Αναζήτηση
Αποτελέσματα 1401-1500 από 3195
Ο Μάρτης 'ς τό μέγον dή Σαρακοστή τζο λείπει
(1951)
Ο Μάρτης από τή μεγάλη Σαρακοστή δέ λείπει
Γω έπα, συ μέτ΄σες
(1951)
Εγώ ήπια, συ μέθυσες. Όταν άλλος είχε τη στενοχώρια κι άλλος άναβε κι ήταν έτοιμος για καβγά
Που έν' dό κροτάλλι;
(1951)
Που είναι ο νους σου; Ρωτούσαν έτσι, όταν κανείς δεν πρόσεχε
Κρού' ένα σο πέτεγο τσ'ένα σο καρφί
(1951)
Χτύπα μιά στο πέταλο και μια στο καρφί
Ανdι νύφη στήκνεσαι
(1951)
Σα νύφη στέκεσαι
Μαναχό θάλι τοιέχος τζο 'ίνεται
(1951)
Μ' ένα μόνο λιθάρι τοίχος δεν φτιάνεται
Ο μύος να κώθει μαναχός του
(1951)
Ο μύλος να γυρίζει μοναχός του
Πιρδικόστημα
(1922)
Σημείωση: Κυριολεκτικά ό,τι δημιουργεί η πέρδικα
Το 'χουμε (ή το 'χει) πάλα
(1922)
Σημείωση: Πάλα = ή σπαθί ή δρεπανωτή
Άμα δε σκούξ' του πιδί, δεν τ' διν η μάννα βζί για να φάη
Άλλος θα σκούξι για ν' αηκούσνι
Δεν ξέρ' ου άνθρωπους να πέφτ' κι πού σ'κ'ων'τι
(1923)
Δηλαδή, είναι άγνωστοι οι οδοί της τύχης
Βαστάη στα μπούτια ακόμα
(1923)
Φέρ' ειπείν εμμένει εις τα πολιτικά του φρονήματα, καίτοι εσφαλμένα ή εν γένει εμμένει εις τας πεπλανημένας του ιδέας
Το σίδερο, 'φότεζ εν' ζεστό κουπανίζουν dα
(1951)
Το σίδερο, όταν είναι ζεστό το χτυπάνε
Το στσυλλί το στσυλλί τζο δάκνει τα
(1951)
Τονα σκυλί δε δαγκάνει τ' άλλο
Ούτι του χτρού σ' του σκ'λί να μήμ πάθ' ότ' έπαθα γω
(1925)
Παροιμιώδης έκφρασις δι' ης εκφράζει τη τα μεγάλα παθήματα του
Να ηκούς κι να μη γλέπ'ς απ' αυτόν τουγ κόσμου
(1922)
Ανάξιοι να τους ιδής, αξιολύπητοι
Μην τ'ρας στου άμπα στον άβγα να ιδής
(1922)
Ερμηνεία: Μηδένα προ του τέλους μακάριζε
Ήρθι στ' αμήν αυτό για πιθαμό
(1923)
Δηλαδή, εις το τελευταίον στάδιον της ζωής του δια να αποθάνη (πρβλ νύν)
Είνι ν' αηκούς κι να μη γλέπ'ς
(1922)
Άξιος οίκτου
Άμα τσακ'στή η κλούρα να ιδούμε τμ πόρτα τ'
(1925)
Τώρα ευημερεί οικονομικώς, διότι συμπράττει με τους άλλους αδελφούς του. Να ιδούμε άμα αποχωρισθή και κάμη δικό του σπίτι, αν θα ευημερεί, δηλ. θα αφεθή εις τας ιδίας τις δυνάμεις μόνον
Όθι να πάς δε γλύτωνε! Στ' βουϊδιού τον κέρατον να πάς θα σ' εύρου
(1925)
Παροιμία ως απειλή λεγομένη εκ αποφεύγοντα των επιδιωκομένων δικαίαν εκδίκησιν
Ου κάμπους έχ' μάτια κι ου λόγγους έχ' αυτιά
(1925)
Παροιμία παραλλαγή της γνωστής: κι ου τοίχους έχ' αυτιά.
Δεν τ' κρυών' τ' αυτί απ' αυτό
(1925)
Ή να τ' κρυούνι τ' αυτί απού τέτοια πράματα! Επί αναισθητων ανθρώπων
Έεις σύ, έχου κι γώ, έχου ΄γω, το ΄χου μοναχός μου
(1926)
Το δικό σου το θέλω, το δικό μου δεν το δίνω και τούτο είναι παροιμία
Είδ' ου άβρακους βρακί κι απ' τ' χαρά τ' τόχισι
(1925)
Παροιμία επί του υπερβολικώς χαιρούντος δια πράγματα επουσιώδη
Τουν ηύρι κείνουν π' χάλιβι
(1922)
Ερμηνεία: Καταλαμβάνομαι από δυστήχημα, όπερ ηδυνάμην να προλάβω
Τν ηύρα τ' σουιά μι τ' λουρίδα
(1922)
Ερμηνεία: Ηύρα το κακόν το οποίον δια της διαγωγής μου επεδίωκα
Θέλ' να λαλήσ' νι πουλλοί κούκη ναρθή η άνξ'
(1923)
Δηλαδή ου ποιεί έαρ μια χελιδών
Κί μέναν η πίττα μ' θά καή, αλλά κι σεναν θά δείρ' η μάννα σ'
(1923)
Συνοδεύεται από κείμενο...
Τ' Άϊ Πλατάν' διαβαίνουντα κι η πουλια βασιλεύουντα
(1925)
Η πλειάς δύει μετά την εορτήν του Αγίου Πλάτωνος
Είνι παχύ σα σούμπρου το σφαχτό
(1925)
Παροιμιώδης φράση επί των πολύ παχέως σφαγίου
Σωπάστε όλα τα πουλιά για να λαλήση ο μπουφος!
(1926)
Ειρωνικώς όταν αρχίζει να τραγουδή εν διασκεδάσει, ύστερα από τραγούδι άλλων
Έμbου σο νdάι
(1951)
Έμπα στο σακκί
Ρτϊαίνει το νερό πανουφόρου
(1951)
Βάνει το νερό να πάει στον ανήφορο
Έθακα το νερό σην ασότη
(1951)
Έβαλα το νερό στ' αυλάκι
Ποιός στραβός δε θέλ' τα μάτια τ'
(1902)
Δηλαδή έχει ανάγκην, αυτό επιθυμεί
Του Θκιό μ' του θέλου, του ξένου δεν του θέλου
(1923)
Είμαι δίκαιος
Θκό κι ξένου του ίδιου είνι
(1923)
Δηλαδή αδιάφορος
Μπήξι κί κόψε, μπήξι κί κόψι δ'λειά
(1923)
Δηλαδή εξακολουθητικώς εργαζόμην
Σήμερα έλιασ' η αρκούδα τον πόδι τ'ς
(1923)
Ερμηνεία: Είναι καλός καιρός με λιακάδα
Τς τα είχι μεράδ' ου Θεός αυτινών
(1923)
Ερμηνεία: τον ευνοεί η τύχη
Αυτός είνι ριματίσιους διάουλους
(1923)
Ριματίσιους=ο εις το ρέμα ευρισκόμενος
Μιία κι' όξ' απ' τμ πόρτα
(1923)
Δηλαδή πήγα μιά καί καλή γιά τή δουλειά μου
Στν αγγονούλα μ΄ ου καϋμένους, είμι αναπαμένους
(1923)
Ενταύθα εκ του μέρους το όλον. Υπονοείται δηλ. Το σπίτι
Απόνα σφαχτό δυό τομάρια δε βγαίν' νι
(1923)
Δηλαδή ας μη αναμένωμεν διόλην ωφέλειαν απ' την όθεν και αυλή τοιαύτη είναι αρκετή
Σπίτ΄ π΄ δεν έχ΄ γουνιά, δεν έχ΄ς που τα καθίης
(1923)
Δηλαδή απαραίτητος η γωνιά στο σπίτι
Συ θέλ'ς α[' τ' μυίγα σπλήνα
(1923)
Όταν της ζητής από πράγματα, τα οποία αδύνατον να προσκομίσουν τοιούτον
Σαν τα γρούνια τ' παπά κατάντ' σις
(1923)
Δηλαδή έκλυτος. Φαίνεται διότι τα γουρούνια κάποιου παπά αφήνοντο ανεπιτήρητα και εισήρχοντο εις τα κύματα των ανθρώπων αυθαιρέτεο δικαίωμα του παπά.
Γιλάει του κ'τσό του γρούν!
(1923)
Θα γίνουν ο εμπαιγμός πάντων
Ούλ' οι γύφτ' νια γινιά είνι
(1923)
Οι εκ του αυτού γένους προερχόμενοι έχουσι τας αυτάς αρειάς και τα αυτά ελαττώματα
Πόχ' ζουή τς στιριάς, έχ' τ' πιλάου
(1923)
Δεν κρεύει τα φοβώμεθα τον θάνατον. Είναι πεπρωμένος και περιττόν να τον βλέπωμεν εις επικινδύνους ενεργείας μας
Πολλά καλά έχ΄ου έρμους
(1923)
Ερμηνεία: Όταν γίνεται λόγος περί των αγαθών μέρους μακράν της πόλεως καιμένου
Δεν έπισι η ζάχαρ' στου νερό
(1923)
Δηλαδή δεν χρειάζεται βία. Λέγεται επί σπουδής δεικνυομένης υπό τινος
Πιέσ' τον κάλη 'ς το κεκίλι
(1951)
Πιάσε το φαλακρό από τα μαλλιά
Έβγαλαν τουμ πατέρα τς στουν ήλιου τα πιδιά
(1923)
Δηλαδή τον κατέστησαν πάμπτωχον. Υπονοείται, οτι όταν τις γηράση και γίνη πτωχός, μη έχων ούτε ενδύματα τα ενδύθη, συνήθως καταλαμβάνει χώρου υπάνεμον και επί απολαμβάνει την θαλπωρήν του ήλιου
Θα σι στείλω ικεί π' ψαίν' ου ήλιους του καρβέλ'
(1923)
Θα σε στείλω εις εξορίαν μακράν εις την διακεκωμένην ζώνην
Τα δυό σου ποράδε έμbασαν dα σ' αν bαπούτσι
(1951)
Τα δυό σου ποδάρια τάμπασαν σ' ένα παπούτσι. Όταν έναν τον στεναχωρούσαν ή τον ανάγκαζαν να κάμει κάτι που δεν ήθελε
Μο τ' α θ'αλι δώκα δύο πουλία
(1951)
Με τη μια πέτρα βάρεσα δυό πουλιά
Το μασαίρι σ΄ εν΄ gεσκίνι, κόφτει τσαί τα δύο τα μερόθες
(1951)
Το μαχαίρι σου είναι κοφτερό, κόβει κι από τις δυό μεριές. Τόλεγαν στους δυνατούς, όταν ήθελαν να τους κολακέψουν
Του Κούτσουτου το σόνι έν' σο τεγάνι 'πέσου
(1951)
Κούτσουρος = Φλεβάρης
Σα μη φυσήσει άνεμοζ, ο τσαλούς τζο σαλεύει
(1951)
Αν δε φυσήξει αέρας, το κλωνάρι δε σαλεύει
Τα μετρημένα τα πρόβατα ο λύκος τζο τρώ'τα
(1951)
Τα μετρημένα πρόβατα ο λύκος δεν τα τρώει
Έμινα με την αγκλίτσα φέτο
(1927)
Ερμηνεία: Έχασα τα πρόβατα μου, μου ψόφησαν από θεομηνία κ΄από ασθένεια
Όσου τουμ πααίν'ς καβάλλα τουν άλλουν, είσι καλός κι κατάκαλος, τουν άφκης για ψ'χουλα, που σ' είδα που σι ξέρου
(1923)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Ου καβαλλάρ'ς δεμ π'στέβ' τουμ πιζόνι
(1923)
Δηλαδή ο ευτυχών δεν αισθάνεται την δυστυχίαν του πάσχοντος
Κάτσι μεσ' του καβούκ' σου
(1923)
Ερμηνεία: Περιορίσου καλύτερον. Μην επαίρεσαι. Δυνατόν να πάθης κακόν εκ της επάρσεώς σου
Στήλι, παππούλη μ΄, τν ιφκή σ΄ είν΄ αυτό
(1923)
Συνοδεύεται από κείμενο ...
Ούτι στουν κώλου τς δεν τουν έγραφι
(1923)
Ερμηνεία: ηδιαφόρει εντελώς εις τα λεγόμενα του
Ούτι κλαίει, ούτι γελάει
(1923)
Δηλαδή μέτριον πράγμα
Χουλουΐσ' τουγ καβαλλάρ' π' κρέμουντι τα πουδάρια τ'
(1923)
Δηλαδή όταν εκδηλούται συμπάθεια προς άνθρωπον, όστις δεν αξίζει τοιαύτης λόγω της οικονομικής του ακμής
Διάβιν' ,ασήκη μ', διάβιν' είν' αυτός
(1923)
Ερμηνεία: Θέλων τις να οικτίρη τινά όστις κατέχεται υπό άλλγου πάθους, λέγει την ανωτέρω φράσιν
Η μέρα φέγγ' για ούλουν τουγ κόσμου
(1923)
Δηλαδή όλοι οι άνθρωποι έχουν την τύχην τους
Τουν έχ' διμένουν απ' τ' βρακουζώνα τς
(1923)
Δηλαδή τον διευθύνει κατά βούλησιν
Όσου θέλ'ς δουλίβι, όσου θέλου “εγώ ο Θεός” σ' δίνου
(1923)
Λέγεται επί πενιχράς εισοδείας. Όταν σπείρω και το προϊόν της εργασίας μου δεν ανταποκρίνεται εις τους καταβληθέντας κόπους
Δειξί τ' ένα δόντ' αυτνού
(1923)
Δηλαδή απείλησέ τον. Η μεταφορά εκ του σκύλου, όστις απειλών επιδεικνύει τους οδόντας
Όσου θέλ'ς δουλίβι, όσου θέλου σ' δίνου
(1923)
Λέγεται επί πενιχράς εισοδείας
Ά πατήσομ' του 'βού τις τσέφοι τζο γρικάς;
(1951)
Θα πατήσουμε τ' αυγού τα τσόφλια δεν το νιώθεις; Κοντεύει το Πάσχα με τα κόκκινα αυγά.Κοντεύουν οι μέρες που θα χαρούμε.Τόλεγαν για παρηγοριά σε κείνουν που απελπίζονταν.
Όπου να πάει, είναι ένα αγκάθι μπροστά του
(1951)
Για τους άτυχους που όλα τους έρχονται ανάποδα
Το στερνό ο νομάτ' σαμού θωρεί το ζεγγινϊέχι, αρχανdασλιέχι μη φτέν' dαμα του
(1951)
Ζεγγινλίκι=πλούτος
Μο την gούρβα του 'νεγκώθει, ίνεται κούρβα
(1951)
Με την πόρνη όποια γυρίζει, γίνεται πόρνη
Τα θ'κά σας θ'κά μας, τα θ'κά μας θ'κά μας
(1923)
Λέγεται εις τίνα, όστις ενώ εκ των ιδικών του ουδέποτε αφαιρεί, ίνα προσφέρη εις άλλον, τα του άλλου θεωρεί ιδικά του και μόνος του πολλάκις λαμβάνει εκ τούτων
Να μ' δώης νια πιντάρα τυρί κι ναν' κι σβώλους
(1923)
Λέγεται η παροιμία όταν ζητή της πράγμα εφθηνόν και εκλεκτόν
Ού Θιός σκάλες ανεβάζ' κι σκάλες κατινάζ'
(1923)
Δηλαδή άλλη ανέρχονται και άλλοι κατέρχονται οικονομικώς
Όσου να μπής κι να βγής, βγαίν'νι τα μάτια τ' γαμπρού
(1923)
Δηλαδή η αργοπορία είναι θάνατος εις τον κατεχόμενον υπό του αισθήματος της προσδοκίας
Άμα θέλ' ου γαμπρός κι η νύφ' πουμπή τ' σ'μπιθέρουν
(1923)
Δηλαδή προς σύναψιν συνοικεσίου αρκεί η αμοιβαία συναίνεσις γαμπρού και νύφης
Πρώτα βλουγάη τα γέννια τ' ο παπάς κι' ύστερα τ'ν αλλιών
(1923)
Δηλαδή πρώτον ενδιαφέραταί της περί εαυτού και έπειτα περί των άλλων