(1934)
Εύκολος η αντικατάστασις, ουδείς αναντικατάστατος
Η παdρειά και το τσικάλι θέλει αναγκαση μεγάλη
(1934)
Δηλαδή κόπον
Οπό 'χει πολύ bιπέρι βάνοι και στα λάχανα
(1934)
Ερμηνεία: Επί πλεοναζόντων αγαθών
Του Ρωμιού η γνώση υστερά 'ρχεται
(1934)
Ο Έλλην δεν προνοεί. Σφάλλεται και μετανοών προσεχει
Οπου πονεί ρεμέdιο 'υρεύγει
(1934)
Ο ασθενών ζητεί φάρμακον, ο έχων αναγκην επιζητεί και πλήρωσιν αυτής
Απού τόνα μ' αφτί bαίνου gαι βγαίνουν α' τάλλο
(1963)
Λέγεται όταν αδιαφορούμε για κάτι,που λένε εις βάρος μας ή όταν δεν δίνωμε σημασία σε συμβουλές.
Dρίτης του βουνού, βασιλικοί ιατροί, dρίτης του νερού φκυάρι κι αξίνη
(1934)
Ο όφις του ύδατος πλέον επικίνδυνος από του του όρους
Άνθρωπος από ενιά και σκύλλος από μάdρα
(1930)
Οι άνθρωποι των καλών οικογενειών ως κ' οι σκύλλοι των μαντρών (οι τσοπανόσκυλλοι) ξεχωρίζουνε είναι καλύτεροι
Κάλλια πρώτος στο χωριό μου παρά δεύτερος στη bόλη
(1963)
Bόλη = πόλη; Πόλη; (Κωνσταντινούπολη)
Καλημέρα, bάρbα, λέει, κουκκιά σπέρνω
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Σε ξένο gώλο εκατό ξυλιές
(1925)
Όπ' ανεκατώνεται με τα πίτερα το dρών' οι χοίροι
(1934)
Εξευτελίζεται και κακοπάσχει ο αναμειγνόμενος εις ζητήματα και συναναστροφές κατωτέρας της θέσεώς του
Α δε dο κόψης, δε ξεματώνει
(1931)
Μα χωρίς να με πειράξη ήθελε να 'μαι κακιωμένος μαζί dου; Α δε dο κόψης, δε ξεματώνει, λε ένας λόος
Ο νήλιος, λέ', εκαυκήστηκε bως δεν αφίνει το Μάη χλωρό χόρτο
(1963)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Αbασαδούρου κεφαλή ποτέ κομμό δεν έχει
(1963)
Δηλαδή ο απεσταλμένος δεν έχει ευθύνη
Αμαρτωλός τρώει και κρυώνει
(1963)
Ο αμαρτωλός τρώει και κρυαίνει. Το λένε το χειμώνα όταν κρυώνη κάποιος την ώρα που τρώει
Μαθημένον ει' d' αρνί να διπλοκουρεύγεται τσίκου τσίκου η τσιπίδα
(1963)
Τσίκου τσίκου = μίμησις του ήχου της ψαλίδας
Μετά (ή: ύστερ' απου το) Χριστό, κάθα προφήτης γάδαρος
(1963)
Λέγεται, όταν κανείς φθέγγεται
Όποιος πορπατεί μαθαίνει, κι' όποιος γυρεύγει βρίσκει
(1963)
Λέγεται κυριολεκτικώς
Πρώτο προκοσύφωνο κι' υστερνή διαθήκη
(1963)
Δηλαδή, το πρώτο προικοσύμφωνο και η τελευταία χρονικώς διαθήκη κατισχύουν
Η παρέα 'ναι παρέα
(1963)
Ερμηνεία: Δηλαδή η συντροφιά οπωσγήποτε πρέπει να μη διαλύεται
Το ζωdόβολό 'ναι ως το μάθης
(1963)
Ως = Όπως
Όξω πάλι έπεσα dα καράβια σου;
(1955)
Το λένε, όταν σε δούν λυπημένο για ασήμαντη αφορμή
Σαν απεθάνω με συναχι, τύφλα ναχη η χολέρα
(1963)
Ή η πανούκλα
Όποιος απεθάνει εφέτι δε φοβάται του χρόνου
(1963)
Λέγεται ενθαρρυντικώς, σαν αστείο, σε συζήτηση για το θάνατο
Ένας αέρας (ή άνεμος), που δε σε πειράζει, ασ' το gι' ασ φυσά
(1963)
Δηλαδή, δεν πρέπει να αναμιγνύεται κανείς σε υποθέσεις, που δεν τον αφορούν
Ήβγε dου θεριστή τόνομα κι άρα θερίση κι άρα μη θερίση
(1963)
Λέγεται, όταν κάποιος διαφημισθή, ανεξαρτήτως, αν αξίζη ή όχι
Η όρνιθα σκαλίζοdας ήβγαλε dο μάτι τζη και ξανασκαλίζοdας ήβγαλε gαι τ' άλλο τζη
(1934)
Ο ακαίρως και αφρόνως αναμειγνυομένος εις επισφαλή ζητήματα υφίσταται εν τέλει μη αναμενόμενα υπ' αυτού κακά
Τα λόϊα 'ναι λόϊα και τα μακαρόνια το 'χου dο φαΐ
(1934)
Σημασία δεν έχουν οι λόγοι αλλ' η ουσία
Ξένα πόνια, ξένα 'έλοια
(1934)
Ξένος πόνος, ξένη χαρά, δεν τα αισθανόμεθα ως ιδικά μας
Ο καιρός πουλεί τα ξύλα κι΄η φουρτούνα τ΄αοράζει
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται όταν είναι ανάγκη να κάμης κάτι, έστω και με ζημιά σου
Όποιος κάθεται στο νουdά, τρώει και το τσουρβά
(1963)
Ερμηνεία: Όποιος βοηθά κάπου, συχνάζει κάπου, κάτι θα ωφεληθή, θα προτιμηθή από άλλους
Όποιος δε βάλη τη Μεγάλη bαρασκευγή πρωτόβαρτα ρούχα, θα πέση με το gούκκο
(1963)
Ερμηνεία: Το έλεγαν οι παλαιοί. Έπρεπε να βάλουν τη Μεγάλη Παρασκευή καινούργια ρούχα
(Τέτοιες δουλειές) δε τζοι βγάνει εύκολα σε κεφάλι
(1928)
Εξός τζάρμπιλα = κατεργάρικα να πολεμά
Με ξένα κόλλυβα μνημονεύγεις τσι 'ονείς σου
(1963)
Λέγεται, όταν κανείς κάνη τον γενναιόδωρο προσφέροντας ξένα πράγματα
Όποιος αγαπά το ξένο dίοτα χάνει και το δικό dου
(1963)
Dίοτα = κάτι, πράγμα
Σήμερα 'ν' ο ένας κι αύριο 'ν' ο άλλος
(1963)
Λέγεται σαν παρηγοριά, σε λύπη, σε ατυχία, σε φτώχεια
Ή μικρός μικρός παdρέψου ή μικρός καλοερέψου
(1963)
Λέγεται κυρίως για το γάμο, σαν προτροπή σε νέους ανθρώπους ή σαν δικαιολογία από αυτους, όταν μικροπαντρευτουν, καθώς και από ηλικιωμένους, που δεν θένε πια να παντρευτουνε
Ο παπάς για τη gοιλιά dου ήχασε dη λειτρουιά dου
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται, όταν χάνη κανείς κάτι σοβαρό θέλοντας να καρπωθή κάτι ασήμαντο μάλλον
Στη bάdα να περάση τάλοό μου...
(1963)
Λέγεται, όταν προώρως συζητείται κάτι μελλοντικό, σα να πρόκειται να γίνη αμέσως
Παπά παιδί διαόλου gόνι
(1963)
Ερμηνεία: Λέγεται, σαν αστείο, σε παπά ή παιδί ή εγγόνι παπά