Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1801-1900 από 3195
Ουδ' είχ' ου παπάς γ' ρούνα, ουδ' έχασι
(1922)
Ερμηνεία: Τίποτε δεν εζημιώθη, ας νομίζεται ότι έπαθε ζημίαν
Ο άνθρωπος ο πολυβούλης κι ο Θεός ο κοψογούλης δεν τα συμβιβάζουνε ποτέ
(1927)
Ερμηνεία: δεν συμβιβάζονται οι απαιτήσεις του ανθρώπου με τους νόμους του Θεού
Κάνει σαν του παπά τα γουρούνια
(1927)
Ερμηνεία: Για έναν άτακτο και αυθαίρετο άνθρωπο. Πολλές φορές λέγεται και ειρωνικά για άτακτο παιδί. Συνοδεύεται από κείμενο.
Αγνάντεψε η Γριά με τη μπόλια
(1927)
Ερμηνεία: Λέγεται επί ατυχημάτων. Καλά πάϊαν τα πράματα, αλλά γλέπης αγνάτεψε η γρία με την μπόλια
Πουλλά καλά στον έρημο ξύλα και λιθάρια
(1927)
Ερμηνεία: Εις τον λέγοντα ότι πολλά ξύλα και λιθάρια έχει ο έρημος τόπος
Παπούτσι είνι από δόντια
(1927)
Ερμηνεία: Λέγεται για κείνον πού δεν έχει διόλου δόντια. Πόποιος δεν έχει το παπούτσι
Δε δέχιτι καμ'τσιά αυτός
(1923)
Δηλαδή παρατηρήσεις πικράς. Η εννοια μετεφέρθη από τον ίππον, όστις δεν δέχεται μαστίγωσιν
Πόχει πιδιά κλέφτες να μη γελάη και πόχει κορίτσια πτάνες να μη γελάη
(1928)
Λέγεται προς κατακρίνονται τους κλέφτες και τας κοινας γυναίκας ενώ διατελεί εκ αγνοία των παρεκτροπών της ιδίας του οικογένείας
Καινούργια νύφη, παλιά η τρύπα της
(1926)
Όταν φορή τις ένδυμα παλαιόν, νομιζόμενων υπ' αυτου ως καινουργές
Η πίττα οπου κάθεται καλό μουσαφίρη καρτερεί
(1926)
Ερμηνεία: Επί κόρης αναποκαταστάτου παραμενούσης
Παργουριά στουν άρρουστου, όσου να βγει η ψυχή του
(1923)
Ερμηνεία: Ματαία πάσα παρηγοριά
Μι του σ'τάρ' στ'μ πουδιά είνι αυτός!
(1923)
Δηλαδή είναι ετοιμοθάνατος
Όταν σούρχεται αναγούλα, βάλ' το χέρι σου να ξεράσης
(1926)
Προς τινά όστις δέν ανέχεται κάτι το οποίον ημείς ανεχόμεθα
Κουτσόι, στραβοί, ούλ' στουν Άδ' πάν
(1926)
Όταν όλοι ακολουθούν πεπλανημένων οδόν, ήν ηκολούθησέ τις εξ αρχής
Βgάλ' τα βαμbάτσε 'ς τα 'τία σου!
(1951)
Βγάλε τα μπαμπάκια πό τ' αυτιά σου. Όταν κανείς ξαναρωτούσε γιατί δεν άκουσε.Τόλεγαν και “Νοίκ' τα 'τία σου” - Ποντ.Δ.Π. αρ. 88: Έβγαλλ' τα βουμπάκια ας σ' ωτία σ'.
Δεν πας να ψάλης το Λάζαρο να μάσης κλουβίτς'
(1926)
Προς ανοηταίνοντα
Ου Θιός να σι φ'λάξ απου νιό μπραματευτή κι' απου παλιά πουτάνα
(1926)
Διότι και οι δύο ομοιάζουν εις την υποκρισίαν
Του έρτσεται' ς το δϊέβο, πααίνει σο δϊέβο
(1951)
Ερμηνεία: Ό,τι έρχετ' από το διάβολο, πάει στο διάβολο
Όποιους θέλ' να μην αηκούσ' τα βαρδάρια στου μύλου δεν πααίν'
(1902)
Βαρδάρι = το από το πανωμύλο συγκρατούμενον ξύλον και ας την μυλόπετραν ακομβήι, ίνα ες της κινήσεως εκείνης εις τρομώδη κίνησιν ηθέμενον κινή το πανωμύλι και αναγκάζη το άλεσμα μικρόν και κάτ' ολίγον να πίθει εις την οπή ...
Όποιους δε θέλ' να ηκούσ' τα βαρδάρια στου μύλου δεν πάει
(1902)
Βαρδάρι = το από το πανωμύλο συγκρατούμενον ξύλον και ας την μυλόπετραν ακομβήι, ίνα ες της κινήσεως εκείνης εις τρομώδη κίνησιν ηθέμενον κινή το πανωμύλι και αναγκάζη το άλεσμα μικρόν και κάτ' ολίγον να πίθει εις την οπή ...
Δε σι θέλνι στου χωριό κι σύ ρουτάς για τ' παπά του σπίτ'
(1902)
Δηλαδή περιττόν τα θέλη της να ερεισθή εις αβέβαιαν τινά βάσιν, ενώ το έδαφος έχει κλονησθεί
Γειά σ', Διάνη – Κουτσάνια καθαράω – Τι κάν'ς; - Πνάω και τα τρώω
(1928)
Όταν άλλα λέμε κι άλλα μας απαντάει ένας
Φώναξαν του σουϊλή κι κείνους που είχι, αντιλουήθ'κι
(1923)
Δηλαδή ο ευγενής εκδηλώνει την ευγένειάν του
Τόκαμαν ύβαλα!
(1923)
Το επιφώνημα ελήφθη από τα καφωδεία των επαρχών, εις τα οποία, όταν ενθουσιά η αυλητρις φωνάζει: Ύβαλα! = εξηράθησαν εις ενθουσιασμόν, διασκέδασιν κτλ.
Απού δω πάν οι γιάλλ'
(1922)
Ερμηνεία: Η φράσις έχει την σημασίαν του διαφεύγειν
Σ τα 'φτάλμε ξείλτσε μακρά, 'ς την gαρdία πάλι μακρά ξείλτσε
(1951)
Από τα μάτια έπεσε μακριά, από την καρδιά το ίδιο μακριά έπεσε
Εν' αvdί γαλάμ' ορτούσκο
(1951)
Είναι σαν κοντυλοφόρος ίσιος
Πήρι τα παπαλάκια τ' κι' έφ'γι
(1926)
Απεδιώχθη κακήν κακώς
Σ' αγαπώ, κυρά μ', να κλάνς, αλλά να μην του παρακάνς
Ερμηνεία: Υπερβαίνεις τα όρια
Γλύτωσες 'ς του λύκου το στόμα
(1951)
Γλύτωσες από του λύκου το στόμα
Έμαθε η γριά στα σύκα
(1926)
Όταν τη ζητή την επανάληψιν δωρεός
Α υπάμ' σο κλεψιμό, α βgει ο φέγγος το βράδυ
(1951)
Θα πάμε στην κλεψιά, θα βγει το φεγγάρι το βράδυ
Η τσοιλία του τσαλdεί κ' εμανίς
(1951)
Η κοιλιά του παίζει βιολί
Σ' του Απριλιού τις δώδεκα, πέφτ' ο τσεμbρές
(1951)
Από τ΄Απριλιού τις δώδεκα πέφτει ο τσεμπρές
Το τενίζιν bνώνει, ο τουσμάνος τζο ΄πνώνει
(1951)
Ερμηνεία: Η θάλασσα κοιμάται, ο εχθρός δεν κοιμάται
Ο τοιέχος έσει 'τία τσαί 'κόμη 'κού
(1951)
Ο τοίχος έχει αυτιά,κι ακούει κι αυτός. Στα μυστικά μας χρειάζεται προφύλαξη. - Ποντ. Ακ.σ.492: Τα τουβάρα πα έχ'νε ωτία.
Του γρικά ο νομάτ', 'ς έρτει παρ' dώ
(1951)
Ο άνθρωπος που δεν καταλαβαίνει, ας έρθει παρά δώ. Τόλεγαν σ' όποιον έδινε από μακριά ανεύθυνες συμβουλές. Λεβ, 245
Ούλα τα παιγνίδια τα παίζου, αλλά του μέσα (την φυλακήν) κι' τ' παπά του τραγούδ' δεν τα παίζω
(1925)
Παροιμία του τραγούδ' = Εκείνο που λέγει ο παπάς κατά την κηδείαν, το “μακαρία η οδός πορεύει σήμερον....
Του παραπιταμένου του πιδί, κληρουνόμους τ' σπιτιού
(1925)
Παροιμία λεγομένη επί τέκνου κληρονομίσαντος την πατρικήν περιουσίαν, αν και εθεωρείτο αναξιον λόγου και οι γονείς του δεν απέβλεπουν με όσην προς τα άλλα τέκνα των αγάπων και ελπίδα
Παπάς μ' πέθανι, παπάς μην ανιμείν'
(1925)
Παροιμία
Κύλ'ισι του σκατό κι έφαϊ του διάφουρου
(1902)
Φκιάν'ς νια δ'λειά κι δεν κερδίζ'ς τίπουτα
Κάλλιον λόγια στ' χουράφ' μπέρι, μάγγανα σ' αλών'
(1922)
Ερμηνεία: Η εκ των προτέρων εξηγήσεις προλαμβαίνει φιλονικίας
Κλαίου μι τουν αμάραντου (πόχανα τ' σουϊούλα μ')
(1922)
Αμάραντος = το γνωστόν φυτόν, το οποίον φύεται εις τοίχους και βράχους
Ούλα τα σκατά τ΄ανακατών' αυτός σαν του γρούν
(1923)
Αναμηγώνται εις πολλάς κακοηθείας
Κι τα βαριά στου γάιδαρου κι τ' αλαφριά στου γάιδαρου
(1923)
Όταν όλα τα βάρη πίπτουν εις έτα και μόνον
Κρασί βιρισέ μιθάει κανένα δυό φουρές
(1923)
Δηλαδή, ευκολώτερα είναι η επί πιστώσει μέθη εις τόν έχοντα το πάθος του μεθύσκεσθαι
Με τον παρά μου, γαμώ το μάστορά μου
(1926)
Ερμηνεία: Η δύναμις των χρημάτων
Σα Ζελιστινό χάλκωμα
(1927)
Οι Ζελιστινοί κατεργάζοντο τον χαλκόν. Τον έφερναν και τον πωλούσαν στα γύρω χωριά. Τα ζώα τους παραφορτωμένα δεν περπατούσαν γρήγορα. Από δω η παροιμία. Λέγεται για τους βραδυπορούντες.
Φώλιν τζο σει, βο τζο σει
(1951)
Φώλι δεν έχει αυγό,αυγό δεν έχει.Αν δεν βάλεις φώλο-ψεύτικο αυγό στην κότα,δε γεννάει.Έτσι κι οι δουλειές,χρειάζονται κεφάλαιο ή βοήθεια.Λεβ.252
Να μbω σα θάλε 'ποκάτου, πα' ά βgώ
(1951)
Να μπώ κάτου από τις πέτρες, πάλι θα βγω. Τόλεγε ένας που καμάρωνε πως είν' έξυπνος και δυνατός
Έβγη σου χωματού το πρόσωπο
(1951)
Βγήκε στην επιφάνεια της γης. Τόλεγαν γι' ανρθώπους που ήταν χαμένοι και φαναρώθηκαν ή ήταν φτωχοί και νοικοκυρεύτηκαν
Σε 'τόνα 'τι μη κρούς
(1951)
Σ' αυτόν αυτί μη ρίχνεις. Μην τον προσέχεις μη δίνεις σημασία σ' ότι λέει.
Πιρμή βgεις σ' άβγον bάνου, σαλεύ' τα ποράδε σου
(1951)
Πριν ανέβεις απάνου στ' άλογο, κουνας τα ποδάρια σου
Πιρμή 'εννηθεί το μαχτσούμιν, ιμάτι μη τα φτέν'
(1951)
Πριν να γεννηθεί το μωρό, πουκάμισο μην του φτιάνεις
Σο σαπεμένον dο νόμον τζο πατεί
(1951)
Στο σάπιο κλαδί δεν πατάει
Πές σαράντα. Σαράντα. Να φας μιά κακαράντζα
(1928)
Παρεμφερής αλεύρι, 8
Του σκλί τπόχ' τν πουδόλσσα έχ' κι ν' αναπαψη
(1926)
Ο έχων πολλάς φροντίδας και ενοχλήσεις έχει και τας σχετικάς απολαύσεις
Τουν έχου στά πλατιά
(1926)
Τον εκβιάζω, τον έχω σχεδόν πείσε
Ου πουλλές οι μαμές του βγάν'νι πιθαμένου του πιδί
(1923)
Δηλαδή όταν πολλοί προσπαθούσι τα διορθώσι το αυτό πράγμα ή την αιτίαν υπόθεσιν, συνήθως αποτυγχάνουσι
Θα σ' πέσ'νι τα πέταλά σ' ναρθής
(1923)
Ειρωνική έκφρασις προς εκείνον όστις βαρύνεται να έλθη
Τί τουμ παπά μας κάν'ς;
(1923)
Ερμηνεία: Δηλαδή αποκρύπτεσαι, μεταμφιεσμένος ως παπάς
Πιτάϊτι σαν τμ πουρδή απ' του βρακί
(1923)
Είναι πραπετής
Μί νιά τσικουριά δέν πέφτει ο δέντρος
(1928)
Αγών απαιτείται πρός επιτυχίαν σκοπού τινός
Αυτός ου άνθρουπους δε 'γιάζιτει με μάλαμα
(1925)
Είναι πολυτιμότατος
Θα χουρέψς ισύ; Γιατί 'γω! Κατούρσα στου πγάδ'!
(1925)
Παρομοιώδες
Το νηστικόν dο 'ρνίθι θωρεί σον ύπνο dου μισίρι
(1951)
Η νηστική κότα βλέπει καλαμπόκι στον ύπνο της
Το νερό άτσονdου 'α νdα κουπανίσ', πάλι εν νερό
(1951)
Το νερό, όσο κι αν το κοπανίσεις, πάλι είναι νερό
Ότιζ έφαεν dο γισκαλάκι, ατσείνος να 'πνώσει μο τη νύφ'
(1951)
Όποιός έφαγε το κολοκύθι, εκέινος να κοιμηθεί με τη νύφη
Μύρτσαν dα σκόρdα τους
(1951)
Μύρισαν τα σκόρδα τους
Αδά στράφτει, πασχά έρdα βρονdά
(1951)
Πάσχα = αλλού
Πανdικός τζο 'νι να μη ξειλήσει ση μάγγανα
(1951)
Ποντικός δεν υπάρχει που να μην πέσει στη φάκα
Πείσμωσε ο καλόγερος κι' έκοψε τ' αρχίδια του
(1926)
Όταν κανείς χαλάει τα δικά του. Ο πείσμων προξενεί εις εαυτον ζημιάν
Άμα πάρη τον παπά κλωτσώντα ο άνθρωπος
(1928)
Ερμηνεία: Οσονταναι (εφόσον είναι) καλά ο άνθρωπος τότε να κάνη τα καλά έργα όταν αποθάνα κάνη τα καλά έργα όταν αποθάνη και πάνε να τον θάψουν, κανένα όφελος δεν είναι
Ειν΄ μακριά του σκουτάδ'; Κλείσ' τα μάτια σ' να του ιδής
(1923)
Δηλαδή όταν δεν είναι μακριάν εκείνο περί του οποίου γίνεται λόγος
Μάτε το διάβολο να ιδής, μάτε το σταυρό σ' να κάνης
(1926)
μάτε=μήτε
Κρουν τζαί παίρουν
(1951)
Χτυπούν και παίρνουν
Ο κρότσονος τον gρότσονο τζο 'υρεύει τα
(1951)
Ο κουτός τον κουτό δεν τον θέλει
Είσ' αvdι 'αγού το κάκι νε μυράς, νε κοάς
(1951)
Είσαι σαν του λαγού το σκατουλάκι, ούτε μυρίζεις, ούτε κολλάς
Θα σε πιάσω στον κορύτο 'γω!
(1926)
Κορύτος = μικρά σκάφη, ένθα τρώγει ο χοίρος
Η ΄ναίκα εσ΄ ογτά ιμάτε ͘ ότιζ΄ α κατζέψει, φοραίνει τα τόϊνα
(1951)
Η γυναίκα έχει εφτά πουκάμισα · όποιος θα μιλήσει, του φορεί το ένα
Ποίτσε αν gαό τσαι κόνdα τα ση γωνία
(1951)
Κάμε ένα κάλο και πέτα το στη γωνιά
Νε το κεbάπι κάφτει, νε το ιλίδι
(1951)
Ερμηνεία: Γι' άνθρωπο που δε θέλει να λυπήσει ούτε το ένα ούτε το άλλο από δυό που μαλώνουν
Ο ταρός σο νdάϊν τζο ΄μbη
(1951)
Ερμηνεία: Τόλεγαν σε βιαστικό
Έχ' ου γάιδαρους ανάγκ' απ' τ' αγκάθια!
(1923)
Επί αναισχύντου εις τον οποίον ουδεμία παρατήρησις προξενή εντύπωσιν ή και επί σκληραγωγημένου
Η βία του βίο μ'
(1923)
Δηλ. Η δραστηριότης είναι η αιτία του πλούτου. Πλουτεί ο συντόνως εργαζόμενος
Εβωλόσερνε τη ζώνη του ίσιαμε να από τς ήπιε
Εγύρευε καυγά, ώσπου τις έφαγε
Του σκ'λί πόχ' τμ πουσόλ'σσα, έχ' κι ναναπαψ'
(1925)
Παροιμία ο έχων πολλάς φροντίδας εις ενοχλήσεις έχει και τας απολαύσεις
Τι η πίττα μας ψουμί τι του ψουμί μας πίττα!
(1925)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τ' γέροντα ο πόρδος βρομάει, τα λόϊα του μοσκοβολάνε
(1927)
Αυτονόητος
Του σαγάν' άμα δεν του πλύνι, πώς μπουρεί να βάλς φαΐ μέσα
(1921)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Του σκ'λι πόχ' ν' αναπαψ', έχ' κι τμ πουδόλ'σσα
(1925)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τρείς γριές απ' τα πουγκάκια, τρία λάϊα γαιδουράκια
(1927)
Ερμηνεία: Λέγεται επί αοριστολογίας